Ζητήματα Ωρολογίας

Γιώργος Χουλιάρας

Δεν έχω χρόνο να σας εξηγήσω, αφού πήγα και έβγαλα τα μάτια μου, στα πρόθυρα Ομηρίτιδας – όπως είχα περιγράψει το εν λόγω φαινόμενο (για όσους βλέπουν) – και τώρα συνέρχομαι και ας μην έρχομαι.

Δεν έχω χρόνο να σας εξηγήσω. Ούτε τόπο έχω μήπως καταλάβω μέρος της επικράτειας εκείνης των τεσσάρων διαστάσεων, όπου τετραγωνικά υψώνεται το φως, κατά πλάτος παχύσαρκη καθίσταται η μάζα, ενώ η ενέργεια, που με τα πάντα όλα ισοδυναμεί, επιμηκύνεται. Μια κοπέλα, συγγενής ίσως του Βερμέερ (ή Φερμέιρ όπως μάλλον προφέρεται), που δεν κρύβει το κατερχόμενο φύλλο που της αναλογεί, αδειάζει τα νερά της μήτρας της από το ωρολόγιο αιδείο του χρόνου, αν και φέτος παραμένει εξίσου επίκαιρη η ροή συνθημάτων του τύπου «έλα στον τόπο σου», με την έμμηνη εμμονή των οποίων ξεφυλλίζουν άγραφες σελίδες ημερολογίων οι ερωτευμένοι.

Το κείμενο συγχρονίζεται με το έργο Παλίμψηστο Ι. Ξεφυλλίζοντας τη ροή του χρόνου (1976), στη σελίδα 36 του βιβλίου. Εντός παρενθέσεως: (μεσημέρι). Στο μέσον της ημέρας έχουμε ξεκινήσει. Στο μέσον του χρόνου, που εκτείνεται, όπως τουλάχιστον θεωρεί ο ίδιος, πριν και μετά από εμάς. Εν τω μέσω των πραγμάτων, in medias res, εν τοις πράγμασι, πράγματι.

Ενώ, εντός παρενθέσεως: (πρωί), στην επόμενη σελίδα 37, στο Παλίμψηστο ΙΙ ξιφουλκεί Ο παλαιός των Νυχτών οργάνων (1976):

Κάθε μέρα προς τα πίσω ανάβει και σβήνει ο άγγελος την πόλη, σε άδειο ρολόι μεταστρέφοντας την αιχμή του δόρατός του, πριν ακόμη χτυπήσει 3 ο σελιδοδείκτης, που πλησιάζοντας το στηθαίο, από όπου βάλλοντας οι πολιορκημένοι μετατρέπουν τα συναισθήματά τους σε κρυμμένες στην παλάμη αχειραφέτητες σκέψεις, αναζητά τον χρόνο όχι που χάθηκε, αλλά πρόκειται να χαθεί, ενώ ακίνητα παραμένουν τα ελικόπτερα φτερά όσων ευαγγελίζονται το τέλος του παραδείσου των πόλεων και την υπεροχή της εξοχής.

Πρόκειται για δύο από τέσσερα ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΩΡΟΛΟΓίΑΣ, με – εντός παρενθέσεως: (απόγευμα), στη σελίδα 20, και (μεσάνυχτα), στη σελίδα 76 – άλλα δύο να έπονται ή να προηγούνται, όπως συμβαίνει κάθε φορά που παρεμβάλλεται η μνήμη, ανατρέποντας των ωρών την παρέλευση ανεπιστρεπτί. Παραμένουμε συγχρονισμένοι με μια σειρά αιρετικών & xxx-αιρετικών Ωρολογιακών Μηχανισμών του Δημήτρη Καλοκύρη, ένα πολυφωνικό εικονιστόρημα όπου ακούγονται φωνές 39+1 φίλων.

Επειδή όμως το Ο μικρόν προηγείται του Ω μέγα, έπεται ασφαλώς πως κάποια ζητήματα ορολογίας προηγούνται ζητημάτων ωρολογίας. Στον βαθμό, επομένως, που ο Δημήτρης Καλοκύρης προηγείται των ωρολογίων του και καθώς δεν μας παίρνει ο χρόνος, θα αρκεστώ σε τρεις παρατηρήσεις.

Πρώτον, είναι διαρκώς διφυής, αν όχι πολυφυής, εφόσον αφήσουμε στην άκρη κιθάρες, ντραμς και άλλα. Από τη μία, ο λόγος του αποτελεί εικόνισμα και διαπρέπει σε εικονιστικούς και εικονικούς συνειρμούς, ενώ, από την άλλη, εκ του λόγου και των παραδρομών του (που τετράποδα καλπάζουν ως ά-λογα, παρά-λογα, εύ-λογα και δύσ-λογα) απορρέουν εικόνες που παιδιόθεν εκθέτει ως κολάζ, κατασκευές, εξώφυλλα και εκθεσιακές εγκαταστάσεις.

Δεύτερον, είναι συνεχώς συλλογικός στην υλοποίηση προσωπικών επιτευγμάτων, όπως έχει αποδείξει κατά τη μακρά ναυσιπλοΐα του σε ωκεανούς μελάνης ως διευθυντής περιοδικών, σύμβουλος εκδόσεων, μεταγλωττιστής και δυνάμει μεταφρασεολόγος, επιμελητής εκθέσεων και ποντοπόρος τιμονιέρης σε υπερωκεάνια και τρύπιες βάρκες. 

Τρίτον, παραμένει στερεά χυμώδης, με το ύφος της ιπποκράτειας υγρασίας που εξ ορισμού εκλύει το χιούμορ, στη στυγνή ξηρασία κάθε σοβαροφανούς επικαιρότητας υπενθυμίζοντας την εκ των υδάτων προέλευση των επί της ξηράς όντων. 

Ο άνευ όρων συνδυασμός μάλιστα των τριών αυτών ορολογιακών μηχανισμών – το δισυπόστατο, ο συλλογικός προσανατολισμός και η υγρή ποιότητα της φαντασίας  – αποτελεί σταθερά εκκρεμή βάση των ωρολογιακών μηχανισμών του. Βέβαια, δεν θα μπορούσε να γίνει καθηγητής. Αλλά, αν δούλευε ως εικονικός φιλόλογος, θα έπρεπε να πληρώνεται με την ώρα, όπως οι ψυχαναλυτές.

Ο χρόνος αποτελεί τρόπο διάταξης των αισθήσεων και η λογοτεχνία μια μορφή μέτρησης του χρόνου, όπως αποτυπώνεται στην εικονοτεχνία, που επιβεβαιώνει ιανοπρόσωπες παραστάσεις εικόνας και λόγου ως δύο εκδοχών του ιδίου φαινομένου. Συγγραφείς και αναγνώστες, εικονοπλάστες και θεατές συμμετέχουν σε μια παρτίδα σκάκι, ανταλλάσσοντας κινήσεις, όπως παλαιότερα οι κρατούμενοι σε φυλακές, με σημειώματα που αφήνουν στο καζανάκι της τουαλέτας ή συνθηματικά χτυπώντας τους τοίχους από κελί σε κελί.

Ας μη φανεί περίεργο που, στις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης, οπλοφόροι πολίτες εμφανίστηκαν σε πλατείες επαρχιακών πόλεων με καμπαναριά που φιλοξενούσαν το κεντρικό ρολόι της πόλης, εναντίον του οποίου άρχισαν να πυροβολούν. Αργότερα, ο διεθνής συγχρονισμός της ώρας ανά ζώνη μεταξύ πόλεων και χωρών ήταν αποτέλεσμα της ανάγκης να ρυθμιστούν τα δρομολόγια των σιδηροδρόμων, γιατί εθεωρείτο προτιμότερο ένα τρένο να μη φτάνει στον προορισμό του νωρίτερα από την ώρα που είχε ξεκινήσει. Στις ημέρες μας, δεν ξέρω αν υπήρξε χρόνος να συναντηθούν με τον κοσμοναύτη Θεόδωρο Γιουρτσίχιν – Γραμματικόπουλο, που πέντε φορές έχει βγει έξω στο διάστημα, ενώ το όνομα «Αργώ» έδωσε στο τελευταίο διαστημόπλοιό του. Ας μην καθυστερούν πλέον οι αργοναύτες,

Πλησιάζει Η ώρα των τελικών αποφάσεων. Θέλοντας ν’ ανοίξει τα φτερά της άπλωσε τα ρούχα στο μπαλκόνι:

Να την προλάβει ο χωρίς κράνος πατριός της δεν νομίζει, καθώς σε κινηματογραφικά καρέ υπολογίζει τις ώρες, τα δευτερόλεπτα και τα λεφτά που θα της αποφέρει, όταν πια, με ρούχα απλωμένα στο μπαλκόνι, απεκδυόμενη κάθε αίσθησης χρόνου θα υπερίπταται, με δύο ακάλυπτα πόδια έχοντας ανοίξει για φτερά, διαχρονικά ενσωματωμένη στις φωτογραφίες των ονείρων όσων ατελείωτο χρόνο μαζί της επιθυμούν, μια γυμνή φωτογράφηση χωρίς καμία εσώρουχη ένδειξη του ποια μπορεί να ήταν η ώρα των τελικών αποφάσεων.

Σύντομα θα είναι μεσάνυχτα για Το Βιβλίο των Ωρών (Άνευ όρων) και χωρίς οφθαλμούς:

Τυφλός πια ο γυμνός χρόνος μοιράζει τα λεπτά του στους περαστικούς, που σχηματίζουν ουρές μπροστά στον επαίτη απαιτώντας να μην πάνε αδιάβαστοι από τέτοιο βιβλίο.

Ο χρόνος δεν παύει να αποτελεί μια μορφή επιδημίας. Ωρολόγια κατασκευάζονται και νέες μονάδες μέτρησης συνεχίζουν να επινοούνται. Πολλά θα είχα να προσθέσω, αλλά ας τα αφήσω Ad calendas Graecas – για τις ελληνικές καλένδες – θέμα προσωπικού Ημερολογίου που ετοιμάζεται από καιρό.

 

(πρώτη δημοσίευση: περιοδικό ΧΡΟΝΟΣ, 24 Μαΐου 2018)

ΧΡΟΝΟΣ #60-61, Μάιος 2018

[Κείμενο σχετικά με το βιβλίο του Δημήτρη Καλοκύρη από τις εκδόσεις Νεφέλη, που διάβασε ο Αχιλλέας Κυριακίδης σε εκδήλωση στο βιβλιοπωλείο Ιανός στις 22.2.2018: www.youtube.com/watch?v=na6GXbpD7K8]

Δείτε επίσης τη στήλη του Γ. Χουλιάρα
«ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ»:
«ΤΑΝ» (τχ. 51)
«G[e]R[m]Exit» (τχ. 47)
«Sweet 16» (τχ. 45)
 
Ο Γιώργος Χουλιάρας (Εικονομαχικά, 1972, Δρόμοι της μελάνης, 2005, Λεξικό αναμνήσεων, 2013) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και έζησε πολλά χρόνια στη Νέα Υόρκη, ενώ το 2014 τιμήθηκε με το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του.
Yiorgos Chouliaras (Iconoclasm, 1972, Roads of Ink, 2005, Dictionary of Memories, 2013) was born in Thessaloniki and lived for many years in New York. In 2014, he was awarded the Ouranis Prize of the Academy of Athens for his work in its entirety.