ΤΑΝ

Γιώργος Χουλιάρας

[ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ]

Όταν οι υπολογιστές αντιλήφθηκαν τη σημασία της ελληνικής γλώσσας για το μέλλον τους, σιωπηρά επέλεξαν μια ελληνική λέξη για τον κλάδο στον οποίο θα γίνονταν ασυναγώνιστοι. Επρόκειτο για τη λέξη ΑΙ και τον κλάδο της τεχνητής νοημοσύνης, από τα αρχικά του οποίου A(rtificial) I(ntelligence), στα αγγλικά, οι υπόλοιποι νόμιζαν ότι προερχόταν η συντομογραφική ονομασία του. 

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, έστω και αν αυτό δεν είναι ποτέ εφικτό. Στην αρχή υπήρχε υπολογιστής, που δεν υπολόγιζε κανέναν εκτός από τον λογιστή. Εκείνος ήταν τόσο προνοητικός που είχε αρχίσει από αρχαιοτάτων χρόνων, δηλαδή πριν επινοηθούν φορολογικές διαδικασίες, να ετοιμάζει δηλώσεις – σφηνοειδώς ή με ιερογλυφικά καταγράφοντας, λόγου χάριν, το τι περιείχαν αποθήκες, αμφορείς και κιούπια, που εξακολουθεί να φέρνει στο φως η επίμονη σκαπάνη των αρχαιολόγων. Κάπως έτσι, λένε, ξεκίνησαν τα μαθηματικά. Κάπως έτσι όμως θα ξεκίνησε και ο γραπτός λόγος. Γιατί ποιήματα ίσως μπορούσαν να θυμούνται, ενώ μετρήσεις όσων είχαν αποθηκευτεί δεν αρκούσε να τις θυμούνται. Έπρεπε να είναι καταγεγραμμένες.

Ο λογιστής ήταν, με άλλα λόγια, ένας λόγιος των αριθμών που επιθυμούσε μεγαλύτερη ταχύτητα στις πράξεις του, ειδικά τις μαθηματικές, καθώς σε άλλους τομείς, όπως στον έρωτα, η καθυστέρηση όχι μόνον επιτρέπεται, αλλά επιβάλλεται. Ο λογιστής χρειαζόταν έναν πιο γρήγορο υπολογιστή, όπως κάθε λοχαγός χρειάζεται έναν πιο γρήγορο υπολοχαγό, για να έχει χρόνο να γυαλίζει το μάτι του και όχι μόνον τις ξιφολόγχες. Πήρε κάποια χρόνια, αλλά μια μέρα ο υπολογιστής που περίμενε ήρθε και κάθησε πάνω στο γραφείο του, χωρίς αυτό να θεωρηθεί ασέβεια προς το πρόσωπο του λογιστή. 

Εν τω μεταξύ, είχε επινοηθεί η αλφάβητος ως σύστημα εξετάσεων μαθητών του γραπτού λόγου, οι οποίοι έγραφαν όπου έβρισκαν, σε πηλό, δέρματα, ξύλο με κερί, πάπυρο, ενώ σμιλεύοντας την πέτρα προκαλούσαν σκόνες και σκονάκια, πριν οι Άραβες σε μια μάχη στη Σαμαρκάνδη συλλάβουν δύο Κινέζους οπλίτες που γνώριζαν πώς να κατασκευάζουν χαρτί και αρχίσει μια μεταφορά (της χαρτοβιομηχανίας αρχικά) από τα μέρη της ανατολής προς εκεί όπου δύει ο ήλιος κάνοντας αόρατες τις πόλεις. 

Πόσο ακόμη θα αργούσε ο εξηλεκτρισμός; Η λέξη ηλεκτρικό (electric) για πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε στα αγγλικά γύρω στα 1640 από τον ιατρό Θωμά Browne, τον οποίο ο Μέλβιλ έχει χαρακτηρίσει «ραγισμένο αρχάγγελο», ενώ ο Μπόρχες ως τον καλύτερο αγγλόγλωσσο συγγραφέα πρόζας. Σε συνδυασμό με το επίσης ελληνογενές ιόν, θετικά ή αρνητικά φορτισμένο άτομο ή μόριο, ο Ιρλανδός φυσικός Γεώργιος Stoney πρότεινε το 1891 τον όρο ηλεκτρόνιο (electron) ως βασική μονάδα ηλεκτρικής ενέργειας. Στη θέση του είχε νωρίτερα εισηγηθεί τη λέξη ηλεκτρίνη (electrine), αλλά της ταίριαζε το πένθος φαίνεται, όπως και στη λαμπρή Ηλέκτρα, που φωτοσκιάζει τα συμπλέγματα του Φρόυντ.

Εν πάση περιπτώσει, το ηλεκτρικό παραπέμπει στο ελκυστικό ήλεκτρο, που εύκολα φορτίζεται με στατικό ηλεκτρισμό, όταν το τρίβεις κομπολογώντας στον ήλιο ή στο σκοτάδι. Λέξη που συναντάς στον Όμηρο και τον Ησίοδο, το ήλεκτρον, με κατάληξη όπως του πλήκτρου, αναφέρεται τόσο στην απολιθωμένη ρητίνη κωνοφόρων (κεχριμπάρι) όσο και σε κράματα ορυκτολογικά φυσικής (με βάση χαλκό και σίδηρο) ή συνθετικά χημικής (με βάση το μαγνήσιο) προέλευσης, ενώ συνεχίζονται διαμάχες για την άγνωστη ετυμολογία του, που κάποιοι συνδέουν με το «λέγω».

Τίποτε από όλα αυτά δεν εμπόδισε τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές να επεκτείνουν την επανάστασή τους, φορτικά στηριγμένοι σε ελληνογενή ηλεκτρόνια που καθορίζουν και τις δικές μας τροχιές στον γαλαξία των γραμμάτων. Παλαιότερα, για να παίξεις σκάκι με μια μηχανή χρειαζόταν να κρύψουν κάποιον επιτήδειο νάνο μέσα της, ενώ με την ανάπτυξη της νανοτεχνολογίας οι υπολογιστές παντού εισχωρούσαν, κάνοντας όνειρα ίσως κάποια μέρα μόνοι τους να γράφουν ιστορίες επιστημονικής φαντασίας, όπου καλώς ή κακώς επικρατούν όσοι διαθέτουν τεχνητή νοημοσύνη.

Επειδή το καλοκαίρι ήταν πια διαρκές, με καύσωνες, θύελλες και πυροσβεστικές απεργίες, ενώ μετεξεταστέοι μαθητές μάζευαν σκουπίδια για να τα αφήσουν στα ενδιαιτήματα απόντων καθηγητών τους και οι μητέρες απέφευγαν πια να λένε ΤΑΝ, που θύμιζε σαλόνι ηλιοθεραπείας, αφού όλοι στην ασπίδα τους ονειρεύονταν να ξαπλώσουν, κυριάρχησε ένας ανόητος φόβος ότι η νοημοσύνη των υπολογιστών και όχι η βλακεία των ανθρώπων θα κατέστρεφε τον κόσμο.

Ευτυχώς όμως βρέθηκε λύση. Έκτοτε η έρευνα στράφηκε και βραβεία, ενδιαφέρον και κονδύλια κατευθύνθηκαν, με εφευρέσεις να διαδέχονται η μία την άλλη, σε έναν νέο κλάδο γνωστό με τα αρχικά ΤΑΝ. Τώρα πια, αξιοποιώντας πλούσια εμπειρία, όλοι έχουν αφοσιωθεί στο πώς οι υπολογιστές θα αναπτύξουν μια εφάμιλλη των ανθρώπων Τεχνητή ΑΝοησία ή Α(rtificial) I(diocy), όπως εξακολουθεί να συντομογραφείται στα αγγλικά.

 

(πρώτη δημοσίευση: περιοδικό ΧΡΟΝΟΣ, 24 Ιουλίου 2017)

ΧΡΟΝΟΣ #51, 24 Ιουλίου 2017

Δείτε επίσης στην ίδια ενότητα:

«Μονοπόλεις» (τχ. 51)

«Πάσχα γιοκ;» (τχ. 48)

«G[e]R[m]Exit» (τχ. 47)

«Sweet 16» (τχ. 45)

«Μαύρη Παρασκευή» (τχ. 44)

«Παραστάσεις πραγματικότητας» (τχ. 43)

«Παγκοσμιοποίηση» (τχ. 39)

«Βραβείο για τοπολογικό πρόβλημα» (τχ. 38)

«Μετά το τέλος του κόσμου» (τχ. 30)

«Ενοποίηση Συνειδήσεων» (τχ. 29)

«Ανία της άνοιας» (τχ. 29)

«Οι αναποφάσιστοι» (τχ. 29)

«Το χρυσό μνημόνιο» (τχ. 28)

 

Ο Γιώργος Χουλιάρας (Εικονομαχικά, 1972, Δρόμοι της μελάνης, 2005, Λεξικό αναμνήσεων, 2013) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και έζησε πολλά χρόνια στη Νέα Υόρκη, ενώ το 2014 τιμήθηκε με το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του.

Yiorgos Chouliaras (Iconoclasm, 1972, Roads of Ink, 2005, Dictionary of Memories, 2013) was born in Thessaloniki and lived for many years in New York. In 2014, he was awarded the Ouranis Prize of the Academy of Athens for his work in its entirety.