Μαύρη Παρασκευή

Γιώργος Χουλιάρας

[ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ]

Τώρα που δεν υπάρχουν καταστήματα πια, αφού όλες οι αγορές γίνονται ηλεκτρονικά από μακριά, προσπαθούμε να βρισκόμαστε καμιά φορά μήπως θυμηθούμε τι συνέβαινε άλλοτε. Δεν είναι εύκολες οι συναντήσεις βέβαια, γιατί οι δρόμοι είναι γεμάτοι γονείς ή άλλους που δείχνουν στα παιδιά σημεία όπου έκαναν ψώνια για όσα νόμιζαν ότι χρειάζονται.

Εδώ έβρισκα φρέσκο γάλα για τη μητέρα σου όταν σε θήλαζε, λέει μια γιαγιά στην εγγονή της. Εδώ έπαιρνα εφημερίδες, λέει ένας πατέρας στο μωρό, που βαρέθηκε και έβαλε την ταμπλέτα να φορτίσει στην ειδική θήκη που έχουν όλα τα καρότσια. Μητέρες σταματούν μπροστά σε κενές προθήκες τις οποίες μπορεί να στόλιζαν ρούχα ή παπούτσια. Παππούδες επαινούν ερειπωμένα μαγαζιά που φιλοξενούσαν λιχουδιές, γλυκίσματα και ποτά. Πολλοί μπερδεύονται και κάνουν κύκλους με τα αυτοκίνητά τους συνεχώς. Ένα άτομο μοναχικό προσπαθεί νοερά να βάλει σε σειρά στην άδεια βιτρίνα τα εξώφυλλα βιβλίων που αγόρασε.

Την πρώτη Μαύρη Παρασκευή πάνω από εκατό άτομα είχαν στηθεί έξω από ένα κατάστημα και περίμεναν να ανοίξει στις οκτώ το πρωί. Αρκετοί έμοιαζαν μαθητές που το είχαν σκάσει από το σχολείο για να αποκτήσουν το κινητό ή άλλη ηλεκτρονική συσκευή που επιθυμούσαν. Παρακάτω, στην είσοδο πολυκαταστήματος, γυναίκες και κορίτσια έδιναν μάχη να μπουν στο τμήμα με τα καλλυντικά. Δεν το έχω ξαναδεί αυτό και δουλεύω χρόνια εδώ, πρόλαβε να πει ένας φύλακας πριν τον παρασύρει το πλήθος.

Δεν είναι πάντοτε εύκολο να θυμηθείς για ποια Μαύρη Παρασκευή πρόκειται, καθώς υπήρξαν πολλές, ενώ για κάποιους Χριστιανούς κάθε Παρασκευή είναι μαύρη. Όσοι υπήρξαν Άγγλοι θυμούνται, ακόμη και αν ούτε ένα σεντ δεν ήταν δικό τους, δύο τρισεκατομμύρια δολάρια που εξανεμίστηκαν την επομένη μιας Πέμπτης (23.6.2016) –ημέρα δημοψηφίσματος για τη ΒΡέξοδο– στα διεθνή χρηματιστήρια, περισσότερα δηλαδή από κάθε προηγούμενη Μαύρη Παρασκευή, είτε τότε με το αμερικανικό σκάνδαλο του χρυσού (24.9.1869) είτε με την κατάρρευση στη Βιέννη (9.5.1873) ή το μίνι-κραχ στη Νέα Υόρκη (13.10.1989).

Άλλοι θυμούνται την επίθεση που δέχθηκαν σουφραζέτες από την αστυνομία Παρασκευή (18.11.1910), έξω από το βρετανικό κοινοβούλιο που καθυστερούσε να υιοθετήσει ψήφο για τις γυναίκες, ενώ για γαλλόφωνους η Vendredi Noir (26.6.2015 και 13.11.2015) παραπέμπει σε τρομοκρατικές επιθέσεις στη Γαλλία και αλλού. Πολλά μέρη έχουν τη δική τους Μαύρη Παρασκευή: Ιράν (5.9.1978 ή 17 Shahrivar 1357), Μαλδίβες (13.8.2004), Μουμπάι (12.3.1993), Σαν Φρανσίσκο (13.5.1960), Τζακάρτα (17.7.2009). Παρασκευή (22.11.1963) δολοφονήθηκε ο Πρόεδρος Κένεντι. 

Μεταξύ 1001 δίσκων που πρέπει να ακούσεις πριν πεθάνεις συγκαταλέγεται το άλμπουμ «Η ειρήνη πουλά … αλλά ποιος αγοράζει;» του ακραίως βαρυμεταλλικού συγκροτήματος Μεγαθάντος (Megadeth), που περιλαμβάνει το τραγούδι Μαύρη Παρασκευή, με ορχηστρική εισαγωγή ο τίτλος της οποίας πένθιμα παραφράζεται Καλημοίρα (Good Mourning).

Το βράδυ της τελευταίας Παρασκευής πριν από τα Χριστούγεννα, που ονομαζόταν Μαύρη, διοργανώνονταν στη Βρετανία τα περισσότερα πάρτι σε χώρους δουλειάς, με υψηλή ρευστότητα αλκοόλ και μεγάλη κινητικότητα ασθενοφόρων. Το όνομα όμως άρχισε να αλλάζει σε Τρελή ή Μελανιασμένη (στο μάτι από καβγάδες μεθυσμένων) Παρασκευή μετά την εμπορική εισβολή πολυεθνικών αλυσίδων που καθιέρωσαν στη βρετανική αγορά την αμερικανική Μαύρη Παρασκευή, ημέρα εκπτώσεων μετευχαριστήριων, δηλαδή την επομένη του Θένξγκιβινγκ.

Η Ημέρα των Ευχαριστιών, όταν σφάζουν τούρκους στην Αμερική, εορτάζεται την τέταρτη Πέμπτη του Νοεμβρίου από το 1942, με απόφαση του Κογκρέσου που υπέγραψε ο Πρόεδρος Ρούζβελτ. Τρία χρόνια πριν (όταν ο Νοέμβριος είχε πέντε Πέμπτες), ο ιδρυτής του πολυκαταστήματος που μετονομάστηκε σε Macy’s (και διοργανώνει παρέλαση Θένξγκιβινγκ στη Νέα Υόρκη) είχε πείσει τον Δημοκρατικό Πρόεδρο να μεταθέσει τον εορτασμό των Ευχαριστιών μια εβδομάδα νωρίτερα αντί για την τελευταία Πέμπτη του μήνα, έτσι ώστε να επεκταθεί εν μέσω ύφεσης η περίοδος αγορών έως τα Χριστούγεννα, που εθιμικά ξεκινούσε μετά την Ημέρα των Ευχαριστιών, την οποία είχε καθιερώσει ως εθνική εορτή ο Ρεπουμπλικανός Πρόεδρος Λίνκολν ενώ μαινόταν ο αμερικανικός εμφύλιος πόλεμος. Το αποτέλεσμα ήταν 23 Πολιτείες να γιορτάζουν «Δημοκρατικό Θένξγκιβινγκ» (την προτελευταία Πέμπτη του μήνα), 22 «Ρεπουμπλικανικό Θένξγκιβινγκ» (την τελευταία Πέμπτη) και κάποιες, όπως το Τέξας, να κηρύττουν και τις δύο ημέρες δημόσιες αργίες.

Όπως πάντοτε στον πόλεμο, έτσι και από τις σώμα με σώμα μάχες της κατανάλωσης προκύπτουν πεσόντες, έστω και αν η ανέγερση μνημείων καθυστερεί. Στα όπλα περιλαμβάνονται ψεκαστήρες πιπερόσκονης που αραιώνουν τον συνωστισμό. Με θύματα της Μαύρης Παρασκευής διάσπαρτα από Καλιφόρνια έως Φλόριντα, νεκροί από πυροβολισμούς έχουν πέσει σε χώρους στάθμευσης και σε μαγαζιά με παιδικά παιχνίδια. Υπήρξε και υπάλληλος νεκρός στη Νέα Υόρκη. Δύο χιλιάδες άτομα, που είχαν συγκεντρωθεί από τις 9 το βράδυ, όρμησαν και έσπασαν τις πόρτες του καταστήματος μόλις πήγε να ανοίξει στις 5 το πρωί, ποδοπατώντας τον υπάλληλο. Περιμέναμε στο κρύο, δεν θα περιμένουμε άλλο, φώναζε το πλήθος, λες και απήγγειλαν Μάριο Ποντίκα, καθώς ορμητικά συνέχιζαν να μπαίνουν, παρά τις εκκλήσεις υπαλλήλων να μην πατήσουν το θύμα, και σπρώχνοντας αστυνομικούς που είχαν εν τω μεταξύ φτάσει. Στο νοσοκομείο μεταφέρθηκε και μία έγκυος.

Η προσωνυμία Μαύρη Παρασκευή φαίνεται να προήλθε από την επαγγελματική διάλεκτο αστυνομικών, ιδίως στη Φιλαδέλφεια, και χαρακτήριζε το χάος της κυκλοφορίας μόλις άρχιζαν τα ψώνια των Χριστουγέννων αμέσως μετά το Θένξγκιβινγκ, ενώ αναφέρεται με άλλη σημασία για πρώτη φορά, στις αρχές της δεκαετίας του 1950 σε περιοδικό διοίκησης εργοστασίων, που παραπέμπει σε απουσία εργαζομένων που προφασίζονταν ασθένεια για να επιμηκύνουν σε τετραήμερο την αργία της Πέμπτης των Ευχαριστιών. Ως ιδιαιτερότητα της Φιλαδέλφειας χαρακτήριζαν τη Μαύρη Παρασκευή το 1975 οι «Νιου Γιορκ Τάιμς», ενώ δέκα χρόνια αργότερα τοπική εφημερίδα της πόλης σημείωνε ότι ο όρος ήταν άγνωστος σε εμπόρους στο Λος Άντζελες και άλλες αμερικανικές πόλεις.

Προσπάθεια απομείωσης της αρνητικής φόρτισης της φράσης αποτελεί η σύνδεση του ονόματος, τη δεκαετία του 1980, με τη «μαύρη μελάνη» εμπορικών εσόδων, σε αντιδιαστολή προς την «κόκκινη μελάνη» που χρησιμοποιούσαν παραδοσιακά για αρνητικές λογιστικές εγγραφές. Αντίδραση στη ρατσιστική απόχρωση (και στην περίπτωση αυτή) του όρου «Μαύρη» μπορεί να θεωρηθεί ιστορικά αστήρικτη διάδοση στο διαδίκτυο το 2013 που επιχείρησε να συνδέσει τη Μαύρη Παρασκευή με την πώληση δούλων στον αμερικανικό νότο εκείνη την ημέρα. Δεν έχω υπόψη μου ενστάσεις για τη λέξη Παρασκευή, αποικιακά συνονόματη του αυτόχθονα συνεργάτη του Ροβινσώνα Κρούσου. Καθώς η Μαύρη Παρασκευή συνέχισε να επεκτείνεται σε χώρες και εκτός της αμερικανικής ηπείρου, στις 23 Απριλίου 2014 οι ρυθμιστές του διαδικτύου πρόσθεσαν στις ανωτάτου επιπέδου καταλήξεις ηλεκτρονικών διευθύνσεων (όπως .com και .org) την κατάληξη .blackfriday.

Ούτως ή άλλως, αν ψώνια θεωρηθούν όσοι επικεντρώνονται στην κατανάλωση, επίσης ψώνια πρέπει να θεωρηθούν όσοι νομίζουν ότι μπορεί να υπάρξει σύγχρονη παραγωγή χωρίς κατανάλωση. Η θρυλική σύγκρουση παραγωγής και κατανάλωσης κατά κανόνα συγκαλύπτει ερωτήματα διανομής. Το ζήτημα δεν είναι αν γιορτές κατανάλωσης ή ημέρες ευχαριστιών και τα παρελκόμενά τους διατηρούν ή όχι τον χαρακτήρα τελετών συγκομιδής. Το ζήτημα είναι ποιος θερίζει τα θερισμένα, εφόσον βέβαια υπάρχει καλλιέργεια και με ποιους όρους.

Το βράδυ της πρώτης Μαύρης Παρασκευής στην Ελλάδα «πέθανε», μου είπε το άλλο πρωί η μητέρα μου, που είχε σηκωθεί νωρίς γιατί θα πηγαίναμε για αιματολογικές εξετάσεις, ένας συνομήλικός της 90 ετών. Είχαν βέβαια προηγηθεί, σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς, 638 απόπειρες δολοφονίας του, γιατί επρόκειτο για τον Φιντέλ Κάστρο.

 

(πρώτη δημοσίευση: περιοδικό ΧΡΟΝΟΣ, 1 Δεκεμβρίου 2016)

ΧΡΟΝΟΣ #44, 1 Δεκεμβρίου 2016

Δείτε επίσης στην ίδια ενότητα:

«Παραστάσεις πραγματικότητας» (τχ. 43)

«Παγκοσμιοποίηση» (τχ. 39)

«Βραβείο για τοπολογικό πρόβλημα» (τχ. 38)

«Μετά το τέλος του κόσμου» (τχ. 30)

«Ενοποίηση Συνειδήσεων» (τχ. 29)

«Ανία της άνοιας» (τχ. 29)

«Οι αναποφάσιστοι» (τχ. 29)

«Το χρυσό μνημόνιο» (τχ. 28)

 

Ο Γιώργος Χουλιάρας (Εικονομαχικά, 1972, Δρόμοι της μελάνης, 2005, Λεξικό αναμνήσεων, 2013) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και έζησε πολλά χρόνια στη Νέα Υόρκη, ενώ το 2014 τιμήθηκε με το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του.

Yiorgos Chouliaras (Iconoclasm, 1972, Roads of Ink, 2005, Dictionary of Memories, 2013) was born in Thessaloniki and lived for many years in New York. In 2014, he was awarded the Ouranis Prize of the Academy of Athens for his work in its entirety.