ΟΥΡΑΝΟΣ ΑΠΟ ΛΑΜΑΡΙΝΑ

Χρήστος Χρυσόπουλος

ΕΝΑΣ ΣΤΩΙΚΟΣ ΣΤΗΝ ΚΙΝΑ

Υπάρχουν κάποιες πόλεις, κάποια ταξίδια, κάποια τοπία, που η πρώτη επαφή μαζί τους σε εκπλήσσει. Όλα εκεί μοιάζουν διαφορετικά -εχθρικά ή φιλόξενα. Η αντίληψη δυσκολεύεται να βάλει σε τάξη τις σκέψεις που γεννιούνται με καταιγιστική ευκολία και σχεδόν όλες καταλήγουν σε ένα ερωτηματικό. Δεν επιχειρείς να κατανοήσεις, δεν έχεις καν το χρόνο να εκλογικεύσεις. Αισθάνεσαι βαθιά μέσα σου -ανομολόγητα, δίχως διατύπωση- ότι βρίσκεσαι σε μια θέση αλλότρια. Είτε είναι δελεαστική, είτε απωθητική, η θέση αυτή σε διατηρεί σε εγρήγορση και ορίζει το σύνορο του ταξιδιού. Έχεις πλέον διαβεί όποια γραμμή σηματοδοτούσε την αμεριμνησία του γενέθλιου τόπου: έναν μεσημβρινό, ένα συνοριακό συρματόπλεγμα, την κίτρινη γραμμή του ελέγχου διαβατηρίων…

Φτάνοντας στο Πεκίνο η πρώτη επαφή, το πρώτο βήμα, μπορεί να περιγραφεί μόνο ως υποψία. Δεν πρόκειται για φόβο, επιφύλαξη ή απειλή, αλλά για κάτι διττό που παρακάμπτει τη νόηση και πλησιάζει το ένστικτο. Τίποτα δεν μοιάζει εχθρικό εδώ. Ακόμα κι αν κάποιος δεν έχει βρεθεί ποτέ ξανά στην Ασία- τίποτα δεν μοιάζει εντελώς παράξενο. Η Κίνα δεν σηκώνει προφανή εμπόδια στον επισκέπτη. Ακόμα και η γλώσσα, μολονότι ακούγεται εξίσου ακατανόητη με κάμποσες άλλες γλώσσες, δεν σε φέρνει σε αμηχανία. Απλώς τοποθετείται με τάξη ανάμεσα στα πράγματα που δεν κατανοείς όταν βρίσκεσαι πρώτη φορά εδώ: τα ιδεογράμματα, τους τρόπους ευγένειας, το φαγητό, τους αστεϊσμούς… Γρήγορα, όμως, αρχίζεις να υποπτεύεσαι το νόημα κάθε επιγραφής, κάθε περίστασης, κάθε συναλλαγής και η επικοινωνία βρίσκει τρόπο να αποκατασταθεί ανάμεσα στα κενά και τις παρανοήσεις. Κι αμέσως ξεκινάς τη σινική διαδρομή σου μάλλον αστόχαστα.
     Τα πρώτα βήματα στην Κίνα έχουν την ξεγνοιασιά της παιδικής ηλικίας. Το βλέμμα σου γίνεται παιδικό, ελαφρώς αφελές. Ένα μειδίαμα εγκαθίσταται στο πρόσωπο προτρέποντάς σε να διακωμωδήσεις ακόμα και το πλέον τετριμμένο πραγματάκι: ένα αυτοκόλλητο στον στύλο του φαναριού, ένα πεταμένο μπουκάλι αναψυκτικού, ένα ασχημάτιστο σύννεφο. Το Πεκίνο, πρώτα απ’ όλα, σε κάνει παιδί. Ψάχνεις με λαιμαργία για τον επόμενο πωλητή ζαχαρωμένων μήλων. Το βλέμμα σου μαγνητίζεται από τους χαρταετούς - στη χώρα σου είναι παιχνίδι για τα παιδιά. Θέλεις να μάθεις κινέζικο φλάουτο. Συναντάς στο δρόμο μια οικογένεια, κι όπως κρατούν από τα χέρια ανάμεσά τους το μονάκριβο τέκνο τους, εσύ κοιτάς κατάματα το γελαστό μικρό αγόρι πιστεύοντας ότι μόνο εκείνο μπορεί να αναγνωρίσει την ύπαρξή σου, και όχι οι ενήλικοι γονείς του. Καθετί μοιάζει στην αρχή με μια ζαβολιά. Κλέβεις τα ξυλάκια από τα εστιατόρια. Σπρώχνεις λίγο περισσότερο από το επιτρεπτό στο βαγόνι του μετρό. Τρως βιαστικά μια σοκολάτα στο σούπερ μάρκετ και μετά κρύβεις το περιτύλιγμα πίσω από ένα πακέτο ρύζι.
     Το βράδυ κοιμάσαι δίχως όνειρα. Δεν νοσταλγείς.

Ίσως να φταίνε οι φυσιογνωμίες. Μόλις βρεις έναν πολυσύχναστο δρόμο, σπεύδεις να περπατήσεις αντίθετα προς τη ροή των άλλων ανθρώπων. Τα πρόσωπα κατακλύζουν το οπτικό σου πεδίο. Η προοπτική του δρόμου επιπλατύνεται. Πνίγεσαι από βλέμμα σε βλέμμα. Κι όσο περισσότερα πρόσωπα βλέπεις, όσο παραδίνεσαι, τόσο το άνυσμα της αντίληψης αντιστρέφεται: αντί να μοιάζουν ο ένας με το άλλον, οι άνθρωποι γίνονται ολοένα και διαφορετικότεροι. Λες και αποτελούν -ο καθένας τους ξεχωριστά- ένα άλλο είδος.
     Αυτή η πολυμορφία σε σαγηνεύει. Είναι τόσο πλούσια, ώστε σπρώχνει στο περιθώριο οποιαδήποτε άλλη επιθυμία. Τα πρόσωπα στην Κίνα αρκούν. Το ταξίδι μπορεί να γίνει αποκλειστικά στις ανθρώπινες μορφές. Δεν θυμάσαι πλέον τους ναούς που ήθελες να επισκεφτείς, ούτε τις γειτονιές… Το σινικό τοίχος δεν σε ενδιαφέρει. Οι πίνακες που ήθελες να δεις από κοντά είναι άγραφα χαρτιά. Η απαγορευμένη πόλη μπορεί να περιμένει. Ξεχνάς για λίγο τα πρόσωπα των αγαπημένων σου προσώπων.
     Αρκεί να σταθείς ένα πρωί ανάμεσα στους διαβάτες.

Συνεχίζεις, λοιπόν, κι ο χρόνος αποκτά κι εκείνος τον κοσμολογικό ρυθμό της διαδοχής των αυτοκρατόρων. Ακόμα κι αυτόν τον ξεχνάς. Οδηγείσαι έτσι σε μια γλυκιά ασυνειδησία. Το παρόν εδραιώνεται τόσο αμετακίνητα στην παρούσα στιγμή, ώστε τα πάντα -ακόμα και οι πιο βαθιές ανησυχίες, οι πλέον επίμονες εμμονές, η πιο υψιπετής μεταφυσική- όλα λεπταίνουν και ευθυγραμμίζονται ωσότου αποκτήσουν τη μορφή ενός ραβδιού σφηνωμένου στο χώμα.
     Ακριβώς τότε, καθώς το ραβδί καρφώνεται στην επιφάνεια του εδάφους, ένα προαίσθημα αναβλύζει. Ή μάλλον στάζει από ψηλά, σαν όξινη βροχή. Και υποπτεύεσαι ότι όλα όσα συνάντησες εδώ -κι αυτά που νόμιζες γνώριμα, κι αυτά που παρέμειναν με άνεση ακατανόητα- όλα είναι διαφορετικά από αυτό που είχες σκεφτεί. Η Κίνα, ξάφνου, μοιάζει απατηλή. Οι θηριώδεις πολυκατοικίες, κάθε διαμέρισμα, κάθε παράθυρο, λένε ψέματα. Οι γέφυρες πάνω από τις λεωφόρους σε εξαπατούν. Οι κάμερες επιτήρησης κοιτούν αλλού. Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται. Αλλά και τίποτα δεν έχει τελεσίδικη, αληθινή, υπόσταση.
     Τα χρώματα ξεθωριάζουν, ή μάλλον διαβρώνονται από ένα φως που κάνει τα πάντα να φαίνονται μεταλλικά, σκουριασμένα. Ο ουρανός, όταν λάμπει, είναι λαμαρινένιος.

Τι μπορείς να κάνεις τότε για να καθησυχάσεις το μυαλό σου που τρέχει; Αναγκάζεσαι να σταθείς απέναντι στην Κίνα. Ένας άνθρωπος απέναντι σε μια ήπειρο. Δεν υπάρχει άλλη διέξοδος, παρά να πιστέψεις ότι αυτός ο τόπος είναι καθόλα ξένος, ότι δεν ζει στο τώρα, ότι δεν σχετίζεται με τα πράγματα που σε αφορούν, πράγματα άμεσα και κοντινά. Και διαρκώς επαναλαμβάνεις μέσα σου «κοίτα πόσο παράξενα είναι ετούτα», «τι συμβαίνει εδώ;», «γιατί ζουν έτσι;»...
     Για σένα τότε, το ταξίδι έχει ήδη τελειώσει. Απομένει μόνο το αντίστροφο βήμα που θα σε επιστρέψει πίσω στην αρχή. Εκτός κι αν τα μάτια σου συνηθίσουν στο κόκκινο της σκουριάς… Αν η μεταλλική γεύση της Κίνας δεν σε ενοχλεί πλέον στο στόμα… Αν πάψεις να ρωτάς για το αληθινό και το ψεύτικο… 

     Αν ξεπεράσεις την προσμονή.

(Πρώτη δημοσίευση: ΧΡΟΝΟΣ, 26 Απριλίου 2020)

 

ΧΡΟΝΟΣ #71, 26 Απριλίου 2020

Ο Χρήστος Χρυσόπουλος ασχολείται με διαφορετικά είδη λογοτεχνίας (πεζογραφία, δοκίμιο, χρονικό), με τη θεωρία και με τη φωτογραφία. Έχει βραβευτεί με το Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών (2008), το διεθνές βραβείο Balkanika (2015) και το γαλλικό βραβείο Prix Laure Bataillon (2014). Είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Πολιτισμού (ECP) και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Συγγραφέων (SEUA). Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.

Χρήστος Χρυσόπουλος

Christos Chrissopoulos, born in 1968 in Athens, is a novelist and essayist. He has published fourteen books and received a number of grants and awards, including the Academy of Athens Prize in 2008 and the prizes Laure-Bataillon (France, 2013) and Balkanika (2015). His work is available in several languages. 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Τα πρώτα βήματα στην Κίνα έχουν την ξεγνοιασιά της παιδικής ηλικίας. Το βλέμμα σου γίνεται παιδικό, ελαφρώς αφελές. Ένα μειδίαμα εγκαθίσταται στο πρόσωπο προτρέποντάς σε να διακωμωδήσεις ακόμα και το πλέον τετριμμένο πραγματάκι: ένα αυτοκόλλητο στον στύλο του φαναριού, ένα πεταμένο μπουκάλι αναψυκτικού, ένα ασχημάτιστο σύννεφο.