Οι άνθρωποι που έβλεπαν τα τρένα να περνούν

Αντώνης Λιάκος

Κριτική στις προτάσεις του ΙΕΠ για το νέο Λύκειο

Στα πρώτα χρόνια της Επανάστασης των Μπολσεβίκων στη Ρωσία, καταργήθηκαν οι διαφορές πρώτης, δεύτερης και τρίτης θέσης στα τρένα, χωρίς όμως να αλλάξουν τα τρένα. Το αποτέλεσμα ήταν κάποια στιγμή να αρχίσουν να δρομολογούνται για τις νέες ηγετικές ομάδες διαφορετικές αμαξοστοιχίες, γρήγορες και άνετες. Τα παλιά, εξισωτικά και εξισωμένα, αργά τρένα έμειναν για όλους τους υπόλοιπους. Συμπέρασμα; Ο εξισωτισμός είναι διαφορετική πολιτική από τη μείωση των ανισοτήτων, η οποία δεν μπορεί να γίνει χωρίς μια πολιτική εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης.

Η πρόταση του ΙΕΠ για τις αλλαγές στο Λύκειο και την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, θα έλεγε κανείς ότι κινείται στο πνεύμα των προτάσεων του Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία (https://chronos.fairead.net/liakos-porismata-2). Ωστόσο, τα επί μέρους ανατρέπουν αυτή τη διαπίστωση και, δυστυχώς, καθιστούν την πρόταση προβληματική. Οι συμβιβασμοί που επιχειρεί το Υπουργείο δεν βελτιώνουν τις μεταρρυθμίσεις. Μειώνουν τη δυναμική τους και αποδιαρθρώνουν τη λογική τους. Ιδιαίτερα οι πιέσεις των συνδικαλιστών και ορισμένων κομματικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, όσες καλές προθέσεις και να τους αποδώσει κανείς, οδηγούν στις ράγες των παλιών τρένων.

Ο Εθνικός και Κοινωνικός Διάλογος ανέδειξε σε μείζον πρόβλημα την εδώ και δεκαετίες ακύρωση του Λυκείου, την τυχαία και με έλλειψη κάθε λογικής εισαγωγή στο πανεπιστήμιο και τις δραματικές συνέπειες της υποβάθμισης της επαγγελματικής και τεχνολογικής εκπαίδευσης. Συνέπειες που μοιράζονται και στους δύο τύπους Λυκείου. Έστρεψε επομένως την προσοχή του αφενός στον μετασχηματισμό και στην άνοδο του επιπέδου του Λυκείου και αφετέρου στη σύνδεση της εισαγωγής στο πανεπιστήμιο με μια λογική κατανομή των φοιτητών σε ΑΕΙ και ΤΕΙ, αναλόγως των ικανοτήτων και των ενδιαφερόντων τους. Αποτέλεσμα των συζητήσεων ήταν η πρόταση για την αναδιοργάνωση της δομής της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην κατεύθυνση του «4+2», δηλαδή σε ένα τετραετές Γυμνάσιο, όπου θα ολοκληρωνόταν η εγκύκλιος παιδεία, και σε ένα διετές Λύκειο, τόσο Γενικό, όσο και Επαγγελματικό-Τεχνολογικό.

Η παρούσα πρόταση του ΙΕΠ πράγματι επικεντρώνεται στις δύο τελευταίες τάξεις, πράγματι μειώνει ριζικά τον αριθμό των μαθημάτων και τα συγκεντρώνει σε λίγες μαθησιακές ενότητες, πράγματι εισάγει τη δοκιμιακή εργασία και τις δημιουργικές δραστηριότητες, πράγματι καθιερώνει το εθνικό απολυτήριο, από το οποίο εξαρτά την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο. Ωστόσο, μέσα σε μια λογική συμβιβασμών, αποδυναμώνει την πρόταση, την καθιστά προβληματική στην εφαρμογή της, δημιουργεί ανασφάλεια ως προς την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο, κινδυνεύει ακόμη να αποδυναμώσει και τη μορφωτική και εκπαιδευτική αποστολή του Λυκείου – συνεχίζοντας ακριβώς, με άλλη μορφή, τη σημερινή διάλυση.

Πριν προχωρήσω στην ανάλυση να επισημάνω ότι υπάρχουν δυο σχέδια του ΙΕΠ. Το ένα δημοσιεύτηκε στην Αυγή (17.1.17) και το άλλο στάλθηκε στα μέλη της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής. Παραδόξως, το δεύτερο είναι περισσότερο φειδωλό στις πληροφορίες που δίνει για τις προθέσεις του Υπουργείου, από ότι εκείνο της Αυγής (που υπαγορεύτηκε επίσης από το Υπουργείο). Το αντίθετο θα ανέμενε κανείς. Φαίνεται ότι ακόμη τα πράγματα είναι ρευστά, μετά τις πληροφορίες για πιέσεις ακόμα μεγαλύτερης ρευστοποίησης της πρότασης (Εφ. Συν., 20.1.17).

 

1.

Η κατανομή των σχολικών τάξεων σε βαθμίδες της εκπαίδευσης υπηρετεί μια λογική, μια φιλοσοφία για τον χαρακτήρα της εκπαίδευσης σε κάθε ηλικιακή βαθμίδα. Η πρώτη τάξη Λυκείου στην πρόταση του Διαλόγου γινόταν η τέταρτη του Γυμνασίου, προκειμένου να ξεδιπλωθεί ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα εγκύκλιας παιδείας, διευρύνοντας την υποχρεωτική εκπαίδευση. Στη νέα πρόταση μένει εντελώς ξεκρέμαστη (και είναι παράδοξο να ολοκληρώνεται η υποχρεωτική εκπαίδευση στο μέσο μιας εκπαιδευτικής βαθμίδας). Η εκπεφρασμένη «διακομματική» αντίθεση των συνδικαλιστών στο διετές Λύκειο, κρατάει όμηρο μια ολόκληρη σχολική χρονιά και δεν της επιτρέπει να ενταχθεί στον οργανικό σχεδιασμό του Γυμνασίου. 

Το παράξενο είναι ότι η τάξη αυτή εντάσσεται, θεωρητικά, στην εντεκαετή υποχρεωτική εκπαίδευση, αλλά εγκλωβίζεται στον προθάλαμο του διετούς Λυκείου, αντί να συνδεθεί λειτουργικά με το τριετές Γυμνάσιο. (Η πρόταση του Διαλόγου ήταν δωδεκαετής υποχρεωτική εκπαίδευση: 2 χρόνια Νηπιαγωγείο + 6 Δημοτικό + 4 Γυμνάσιο.)

Με την πρόταση που είχε διαμορφωθεί στο πλαίσιο του Εθνικού Διαλόγου προβλεπόταν, παράλληλα με τη διεύρυνση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, και η ριζική αναμόρφωση του προγράμματος του Γυμνασίου, ώστε να ενταχθούν σε αυτό ο τεχνολογικός αλφαβητισμός, η οπτικοακουστική εκπαίδευση, η επιχειρηματικότητα και η πολιτειότητα, να αντιμετωπιστεί ο κατακερματισμός των γνωστικών αντικειμένων, να επιτευχθεί η εξοικείωση με τις τέχνες.

Μέσα από τον δρόμο αυτό θα υποστηρίζονταν οι έφηβοι απόφοιτοι του τετραετούς γυμνασίου, ώστε να γνωρίσουν τις κλίσεις και τις δεξιότητές τους, να αντιληφθούν καλύτερα τις επιθυμίες τους και, σε συνδυασμό με αληθινή υποστήριξη σε θέματα προσανατολισμού και αυτογνωσίας, να μπορέσουν να αποφασίσουν κατά πόσον θα ακολουθήσουν το Γενικό ή το Τεχνολογικό-Επαγγελματικό Λύκειο ή αν θα επιλέξουν κάποια τεχνική σχολή.

Θα μπορούσε μάλιστα να εξετάσει κανείς, εξαιτίας της ταχύτερης πλέον πολιτισμικής ωρίμανσης των παιδιών, να ενταχθεί και η τελευταία τάξη του δημοτικού σε ένα πενταετές γυμνάσιο που θα αποτελούσε έναν γερό κορμό παιδείας.

2.

Καταλαβαίνω βέβαια ότι η πρόταση του Διαλόγου για τετραετές Γυμνάσιο και διετές Λύκειο απαιτεί προετοιμασία διοικητικής και κτηριακής αναδιοργάνωσης, επομένως θα χρειαζόταν μια μεταβατική περίοδος προσαρμογής. Αλλά αυτό σημαίνει ότι μεταβατικά η πρώτη λυκείου θα πρέπει να μπει στον εκπαιδευτικό προγραμματισμό του Γυμνασίου. Διαφορετικά λείπει ο προσανατολισμός, πράγμα που σημαίνει ότι η τάξη καθίσταται νεκρός χρόνος. Στην πρόταση του ΙΕΠ εξαφανίστηκε επίσης ο θεσμός του καθηγητή-συμβούλου, που θα συμβούλευε τα παιδιά, αναλόγως των κλίσεων και των ικανοτήτων τους, να κατευθυνθούν στο Γενικό ή στο Επαγγελματικό Λύκειο.

3.

Είναι σε βάρος και του Γενικού Λυκείου και του Επαγγελματικού Λυκείου η χαλάρωση του Λυκείου (ακούστηκε το σύνθημα «όχι στο σκληρό και ελιτίστικο Λύκειο»). Η «μπουλουκοποίηση της εκπαίδευσης» είναι κοινωνική αδικία απέναντι στα παιδιά και στους δασκάλους που προσπαθούν, δεν σέβεται ούτε και ενθαρρύνει τη διαφοροποίηση σε πορείες ανάλογα με τα ενδιαφέροντα και τις ικανότητες των παιδιών στους δύο τύπους Λυκείου. Άλλωστε το Λύκειο που πρέπει να τελειώσουν όλοι, θέλουν δεν θέλουν, τους ενδιαφέρει ή όχι, δεν μπορεί παρά να είναι ένα σχολείο υποβαθμισμένο, που ο μόνος λόγος για να το παρακολουθήσεις είναι το απολυτήριο που θα σου δώσει – απόλυτη υποβάθμιση δηλαδή.

4.

Στα Πορίσματα του Διαλόγου σχετικά με το διετές Λύκειο, υπήρχε η πρόταση για 2 υποχρεωτικά μαθήματα και 4 επιλεγόμενα, ένα από κάθε κύκλο, πράγμα που με την διαβάθμιση των μαθημάτων εξασφάλιζε μια ισορροπία ανάμεσα στη γενική και την ειδική μόρφωση. Διασφάλιζε ότι θα συνεχιζόταν η γενική καλλιέργεια των παιδιών και ότι αυτά δεν θα εγκλωβίζονταν στη μονομέρεια της μίας ή της άλλης κατεύθυνσης. Λ.χ. εξασφάλιζε ότι ο υποψήφιος γιατρός, στα δύο χρόνια του Λυκείου θα συνέχιζε να μελετάει Ιστορία, ενώ ο αυριανός δικηγόρος ή φιλόλογος θα συνέχιζε επί δύο χρόνια να καλλιεργεί τη μαθηματική του σκέψη. Στην πρόταση του ΙΕΠ, το πρόγραμμα διαφοροποιείται με μια κλιμάκωση από τη δεύτερη στην τρίτη λυκείου, συνεχίζοντας τη λογική του κατακερματισμού και ανοίγοντας παράθυρο στα φροντιστήρια, αφού η τρίτη λυκείου θα αναδειχθεί και πάλι στο πεδίο μάχης της Εισαγωγής, ακυρώνοντας τις προηγούμενες τάξεις.

5.

Αν διατηρηθούν οι εισιτήριες εξετάσεις με τη μορφή που έχουν τώρα, δίπλα στη συμμετοχή του εθνικού απολυτηρίου, η μια μορφή αργά ή γρήγορα θα καταβροχθίσει την άλλη. Εκείνο που χρειάζεται και πρέπει να το πούμε δυνατά, καθαρά και κατηγορηματικά είναι η εγκυρότητα των εξετάσεων μέσα στο Λύκειο. Δεν μπορεί να ξεφύγει από αυτό καμία μεταρρύθμιση.

6.

Για την εγκυρότητα των εξετάσεων χρειάζεται ένα κοινό αποθετήριο, μία βιβλιοθήκη θεμάτων πάνω στα οποία θα εξετάζονται οι μαθητές, και όχι στο τι, πόσο και πώς διδάσκει κάθε καθηγητής. Το αποθετήριο αυτό πρέπει να είναι σωστά φτιαγμένο και σταθμισμένο, προσβάσιμο από όλους τους μαθητές, με τη δυνατότητα των καθηγητών και των καθηγητριών να το εμπλουτίζουν με θέματα. Η περιγραφική αξιολόγηση στις δύο τελευταίες τάξεις δεν έχει νόημα χωρίς τη στάθμιση των ικανοτήτων και τη μαθηματική τους απόδοση, ώστε το απολυτήριο να μπορεί να αποτελέσει πράγματι καθοδηγητικό μέσο εισόδου στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η αρνητική εμπειρία της τράπεζας θεμάτων οφείλεται στον τρόπο κατασκευής και επιβολής της. Αυτός όμως δεν είναι λόγος για να απορριφθεί η ιδέα, αλλά για να κατασκευαστεί σωστά. Χωρίς μια βιβλιοθήκη θεμάτων δεν γίνονται σταθμισμένες εξετάσεις, και χωρίς σταθμισμένες εξετάσεις, αντίο στην εγκυρότητα του απολυτηρίου για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

7.

Είναι αδιανόητο να ισχύσει η σχέση 80/20 μεταξύ προφορικού και γραπτού βαθμού για να διαμορφωθεί ο τελικός βαθμός του εθνικού απολυτηρίου, όπως προβλέπει η πρόταση του ΙΕΠ. Προφανώς και πρέπει να συνυπολογίζεται η προφορική επίδοση, αλλά με τρόπο που δεν θα οδηγήσει τελικά στην πλήρη ακύρωσή της. Γιατί είναι απολύτως βέβαιο ότι με τη σχέση στο 80/20, δεν θα υπάρχει καθηγητής που δεν θα βάλει άριστα στους μαθητές του, ακυρώνοντας έτσι την προφορική αξιολόγηση. Παράλληλα, θα οργιάζουν οι φήμες περί εκμαυλισμού των εκπαιδευτικών και η πίεση που θα τους ασκείται από γονείς και μαθητές θα είναι αφόρητη. Οι απόφοιτοι του Λυκείου δεν μπορούν να μπαίνουν σε πανεπιστημιακές σχολές, αν αυτές δεν φτιαχτούν ορθολογικά. Δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι οι πανεπιστημιακοί, λόγω και της αυτονομίας, θα συναινέσουν σε αυτό, και η εισαγωγή στις σχολές αντί σε τμήματα θα προκαλέσει περισσότερα προβλήματα από όσα θα λύσει. Αντίθετα, η πρόταση του Εθνικού Διαλόγου είναι κινητικότητα εντός του πανεπιστημίου, πρωτεύουσα και δευτερεύουσα ειδικότητα, κοινά πτυχία ανάμεσα σε ειδικότητες.

 

Εν κατακλείδι, είναι ευθύνη της Αριστεράς να αναβαθμίσει τη δημόσια εκπαίδευση και να αναδείξει τον κρίσιμο ρόλο του Λυκείου. Αν αυτό δεν γίνει τώρα, θα γίνει με όρους κοινωνικού δαρβινισμού αύριο. Εκείνο που η Αριστερά ωστόσο δεν δικαιούται, είναι να αφήσει τα παιδιά των δημόσιων σχολείων να στερούνται παιδείας, διότι επιλέγει να ικανοποιήσει όσους τρομάζουν στην ιδέα της αλλαγής που θα τους ξεβολέψει. Η «συναίνεση» είναι αναγκαία, αλλά συναίνεση ποιων; Σέβομαι τον συνδικαλισμό, συγκαταλέγομαι άλλωστε ανάμεσα στους μελετητές της ιστορίας του, αλλά σκοπός του συνδικαλισμού είναι να υπερασπίσει την αξιοπρέπεια των μελών του στις υλικές και τις ηθικές της διαστάσεις. Δεν είναι έργο του να χαράζει εκπαιδευτική πολιτική και να υπαγορεύει μεταρρυθμίσεις. Δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι. Προφανώς το έργο της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης είναι δύσκολο, προφανώς χρειάζονται ελιγμοί και δημιουργία ευρύτερων συναινέσεων, αλλά αυτές πρέπει να έχουν άξονα προπαντός την κοινωνία. Όχι τις κλειστές επαγγελματικές ή πολιτικές ομάδες. Η πειστικότητα ενός εγχειρήματος εξαρτάται από τη συνοχή και τη λειτουργικότητά του, και οι συμβιβασμοί δεν πρέπει να καταλήγουν στην αποδιοργάνωσή του.

Και, για να επιστρέψουμε στην ιστορία της αρχής, η εκπαίδευση –και προπαντός η δημόσια–, χρειάζεται καινούρια και γρήγορα τρένα για όλους και όχι τα εξισωμένα αργόσυρτα. Διαφορετικά, άλλοι θα επιβιβάζονται στα μεν και άλλοι στα δε, με αποτέλεσμα να μεγαλώνουν οι αποστάσεις που τους χωρίζουν από τον τελικό προορισμό τους. Όσοι μπορούν να πληρώσουν, θα επιλέγουν την ιδιωτική εκπαίδευση και κάθε χρονιά τα τμήματα του International Baccalaureate θα πολλαπλασιάζονται. Πώς αλλιώς να το πω; Η κοινωνικοποίηση της φτώχειας, με παγιωμένες κοινωνικές ανισότητες, όπως στην Ελλάδα σήμερα, αποβαίνει σε βάρος εκείνων που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη. Τις αστοχίες της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης δεν θα τις πληρώσουν τα παιδιά του Κολλεγίου και των σχολείων των ελίτ, αλλά τα παιδιά των δημόσιων σχολείων και των λαϊκών τάξεων.

 

(πρώτη δημοσίευση: περιοδικό ΧΡΟΝΟΣ, 22 Ιανουαρίου 2017)

ΧΡΟΝΟΣ #45, 22 Ιανουαρίου 2016

(φωτογραφία: λεπτομέρεια από φωτ. του Daniel Case,
"Port Kent train station", WIKIPEDIA, άδεια CC BY-SA)



Ο Αντώνης Λιάκος γεννήθηκε το 1947 στην Αθήνα. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Στα 1969-73 φυλακίστηκε από τη δικτατορία. Πτυχιούχος στα 1977, συνέχισε με υποτροφία του Ι.Κ.Υ. και του Συμβουλίου της Ευρώπης μεταπτυχιακές σπουδές στην Ιταλία, διδακτορική διατριβή στη νεότερη και σύγχρονη ιστορία στο Α.Π.Θ. (1984). Δίδαξε στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. (1981-1990). Επισκέπτης ερευνητής/καθηγητής στα Πανεπιστήμια Μπέρμιγχαμ, European University Institute (Φλωρεντία), Πρίνστον, Νέας Υόρκης, Σύντνεϋ, École normale supérieure (Παρίσι), Πανεπιστήμιο του Πεκίνου. Συνέβαλε στην ίδρυση του Ι.Α.Κ.Α. στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και συμμετείχε στο πρόγραμμα European Doctorate in the Social History of Europe. Από το 1990 καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει διατελέσει μέλος της Εφορείας των Γ.Α.Κ., της Επιτροπής Ιστορίας της Εθνικής Τράπεζας, των Α.Σ.Κ.Ι., του Ιστορικού Αρχείου του Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι managing editor του περιοδικού Historein/Ιστορείν, πρόεδρος της International Commission for History and Theory of Historiography, διηύθυνε εκδοτικές σειρές Ιστορίας στις εκδόσεις Γνώση, Θεμέλιο και Νεφέλη. Την περασμένη δεκαετία υπήρξε μέλος των ερευνητικών ομάδων NHIST (Writing of National Histories in Nineteenth and Twentieth Century Europe) και CLIOHRES.net (Creating Links and Innovative Overviews for a New History Research Agenda for the Citizens of a Growing Europe). Το ερευνητικό και συγγραφικό έργο αφορά τη νεότερη και σύγχρονη ιστορία και την ιστορία και θεωρία της ιστορίας. Έχει εκδώσει επτά μονογραφίες (από τις οποίες μία μεταφράστηκε στα ιταλικά και μία στα τουρκικά) και έχει δημοσιεύσει πενήντα μελέτες περίπου σε ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά επιστημονικά περιοδικά και ειδικούς τόμους. Αρθρογραφεί συχνά στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο. Το 2012 έλαβε το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου για το βιβλίο του Αποκάλυψη, ουτοπία, ιστορία (Πόλις, 2011). 

Ηλεκτρονική διεύθυνση: aliakos@otenet.gr

Ιστοσελίδες:
www.antonisliakos.gr
http://uoa.academia.edu/AntonisLiakos
http://www.culturahistorica.es/liakos.english.html

Με την πρόταση που είχε διαμορφωθεί στο πλαίσιο του Εθνικού Διαλόγου προβλεπόταν, παράλληλα με τη διεύρυνση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, και η ριζική αναμόρφωση του προγράμματος του Γυμνασίου, ώστε να ενταχθούν σε αυτό ο τεχνολογικός αλφαβητισμός, η οπτικοακουστική εκπαίδευση, η επιχειρηματικότητα και η πολιτειότητα, να αντιμετωπιστεί ο κατακερματισμός των γνωστικών αντικειμένων, να επιτευχθεί η εξοικείωση με τις τέχνες.

Προφανώς το έργο της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης είναι δύσκολο, προφανώς χρειάζονται ελιγμοί και δημιουργία ευρύτερων συναινέσεων, αλλά αυτές πρέπει να έχουν άξονα προπαντός την κοινωνία. Όχι τις κλειστές επαγγελματικές ή πολιτικές ομάδες. Η πειστικότητα ενός εγχειρήματος εξαρτάται από τη συνοχή και τη λειτουργικότητά του, και οι συμβιβασμοί δεν πρέπει να καταλήγουν στην αποδιοργάνωσή του.

Η εκπαίδευση χρειάζεται καινούρια και γρήγορα τρένα για όλους και όχι τα εξισωμένα αργόσυρτα. Διαφορετικά, άλλοι θα επιβιβάζονται στα μεν και άλλοι στα δε, με αποτέλεσμα να μεγαλώνουν οι αποστάσεις που τους χωρίζουν από τον τελικό προορισμό τους.