Από εκδότη σε εκδότη:

6. Αντώνης Καρατζάς (Πρόεδρος & Διευθύνων Σύμβουλος της Νομικής Βιβλιοθήκης, πρόεδρος του ΟΣΔΕΛ)

Π. Δουβίτσας: Κύριε Καρατζά, το ποσό που δίνει το κράτος για τη διανομή συγγραμμάτων στους φοιτητές θεωρείτε ότι είναι μεγάλο ή όχι;

Α. Καρατζάς: Για το ακαδημαϊκό έτος 2017-2018 έχουμε 42.850 εισακτέους στα Πανεπιστήμια και 26.640 στα ΤΕΙ. Δηλαδή συνολικά έχουμε 69.490 εισακτέους. Εάν συνυπολογίσουμε και τους φοιτητές των προηγούμενων ετών, αθροίζονται περίπου 140.000 φοιτητές, στους οποίους διανέμεται ένα κονδύλι της τάξης των 50 εκ. ευρώ ή περίπου 357 ευρώ ετησίως ανά φοιτητή για την πλήρη κάλυψη των αναγκών του σε διδακτικά εγχειρίδια. Δεδομένης της υψηλής ποιότητας των συγγραμμάτων που διανέμονται –πολλά εκ των οποίων είναι ακριβές μεταφράσεις από τα καλύτερα εγχειρίδια του εξωτερικού– καθώς και της αξίας που προσθέτουν στο επίπεδο σπουδών, το ποσό των 357 ευρώ ανά φοιτητή που διαθέτει η ελληνική πολιτεία σε ετήσια βάση είναι προφανώς λίγο και απέχει μακράν από τον μέσο όρο κόστους ανά φοιτητή στις χώρες της ΕΕ.

 

Π.Δ.: Υπάρχει τρόπος να μειωθεί το ποσό αυτό, χωρίς να πέσει η ποιότητα του υλικού που λαμβάνουν οι φοιτητές;

Α.Κ.: Η συνετή διαχείριση του δημόσιου χρήματος δεν ήταν ποτέ από τα δυνατά σημεία του ελληνικού κράτους. Η απάντηση για το αν μπορεί να μειωθεί αυτό το κονδύλι χωρίς έκπτωση στην ποιότητα είναι κατηγορηματικά θετική αρκεί να γίνουν δύο πράγματα. Πρώτον να υπάρξει ειλικρινής διάθεση από πλευράς ΥΠΕΠΘ να ακούσει τις προτάσεις του ΣΕΕΒΙ και των εκδοτών που έχουν την εμπειρία αλλά και διάθεση εξορθολογισμού κάθε δαπάνης που μπορεί να αποφευχθεί και δεύτερον να υπάρξει πραγματική πολιτική βούληση της Πολιτείας να προχωρήσει στις προτάσεις που θα κατατεθούν. Αν γίνουν αυτά, θα εκπλαγούν οι πάντες από τα ποσά που θα εξοικονομηθούν.

 

Π.Δ.: Θεωρείτε ότι η διανομή συγγραμμάτων στη χώρα μας είναι απαραίτητη ή όχι; Γιατί; Τι θα έπρεπε να γίνει πρωτού αλλάξει κάτι στο υπάρχον σύστημα –πάντα στο πλαίσιο της Ελλάδας– και ποιες αλλαγές θα βελτίωναν την πρόσβαση των φοιτητών στη γνώση;

Α.Κ.: Δεδομένων των χρόνιων ελλείψεων σε υποδομές όπως διδακτικές αίθουσες και ενημερωμένες βιβλιοθήκες, η διανομή διδακτικών συγγραμμάτων είναι «δωρεάν» σε εισαγωγικά. Η πολιτεία με τη διανομή συγγραμμάτων αντισταθμίζει παροχές σε υποδομές που θα έπρεπε υποχρεωτικά να χρηματοδοτήσει με πολλά επιπλέον χρήματα. Έχουν γίνει μελέτες για αυτό, τις οποίες ελπίζω να γνωρίζει η εκάστοτε ηγεσία του ΥΠΕΠΘ. Άρα, μέχρι να υπάρξουν αυτές οι υποδομές, η διανομή συγγραμμάτων είναι απαραίτητη. Στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, για το τι θα έπρεπε να αλλάξει στο υπάρχον σύστημα, κατά σειρά προτεραιότητας θα έθετα: πρώτον την εξοικονόμηση σημαντικών πόρων που ρεαλιστικά μπορούν να εξοικονομηθούν μέσα από την ενδυνάμωση του ελεγκτικού ρόλου και των αρμοδιοτήτων της υφιστάμενης επιτροπής αξιολόγησης συγγραμμάτων, δεύτερον τη διάθεση των εξοικονομούμενων πόρων στην αναβάθμιση των βιβλιοθηκών και την πρόσληψη του απαραίτητου προσωπικού και τέλος τον ύστατο και ουσιαστικής σημασίας ρόλο της πολιτείας που είναι όχι μόνο ο ποσοτικός –που θα έχει εξασφαλιστεί με τα παραπάνω– αλλά ο ποιοτικός έλεγχος των υπό διανομή συγγραμμάτων, μια διαδικασία που απαιτεί θάρρος, καθαρή πολιτική ατζέντα και βεβαίως τη γενναία συνδρομή των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.

 

Π.Δ.: Πολλοί –κατά τη γνώμη μου μη επαρκώς ενημερωμένοι– θεωρούν, για παράδειγμα, ως «λύση» εξοικονόμησης χρημάτων τη μετάβαση στο ηλεκτρονικό σύγγραμμα. Πέραν από τις πολλές και σοβαρές συνέπειες που έχουν ήδη μελετηθεί παγκοσμίως και αφορούν τη μείωση της απόδοσης των φοιτητών με τη μελέτη ενός κειμένου σε οθόνη αντί σε χαρτί, αν δούμε το ζήτημα αυτό από καθαρά οικονομική πλευρά, τι θα θέλατε να παρατηρήσετε;

Α.Κ.: Εάν δούμε την απάντηση σε απόλυτα νούμερα κόστους «έντυπο vs ηλεκτρονικό βιβλίο» δεν αντιλαμβάνομαι γιατί –όπως υποστηρίζεται από κάποιους, προφανώς όχι ανιδιοτελώς– το ηλεκτρονικό βιβλίο μπορεί να είναι φθηνότερο του εντύπου. Αφενός για την πρόσβαση σε αυτό είναι απαραίτητη η αγορά και συντήρηση καλής ποιότητας hardware, μια και μιλάμε για ανάγνωση και όχι κατανάλωση περιεχομένου, αφετέρου το ηλεκτρονικό βιβλίο υπόκειται στους ίδιους κανόνες με το έντυπο για την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων, αφού ο κόπος και το κόστος για την παραγωγή του είναι ακριβώς ο ίδιος με του εντύπου πλην του κόστους εκτύπωσης και διανομής, που είναι μόνο το 15%-20% του συνολικού κόστους του βιβλίου. Το κόστος αυτό –εύλογα δεν γνωρίζει ο περισσότερος κόσμος– δεν εξοικονομείται στην περίπτωση του ηλεκτρονικού βιβλίου, αλλά αντισταθμίζεται με τη δημιουργία, συντήρηση και εξέλιξη των ηλεκτρονικών πλατφορμών διαχείρισης και διανομής περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένου του εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού που εργάζεται σε αυτές.

Συνεπώς είναι μύθος ότι το ηλεκτρονικό βιβλίο είναι φθηνότερο του εντύπου και η μεγαλύτερη απόδειξη για αυτό είναι ότι τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς οι τιμές των επιστημονικών συγγραμμάτων είναι ίδιες είτε σε έντυπη είτε σε ηλεκτρονική μορφή.

Προσωπικά, πέραν του οικονομικού σκέλους που αφορά στην ερώτηση «έντυπο vs ηλεκτρονικό», για ένα πράγμα είμαι σίγουρος: Κανείς από όλους αυτούς τους «εκσυγχρονιστές» επαΐοντες που διατρανώνουν τα πλεονεκτήματα του ηλεκτρονικού βιβλίου δεν έχει ποτέ του αναγνώσει έστω και δέκα συνεχόμενες σελίδες οποιουδήποτε επιστημονικού συγγράμματος. Ας το κάνουν για δοκιμή στον εαυτό τους να καταλάβουν τι επιφυλάσσουν στη νέα γενιά για «χάρη» της.

(πρώτη δημοσίευση: περιοδικό ΧΡΟΝΟΣ, 28 Αυγούστου 2017)

 

ΧΡΟΝΟΣ #52, 23 Αυγούστου 2017

Με τις υπερβολικές καθυστερήσεις στις πληρωμές του Υπ. Παιδείας για τα συγγράμματα (που μετρούν ήδη δυόμισι εξάμηνα) οι εκδότες επιστημονικών βιβλίων, ένας κλάδος του εκδοτικού χώρου που μέχρι στιγμής δεν είχε επηρεαστεί ιδιαίτερα από την κρίση, βρίσκονται πια σε σοβαρό κίνδυνο. Με αφορμή την πρώτη επιστολή του ΣΕΕΒΙ στις 23/6 και την πιο πρόσφατη «ύστατη έκκλησή» του προς τον πρωθυπουργό, στις 24/7 ο Π. Δουβίτσας (εκδ. Νεφέλη / fairead.net) συνομιλεί με συναδέλφους του.

Tο ποσό των 357 ευρώ ανά φοιτητή που διαθέτει η ελληνική πολιτεία σε ετήσια βάση είναι προφανώς λίγο και απέχει μακράν από τον μέσο όρο κόστους ανά φοιτητή στις χώρες της ΕΕ.

Ο κόπος και το κόστος για την παραγωγή του ηλεκτρονικού είναι ακριβώς ο ίδιος με του εντύπου πλην του κόστους εκτύπωσης και διανομής, που είναι μόνο το 15%-20% του συνολικού κόστους του βιβλίου. Το κόστος αυτό –εύλογα δεν γνωρίζει ο περισσότερος κόσμος– δεν εξοικονομείται στην περίπτωση του ηλεκτρονικού βιβλίου, αλλά αντισταθμίζεται με τη δημιουργία, συντήρηση και εξέλιξη των ηλεκτρονικών πλατφορμών διαχείρισης και διανομής περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένου του εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού που εργάζεται σε αυτές.