Το γλωσσικό παιχνίδι: Μια διαρκής επινόηση

— Λένα Καλλέργη

Μια σειρά συνεντεύξεων για τη γλώσσα, με συγγραφείς και όχι μόνο. Μια μελέτη σε εξέλιξη για τον μοναδικό ίσως θεσμό οικουμενικότητας. Καθένας κάθε στιγμή μετέχει με τις λέξεις του σε μια οντότητα ανοιχτή στη μεταβολή. Ποιος εκφέρει, πώς και γιατί. Συνέντευξη-επιμέλεια, Μαρία Κουλούρη

Μαρία Κουλούρη: Ποια είναι τα στοιχεία που απαρτίζουν ένα γλωσσικό σύστημα; Είναι οικουμενικά; Πώς ορίζεται η ταυτότητα της κάθε γλώσσας;

Λένα Καλλέργη: Ένα γλωσσικό σύστημα αποτελείται από έννοιες και από ήχους, ή φθόγγους, τους οποίους χρησιμοποιούν οι άνθρωποι για να επικοινωνήσουν. Η γλωσσολογία μελετά τα γλωσσικά συστήματα, τα στοιχεία που τα απαρτίζουν και τις σχέσεις μεταξύ τους.

Κάθε ομιλητής μιας συγκεκριμένης γλώσσας έχει εσωτερικεύσει το γραμματικό σύστημά της, που αποτελείται από στοιχεία φωνολογικά, γραμματικά, συντακτικά, λεξιλογικά, και τους κανόνες που συνδέουν τα στοιχεία αυτά μεταξύ τους. Αυτά τα στοιχεία και οι κανόνες φτιάχνουν την ταυτότητα μιας γλώσσας. 

Σε κάθε γλώσσα, η χρήση ενός μικρού αριθμού ήχων (φθόγγων) μπορεί να παράγει άπειρα νοήματα (έννοιες). Αντίστοιχα, όταν γνωρίζουμε τους γραμματικούς κανόνες μιας γλώσσας, μπορούμε να παράγουμε άπειρο αριθμό προτάσεων στη γλώσσα αυτή. 

Αυτά ισχύουν γενικά για τις γλώσσες των ανθρώπων, είναι δηλαδή οικουμενικά χαρακτηριστικά των γλωσσικών συστημάτων. Από εκεί και πέρα υπάρχουν πολλές και ποικίλες διαφορές ανάμεσα στις διαφορετικές γλώσσες, αλλά και πολλές διαφοροποιήσεις του εκάστοτε γλωσσικού συστήματος. Σκεφτείτε μόνο τους διαφορετικούς τρόπους που θα χρησιμοποιήσει ένας χρήστης τα Νέα Ελληνικά προφορικά ή γραπτά, σε επίσημη ή ανεπίσημη περίσταση, όταν απευθύνεται σε διαφορετικό ακροατήριο κτλ. 

 

Μ.Κ.: Τί εννοούμε όταν λέμε ότι η γλώσσα είναι ένας ζωντανός οργανισμός; Από τί εξαρτάται η ζωντάνια αυτή;

Λ.Κ.: Λέμε ότι μια γλώσσα είναι ζωντανός οργανισμός γιατί εξελίσσεται και αλλάζει με το πέρασμα του χρόνου, όπως εξελίσσονται και αλλάζουν οι ομιλητές της. Η γλώσσα αλλάζει μορφές, λέξεις χάνονται ή καινούριες προστίθενται, αλλοιώνεται η σύνθεση, η προφορά και το νόημά τους, αναλόγως με τις ανάγκες των χρηστών τους. Οι γραμματικοί και συντακτικοί κανόνες επίσης τροποποιούνται. Στοιχεία άλλων γλωσσών ενσωματώνονται σε μια προϋπάρχουσα γλώσσα και την επηρεάζουν. Γι’ αυτό και τα λεξικά αναθεωρούνται τακτικά, για να είναι ενημερωμένα για τρέχουσες χρήσεις της γλώσσας και να σημειώνουν ότι κάποιες χρήσεις και έννοιες είναι πλέον ιστορικές, αν δεν τις αφαιρέσουν εντελώς. 

Όταν μια γλώσσα είναι μόνο προφορική και δεν υπάρχουν γραπτά κείμενά της, πεθαίνει όταν πεθάνει και ο τελευταίος ομιλητής της – έτσι έχουν εξαφανιστεί πολλές γλώσσες με το πέρασμα των χρόνων, και γίνονται προσπάθειες να καταγραφούν όσες προφορικές γλώσσες απομένουν στον πλανήτη για να μην εξαφανιστούν κι αυτές. Μια γλώσσα που δεν μιλιέται πια αλλά υπάρχουν γραπτά κείμενα μπορεί να αναβιώσει αν έτσι αποφασίσει μια ομάδα ανθρώπων, όπως έγινε με την ουαλική, για παράδειγμα. Η ζωντάνια, λοιπόν, μιας γλώσσας, εξαρτάται σίγουρα από τη χρήση της, δηλαδή από τον αριθμό των ομιλητών της και από την οικονομική και πολιτική ισχύ τους, γιατί μέσω αυτών μπορούν να αυξήσουν τον αριθμό τους.

Υπάρχουν και οι γλώσσες όπως τα Αρχαία Ελληνικά και τα Λατινικά, που ακόμα διδάσκονται και χρησιμοποιούνται ευρέως μέσα από τα γραπτά κείμενα. Οι γλώσσες αυτές εξακολουθούν να έχουν πολύ σημαντική παρουσία στις ζωές πολλών ανθρώπων, αλλά δεν είναι πια μητρικές γλώσσες κανενός, δηλαδή δεν έχουν φυσικούς ομιλητές, γι’ αυτό θεωρούνται νεκρές. 

 

Μ.Κ.: Τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο, υπάρχει κάποια σύνδεση της μνήμης με τη γλώσσα;

Λ.Κ.: Η γλώσσα και η μνήμη είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με πολλούς και πολύπλοκους τρόπους. Αυτό που ονομάζουμε μνήμη, βέβαια, δεν είναι μία αυστηρά καθορισμένη και πλήρως γνωστή λειτουργία, αλλά ένα σύνολο λειτουργιών που βρίσκονται υπό μελέτη και εξερεύνηση.

Ένας απλός τρόπος για να συνειδητοποιήσουμε μία παράμετρο της σύνδεσης της γλώσσας με τη μνήμη είναι να σκεφτούμε πώς θα μιλούσαμε αν ξαφνικά ξεχνούσαμε το λεξιλόγιο, τους κανόνες και τις συμβάσεις της γλώσσας μας. Η μνήμη είναι απαραίτητη τόσο για να παράγουμε λόγο όσο και για να τον κατανοήσουμε. Αυτό το καταλαβαίνουμε ακόμα καλύτερα όταν προσπαθούμε να μάθουμε μια ξένη γλώσσα. 

Πέρα από τη χρήση των λειτουργιών της μνήμης για να μπορέσουμε να μιλήσουμε σε μια γλώσσα, η χρήση της γλώσσας μπορεί να επηρεάσει τη λειτουργία της μνήμης με πολλούς τρόπους, πρόκειται δηλαδή για σχέση αμφίδρομη – μπορεί, για παράδειγμα, να δημιουργήσει εικόνες, συναισθήματα, συνδέσεις που θα αποθηκευτούν στη μνήμη. 

Σε συλλογικό επίπεδο, ενδεικτικά θα αναφέρω ότι κάθε γλώσσα κουβαλά μέσα της στοιχεία της ιστορίας και του παρελθόντος ενός λαού ή πολιτισμού – λέμε συχνά ότι η γλώσσα είναι η «μνήμη» της ομάδας ανθρώπων που τη μοιράζονται. 

 

Μ.Κ.: Αλληλοεξαρτώνται και πώς ο γραπτός και ο προφορικός λόγος; Για παράδειγμα, η απλοποίηση της ορθογραφίας επηρέασε την προφορικότητα της ελληνικής γλώσσας;

Λ.Κ.: Ο προφορικός λόγος προηγείται του γραπτού και είναι σημαντικότερος από αυτόν. Προηγείται ιστορικά, γιατί πρώτα μίλησαν οι άνθρωποι και πολύ αργότερα ανέπτυξαν συστήματα γραφής. Επίσης, υπάρχουν πολλές γλώσσες που είναι μόνο προφορικές, ακόμα και σήμερα. Προηγείται και βιολογικά: ο άνθρωπος πρώτα μαθαίνει να μιλάει και μετά να γράφει. Επίσης, άνθρωποι που δεν έμαθαν ποτέ να διαβάζουν και να γράφουν θεωρούνται άριστοι χρήστες της μητρικής τους γλώσσας. Τα συστήματα γραφής που ανέπτυξαν διάφοροι πολιτισμοί είναι όλα βασισμένα σε στοιχεία του προφορικού λόγου. 

Στη σημερινή εποχή, σε πολλές γλώσσες, όπως και στην ελληνική, δεν υπάρχει απόλυτη αντιστοιχία ανάμεσα σε αυτό που γράφουμε και αυτό που προφέρουμε, ανάμεσα στο γράμμα και στον φθόγγο. Αυτό συμβαίνει για ιστορικούς λόγους και δεν σημαίνει ότι η ύπαρξη ενός γράμματος δεν προϋποθέτει και την ύπαρξη φθόγγου, έστω κι αν αυτός έχει απλοποιηθεί ή έχει αλλάξει με το πέρασμα των χρόνων. Η ορθογραφία που χρησιμοποιούμε σήμερα στη νεοελληνική γλώσσα δεν είναι ιδιαίτερα απλοποιημένη - σε άλλες γλώσσες, όπως πχ. στην ισπανική, απλοποιήθηκε η ορθογραφία με τρόπο που να υπάρχει σχεδόν απόλυτη αντιστοιχία μεταξύ φθόγγων και γραμμάτων. Τελευταία, γίνεται λόγος για ανάγκη απλοποίησης και της νεοελληνικής ορθογραφίας, κάτι που με βρίσκει αντίθετη, γιατί έτσι θα χανόταν σημαντικό μέρος της πληροφορίας για την ιστορική πορεία της λέξης. Η προφορά, πάντως, θα έμενε η ίδια.

 

Μ.Κ.: Ποια η δύναμη της γλώσσας μπροστά στην κατακλυσμιαία χρήση των εικόνων; Η διαρκής εξέλιξη της τεχνολογίας αποτελεί απειλή;

Λ.Κ.: Οι εικόνες είναι κι αυτές ένα είδος γλώσσας, δηλαδή ένα σύστημα επικοινωνίας με τους δικούς του κανόνες, τα σύμβολα και τις έννοιές του. Αν, σήμερα, χρησιμοποιούνται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό εικόνες, εκεί που παλιότερα θα είχαμε γραπτό ή προφορικό λόγο, αυτό σημαίνει σίγουρα μια σημαντική αλλαγή για τον τρόπο που επικοινωνούμε. Αυτές οι αλλαγές έχουν παρατηρηθεί και γίνονται διαρκώς αντικείμενο μελέτης. Σίγουρα οι αλλαγές «απειλούν» τον τρόπο που γίνονταν τα πράγματα παλιότερα και σίγουρα κάποιες μορφές, πρακτικές ή τρόποι χάνονται. Συχνά, όμως, εμφανίζεται στη θέση τους κάτι καινούριο. Ίσως να είμαι επηρεασμένη από το ότι η γλωσσολογία είναι περιγραφική/αναλυτική επιστήμη και όχι ρυθμιστική, αλλά δεν συνηθίζω να αισθάνομαι κίνδυνο ή απειλή από τις αλλαγές στους τρόπους επικοινωνίας. Ούτε θεωρώ ότι η εξέλιξη της τεχνολογίας αποτελεί απειλή. Στη μετάφραση, για παράδειγμα, που είναι ένας χώρος στον οποίο εργάζομαι την τελευταία δεκαετία, οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν φέρει δραματικές αλλαγές. Πάντα όμως θα χρειάζεται ο ανθρώπινος παράγοντας, ο άνθρωπος μεταφραστής, όσο αυτοματοποιημένα κι αν γίνονται μερικές μεταφράσεις. Δεν νομίζω, λοιπόν, ότι ο γραπτός και προφορικός λόγος θα «εξαφανιστεί» από τις εικόνες. 

 

Μ.Κ.: Σε προσωπικό επίπεδο, οι σπουδές στη γλωσσολογία έχουν επηρεάσει την ποιητική πράξη;

Λ.Κ.: Οι σπουδές μου στη γλωσσολογία με έχουν επηρεάσει σε όσα κάνω γιατί μου έδωσαν νέους τρόπους να παρατηρώ και να αναλύω τη γλώσσα σε όλα τα περιβάλλοντά της. Πρώτα, όμως, ήρθε η αγάπη και η σχέση με την ποίηση, και πολύ αργότερα η περιέργεια και το ενδιαφέρον για τη γλωσσολογία. Η ποίηση με οδήγησε (και) στη γλωσσολογία, γιατί, μεταξύ άλλων, ήθελα να μάθω όσο περισσότερα μπορούσα για τη γλώσσα, που μπορεί να κάνει όλα αυτά τα θαυμάσια πράγματα, όπως, για παράδειγμα, λογοτεχνία. 

Όλα όσα διαβάζω, μαθαίνω, όσα έχω κατά καιρούς σπουδάσει, όσα βιώνω και κάνω καθημερινά, επηρεάζουν με τον τρόπο τους την ποιητική πράξη και, συχνά, βρίσκουν τον δρόμο τους μέχρι τα ποιήματα.

 

(πρώτη δημοσίευση: περιοδικό ΧΡΟΝΟΣ, 22 Φεβρουαρίου 2018)

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΧΡΟΝΟΣ #58, 22 Φεβρουαρίου 2018

Η Λένα Καλλέργη γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στη Νέα Αρτάκη Εύβοιας. Σπούδασε βιολογία στην Πάτρα και γλωσσολογία στην Αθήνα και στο Λάνκαστερ της Αγγλίας, όπου έκανε μεταπτυχιακό και διδακτορικό. Έγραψε τα βιβλία ποίησης Κήποι στην άμμο (Γαβριηλίδης, 2010 –  μικρή λίστα βραβείων «Διαβάζω», βραβείο πρωτοεφανιζόμενου ποιητή «Μαρία Πολυδούρη») και Περισσεύει ένα πλοίο (Γαβριηλίδης, 2016 – μικρή λίστα βραβείων «Ο Αναγνώστης», βραβείο Κύκλου Ποιητών για καλύτερη δεύτερη ποιητική συλλογή) και συμμετείχε στα συλλογικά, πειραματικά βιβλία ποίησης Ομάδα Από Ποίηση (Γαβριηλίδης, 2010) και Ομάδα Από Ποίηση ΙΙ: Υπέρ Ονειρίας (Γαβριηλίδης, 2012). Έχει μεταφράσει ποίηση των Giacomo Leopardi (Η νύχτα απομένει, Γαβριηλίδης, 2013), Luis Cernuda, Robert Duncan, Elizabeth Bishop, Marianne Moore, κ.α. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.

Λέμε ότι μια γλώσσα είναι ζωντανός οργανισμός γιατί εξελίσσεται και αλλάζει με το πέρασμα του χρόνου, όπως εξελίσσονται και αλλάζουν οι ομιλητές της. Η γλώσσα αλλάζει μορφές, λέξεις χάνονται ή καινούριες προστίθενται, αλλοιώνεται η σύνθεση, η προφορά και το νόημά τους, αναλόγως με τις ανάγκες των χρηστών τους. Οι γραμματικοί και συντακτικοί κανόνες επίσης τροποποιούνται. Στοιχεία άλλων γλωσσών ενσωματώνονται σε μια προϋπάρχουσα γλώσσα και την επηρεάζουν.