Who’s afraid of the big bad wolf

Κατερίνα Αθανασίου

Στοιχεία για την άσκηση του α΄ εργαστηρίου γλυπτικής, Νοέμβριος 2016, Α΄ μέρος

Τη στιγμή που η ιστορία ξεκινά κάνει την εμφάνισή της

Η λήθη, κατάσταση κατά την οποία χαλαρώνουν οι δεσμοί

με την πραγματικότητα. Όταν «κάτι» επιδρά ώστε να παρασύρει το υποκείμενο σε μια φαντασιακή ροή παραστάσεων με προαιώνια γενεαλογία εικόνων και κωδίκων που εντέλει αποτελούν τον όρο της επικοινωνίας και της συνεννόησης.

Η λήθη σε συμπαρασύρει μέσω μιας εκ νέου αφήγησης σε μια αόρατη παράσταση με βαθιές ρίζες στο χρόνο που αποτελεί εντέλει τον όρο της συνεννόησης/συνένωσης με τις εικόνες και τους κώδικες που διατρέχουν τον πολιτισμό μας.

Η αφήγηση του παραμυθιού είναι ένα από τα εργαλεία της.


[Osamu Yokonami]

Εργαλείο που χρησιμοποιεί και ο κακός λύκος για να παρασύρει σε μια άλλη κατάσταση: Για λίγο ακόμη περπάτησε στο πλάι της κοκκινοσκουφίτσας και μετά άρχισε να της λέει: «Κοκκινοσκουφίτσα, κοίταξε τι ωραία λουλούδια υπάρχουν στο δάσος. Μα γιατί δεν τα κοιτάς; Έχω την εντύπωση ότι ούτε καν ακούς το όμορφο κελάηδημα των πουλιών! Εσύ περπατάς σαν να είσαι στο δρόμο για το σχολείο, ενώ είναι τόσο όμορφα στο δάσος».

 

Μέσω του λόγου, η φωνή, 

[ερμηνεύει το χρόνο] ως τη δραστική φυσική αρχή που κυβερνά τη μνήμη και τη λήθη. Πρόκειται για την αιτία της λήθης και η λήθη [αποτελεί εξίσου] την αιτία της μνήμης.

Η Κοκκινοσκουφίτσα - (Little Red Ridinghood)

Ένας κώδικας επιβίωσης που περνά από γενιά σε γενιά μέσα από διαφορετικές προφορικές εκδοχές του μύθου.

(ένας συμβιβασμός ανάμεσα στον κίνδυνο και τον κανόνα)

συνήθως ξεκινά ως αφήγηση

η ανάγνωση έπεται 

Όπως όμως θα δούμε στο παρακάτω απόσπασμα, η ομιλία προξενεί βία. Οφείλει να γοητεύσει για να προκαλέσει τη λήθη που θα επιτρέψει στη μνήμη να μπορέσει να συγκρατήσει ό,τι πρέπει να διδαχθούν οι άνθρωποι από αυτά που το παραμύθι συνιστά.

Στο βιβλίο του The Varieties of Enchantment (Οι ποικιλίες της σαγήνης), ο George B. Walsh, στην ανάλυσή του για τον Πίνδαρο (522–442 π.Χ.), αναφέρει (σελ. 41): «Εάν η σιωπή μπορεί να είναι κατάλληλη για τους σκοπούς της, τότε οι σκοποί της θα πρέπει να προσομοιάζουν με “αόρατα πράγματα”, επειδή αυτά παραμένουν κατά τρόπο φυσικό ξεχασμένα και μπορούν μονάχα να γίνουν γνωστά [να αναδυθούν] εάν η ομιλία προξενεί βία στη φύση».
Είναι βίαιο το να αρχίσεις να μιλάς σε κάποιον, είναι επιθετικό: του φανερώνεις μια τυχαία όψη, μια άλλη όψη του φυσικού Κόσμου, ή ακόμη και την ίδια που μοιράζεσαι σιωπηλά μαζί του, πλην όμως παραμορφωμένη από ένα Εγώ που ομιλεί. Οφείλεις λοιπόν, έστω και ανάλαφρα, να τον σαγηνεύσεις, ακόμη και σε τελευταία ανάλυση με την ευγένεια του Λόγου και μόνο, με τον τόνο της φωνής και τη φυσικότητα – εναρμονίζοντας τη βίαιη παραβίαση της φύσης με το «ακίνητο» μέρος του Είναι που η συνάντηση με τον άλλο έχει ως πλαίσιο αναφοράς.
Και στη σελ. 44, ο Walsh σημειώνει: «[…] το άριστο στην ποιητική τέχνη είναι η γνώση του καιρού –[του επίκαιρου, του κατάλληλου προς θάνατο για το σώμα σημείο]– επειδή ο καιρός ερμηνεύει το γνώμονα της καταλληλότητας που προηγείται κατά ποικίλους τρόπους της αλήθειας». Και συνεχίζει: «Παρόλο που ο ποιητής δεν μπορεί να αντιληφθεί άμεσα τον καιρό των αξιομνημόνευτων πράξεων, μπορεί ωστόσο να ανιχνεύσει την παρουσία του Θεού και να μειώσει τον κίνδυνο της ομιλίας κατ’ άλλους τρόπους». Και συνοψίζει (σελ. 49), «[ότι ο ποιητής] διδάσκει τους ανθρώπους να γίνουν “αυτοί που είδαν” το είδος των ανθρώπων που συνιστούν. Αναγνωρίζει δε ένα απόλυτο όριο στην επιρροή του: οι άνθρωποι συλλαμβάνουν το νόημά του μόνο μέχρι το σημείο που η ίδια η φύση τους τούς το επιτρέπει. Και ο Πίνδαρος είναι ένας δάσκαλος της αρετής, η αρετή όμως που διδάσκει δεν είναι διδακτέα. […] Στον Πρώτο Πυθιόνικο [ερμηνεύει το χρόνο] ως τη δραστική φυσική αρχή που κυβερνά τη μνήμη και τη λήθη. Πρόκειται για την αιτία της λήθης και η λήθη [αποτελεί εξίσου] την αιτία της μνήμης».

 

Το παραμύθι: H Κοκκινοσκουφίτσα (Little Red Riding hood)

Η Κοκκινοσκουφίτσα είναι χαρακτήρας του ομώνυμου παραμυθιού στο οποίο ένα κοριτσάκι έρχεται αντιμέτωπο με τον κακό λύκο.

Το παραμύθι

Στο παραμύθι η Κοκκινοσκουφίτσα, ένα κοριτσάκι με κόκκινο παλτό με σκούφο, πηγαίνει φαγητό στη γιαγιά της στο δάσος. Ο κακός λύκος τη συναντά και προσπαθεί να την καθυστερήσει, δείχνοντάς της ένα λιβάδι με λουλούδια για να πάει μερικά στη γιαγιά της. Έτσι, ο λύκος φτάνει πρώτος στη γιαγιά της, την τρώει, μα λόγω της τρομερής του πείνας την καταπίνει ζωντανή. Έπειτα, ο λύκος στήνει παγίδα στην Κοκκινοσκουφίτσα μεταμφιεσμένος ως η γιαγιά της. Η Κοκκινοσκουφίτσα φτάνει και ο λύκος την καταπίνει και αυτή. Στο τέλος, όμως, ένας περαστικός κυνηγός φτάνει πάνω στην ώρα, σκοτώνει το λύκο, βγάζει την Κοκκινοσκουφίτσα και τη γιαγιά της από την κοιλιά του και τις σώζει.

Η πιο γνωστή εκδοχή του παραμυθιού σήμερα είναι αυτή που γράφτηκε από τους Αδελφούς Γκριμ, ανάμεσα στα άλλα παραμύθια που κατέγραψαν μεταξύ των ετών 1812-1857, ενώ προγενέστερα το παραμύθι είχε καταγραφεί από τον Σαρλ Περό (Charles Perrault) το 1697.

Εδώ το παραμύθι στα αγγλικά κατά Περό:
http://www.pitt.edu/~dash/type0333.html#perrault

Ο Σαρλ Περό (Charles Perrault, Παρίσι, 12 Ιανουαρίου 1628 – 16 Μαΐου 1703) ήταν Γάλλος λαογράφος και συγγραφέας, μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Σπούδασε νομικά και εργάστηκε αρχικά ως υπεύθυνος των βασιλικών κτιρίων. Άρχισε να γίνεται γνωστός ως λογοτέχνης, το 1660 περίπου, με ερωτικά ποιήματα. Αφιέρωσε την υπόλοιπη ζωή του στη μελέτη της ποίησης και των καλών τεχνών. Ήταν αδελφός του Κλοντ Περό (Claude Perrault, 1613–1688), αρχιτέκτονα του Λούβρου.

Κι εδώ στα ελληνικά κατά αδελφούς Γκριμ:
http://paramithakia.blogspot.gr/2011/02/blog-post_20.html

Οι αδελφοί Γιάκομπ (Jacob Ludwig Carl Grimm) και Βίλχελμ Καρλ Γκριμ (Wilhelm Carl Grimm) γεννήθηκαν στις 4 Ιανουαρίου του 1785 και στις 24 Φεβρουαρίου του 1786, αντίστοιχα, στο Χάναου της Γερμανίας. Υπήρξαν ιδιαίτερα δημοφιλείς συλλέκτες παραδοσιακών παραμυθιών.

 

1) Τα σημεία της: 

 

Το κανονικό

Τα δώρα

Ο κόκκινος σκούφος

 
[Bozica Radjenovic]

 


[Magdalena Αbakanowicz, Poland 1968, Abakan Red and Orange, Tate Modern.]

 

Ένα κομμάτι γλυκό και ένα μπουκάλι κρασί.

Να πηγαίνεις προσεκτικά στο δρόμο.

«Εντάξει θα κάνω ό,τι μου είπες».


[Chris Schwinn]

 

Ο κίνδυνος

Δεν ήξερε ότι ο λύκος είναι κακό ζώο και έτσι δεν τον φοβήθηκε.

Ο λύκος σκέφτηκε ότι η κοκκινοσκουφίτσα θα ήταν ένας καταπληκτικός μεζές και αναρωτιόταν τι θα έπρεπε να κάνει ώστε να τον αποκτήσει.

 

Το ξεγέλασμα/παραπλάνηση

«Κοκκινοσκουφίτσα, κοίταξε τι ωραία λουλούδια υπάρχουν στο δάσος. Μα γιατί δεν τα κοιτάς; Έχω την εντύπωση ότι ούτε καν ακούς το όμορφο κελάηδημα των πουλιών! Εσύ περπατάς σαν να είσαι στο δρόμο για το σχολείο, ενώ είναι τόσο όμορφα στο δάσος».

 
[David Harber]


[Jarrett Mellenbruch]

 

Έτσι μπήκε χορεύοντας στο δάσος και άρχισε να διαλέγει λουλούδια. Μόλις μάζευε ένα λουλούδι αμέσως έβρισκε ένα άλλο ομορφότερο και η κοκκινοσκουφίτσα ξεμάκραινε ολοένα και περισσότερο από το δρόμο της και έμπαινε βαθύτερα στο δάσος.

Το δάσος 

Το σκοτάδι

Η εισβολή (του Άλλου) 

Ο εχθρός

 

Κατευθύνθηκε στο κρεβάτι της γιαγιάς και την κατάπιε.

 

Η αρχή του παραμυθιού θέτει ένα ηθικό δίλημμα

Between ανάμεσα

 Τι είναι καλό ή κακό

 

Το ρίσκο

Μετάφραση από το διαδίκτυο: «Τι σημαίνει να λέμε ότι μια πράξη, ένα αντικείμενο, ένα συναίσθημα ή μια έννοια εμπεριέχει ρίσκο; Πότε και γιατί μπορεί να ειπωθεί για κάποιον ή για κάτι ότι βρίσκεται σε ρίσκο; Ποια είναι η σχέση ανάμεσα στο ρίσκο και την ανταμοιβή ή ανάμεσα στο ρίσκο και τον κίνδυνο; Η έννοια του ρίσκου φέρει πάντοτε μέσα της το βάρος του αντιθέτου της, δηλαδή εκείνου που είναι διασφαλισμένο, και μας ωθεί να υπονοήσουμε ότι κάποιος έχει να διαβεί ένα κατώφλι ανάμεσα στα δύο. Πώς, πότε και πού συμβαίνουν τέτοιες διαβάσεις;

Σε ένα τεράστιο φάσμα ανθρώπινων εγχειρημάτων, αντιλήψεων, καταστάσεων και εμπειριών το ρίσκο είναι βασικό στον υπολογισμό των ευκαιριών, των πιθανοτήτων ή των πλεονεκτημάτων που σχετίζονται με το μέλλον. Το ρίσκο μπορεί να είναι ή να μην είναι απερίσκεπτο, όμως μονάχα “μια σχέση ρίσκου”, σημειώνει ο Heidegger, “τοποθετεί τα ανθρώπινα όντα, και μόνο αυτά, στο ανοιχτό πεδίο εν τω μέσω των όντων”». Δεν μπορούμε να βρούμε πού παρατίθεται το απόσπασμα που μνημονεύει ο άγνωστος συγγραφέας του διαδικτύου, μπορούμε όμως εδώ να συσχετίσουμε την έννοια του ρίσκου με αυτή της σαγήνης και της γραφής: για να σαγηνευτώ, οφείλω να διαβώ ένα κατώφλι, οφείλω να είμαι μυημένος στην παρελκόμενη μορφή τέρψης, κι όλο αυτό εμπεριέχει ένα μακρό εγχείρημα ρίσκου.

 

Ο Γάλλος φιλόσοφος του μεταμοντερνισμού Jean Baudrillard, στο βιβλίο του Γοητεία, σημειώνει (σελ. 203):

«Ο κόσμος είναι γυμνός, ο βασιλιάς είναι γυμνός, τα πράγματα είναι καθαρά. Κάθε παραγωγή [ακόμη] και η ίδια η αλήθεια, αποβλέπουν σε αυτή την ένδεια. […] Ευτυχώς κατά βάθος δεν υπάρχει τίποτε και είναι πάντοτε η γοητεία που κρατά, από την ίδια την αλήθεια, το πιο σιβυλλικό κλειδί, γνωρίζοντας ότι ίσως δεν θέλουμε να τη γδύσουμε γιατί είναι πολύ δύσκολο να τη φανταστούμε γυμνή».

«Σιβυλλικό» σημαίνει βέβαια αινιγματικό, μυστηριώδες, αλλά και προφητικό. 

Και στη σελ. 79 του ίδιου έργου διαβάζουμε:

«Γιατί αν όλα τα πράγματα έχουν σαν θεϊκή αποστολή να βρούνε έναν δρόμο, μία δομή όπου θα οικοδομήσουν την έννοιά τους, έχουν αναμφίβολα μέσα τους σαν μια διαβολική νοσταλγία, τη θέληση να χαθούν μέσα στα φαινόμενα [ας σημειώσουμε εδώ ότι ο Kant έλεγε πως “το ωραίο είναι η ελευθερία μέσα στα φαινόμενα”], μέσα στη γοητεία της εικόνας τους, δηλαδή να συγκεντρώσουν όλα αυτά που θα έπρεπε να διαχωριστούν σε ένα και μόνο αποτέλεσμα: του θανάτου και της γοητείας».

 

 

Σειρήνες. Εκείνος ο ανατριχιαστικός ήχος

 

 

Η συνάντηση


[Joe Kowalczyk]

 

 

 

Η σαγήνη

 

Το απροϋπόθετο

«Λύκε Λύκε είσαι εδώ;»

Ο χώρος, αλλιώς το δύσβατο βουνό, δαμασμένο ωστόσο οικιστικά και συγκοινωνιακά από παλιούς χρόνους, με τους κινδύνους του και τις σαγήνες αλλά και με τα καταφύγιά του και το οργανωμένο τοπικό σύστημα πληροφοριοδότησης πέτρα και δάσος, βράχοι και πλάκες, σάρες, αλλά και διάσελα, σπίτια πέτρινα και καλύβια, κήποι πεζούλες και λογγές.(*)

 

Χωρική διατύπωση

 Γοητεία

 Θέλγητρο

 

Η αποπλάνηση

 

Όψεις της σαγήνης/αποπλάνησης

Χρήστος Ζερβής

Η σαγήνη/αποπλάνηση και η θέση της στην ψυχανάλυση

 

Οι όροι σαγήνη ή αποπλάνηση και η αντίστοιχη θεωρία στην οποία παραπέμπουν (θεωρία της σαγήνης ή θεωρία της αποπλάνησης), είναι γνωστοί ως έννοιες στην ψυχανάλυση, στο πλαίσιο μιας πρώτης φροϊδικής θεωρίας για την αιτιολογία των ψυχονευρώσεων άμυνας. Οι όροι όμως αυτοί, ως κλινικοί όροι γενικότερα, υφίστανται και υφίσταντο και πέρα από τη φροϊδική προσέγγιση, δηλώνοντας, ιδιαιτέρως στην περίπτωση της αποπλάνησης, σκηνές, με λόγια ή πράξεις σεξουαλικού περιεχομένου, όπου ένα άτομο υφίσταται παθητικά προτάσεις ή συμπεριφορές σεξουαλικού χαρακτήρα από ένα άλλο άτομο, το οποίο είναι πιο ώριμο σεξουαλικά. Όμως, επίσης, οι εν λόγω όροι, και στα ελληνικά κυρίως η σαγήνη, έχουν μια μακρά ετυμολογική και εννοιολογική πορεία, καλύπτοντας ένα ευρύ σημασιολογικό πεδίο, πέρα και πριν από το καθαρά σεξουαλικό· παραπέμπουν σε μια εξιδανικευμένη κατακτητική επίδραση ενός ατόμου απέναντι σε κάποιο άλλο, σε διαφόρους τομείς που αφορούν τον άνθρωπο, ξεκινώντας από το ερωτικο-συναισθηματικό αλλά και πέραν αυτού, για παράδειγμα σε πεδία όπως το πνευματικό (πνευματική σαγήνη), το καλλιτεχνικό (ένα έργο που σαγηνεύει) κ.ά. Το γερμανικό ρήμα verführen και το ουσιαστικό Verführung, τα οποία χρησιμοποιεί ο Φρόιντ για να αποδώσει λεκτικά τη σκηνή αυτού που στα ελληνικά ονομάστηκε σαγήνη ή αποπλάνηση και την ομώνυμη θεωρία για την ψυχοπαθολογία των ψυχονευρώσεων άμυνας, φαίνεται να καλύπτουν στα ελληνικά τις έννοιες του γοητεύω, του σαγηνεύω και αποπλανώ αλλά, επίσης, και του εκτρέπω, διαφθείρω, διαστρέφω ή και του δωροδοκώ. Το γαλλικό ρήμα séduire προέρχεται από το αρχαίο γαλλικό ρήμα suduire που σημαίνει οδηγώ κάποιον εκτός, χωρίζω (emmener à part, à l'écart, sé parer), πριν πάρει την έννοια του διαφθείρω. Ετυμολογικά, η λέξη σαγήνη προέρχεται από το αρχαιοελληνικό ρήμα σάττω ή σάσσω που σημαίνει: α) φορτώνω, «σαμαρώνω», β) πληρώ τροφής και ποτού, χορταίνω, γ) ικανοποιώ. Ο Αισχύλος χρησιμοποιεί μεταφορικά την παθητική μετοχή στη φράση «πημάτων σεσαγμένος», δηλώνοντας τον φορτωμένο με παθήματα και δυστυχίες. Στη λέξη «σαγήνη» η κατάληξη ήνη μαρτυρεί λέξη με προελληνική αφετηρία. Αρχικά, η λέξη σαγήνη σήμαινε μεγάλο συρόμενο αλιευτικό δίχτυ. Συναντάται στα χρόνια του Ομήρου και έχει χρηστική αξία για τους ψαράδες.

Όπως έχει εντοπίσει και ο Γάλλος ιστορικός και φιλόσοφος Μαρσέλ Γκοσέ, παρά τη στροφή προς την εκκοσμίκευση που χαρακτήρισε τον (δυτικό) κόσμο της νεωτερικότητας, οι σύγχρονες κοινωνίες δεν απεμπόλησαν τη θρησκευτική αντίληψη του κόσμου. Το μόνο που έκαναν ήταν μια φαινομενική απο-ιεροποίησή του. Διότι κατά τα άλλα συνέχισαν να αναζητούν το Ένα, δηλαδή μια ενιαία (πολιτική) αρχή που θα συναιρεί στο πρόσωπό της όλα τα επιμέρους συστατικά της κοινωνίας. Δεν το έλεγαν πια Θεό, το έλεγαν αυθέντη και σοφό τύραννο. Και αυτό ήταν ένας κοινός τόπος και της Δεξιάς και της Αριστεράς. Αν προστεθεί σε αυτό και η ανάγκη ενός σημαντικού τμήματος της διανόησης του 20ού αιώνα να αναζητήσει τρόπους ανανέωσης των διαφωτιστικών ιδεών που φάνταζαν πλέον αδύναμες να καθοδηγήσουν τον νέο, γενναίο τούτο κόσμο, μπορεί ίσως να καταλάβει εν μέρει γιατί στράφηκαν στο μυστικισμό Ρώσων συγγραφέων ή στο βιταλισμό της ανατολικής σκέψης.

Τα αδιέξοδα αυτού του ασύμβατου γάμου δεν θα αργούσαν να φανούν. Τα προσπέρασε πρώτα απ’ όλα η ίδια η δυναμική της ιστορίας. Ο δυτικός κόσμος –αν μη τι άλλο– επέλεξε χονδρικά μετά το 1970 την οριστική προσήλωσή του στις αρχές της φιλελεύθερης, ανοικτής δημοκρατίας που κατοχυρώνει όσο ποτέ στο παρελθόν τα δικαιώματα του ατόμου και του επιτρέπει την αυτοπραγμάτωσή του σε ένα Κράτος Δικαίου. Κοντολογίς, νίκησε ο Ρεϊμόν Αρόν όχι ο Ζ.-Π. Σαρτρ.

Η πρόσφατη πρωτοφανής κινητοποίηση εκατομμυρίων πολιτών όλης της Ευρώπης κατά της τρομοκρατικής επίθεσης στην εφημερίδα «Charlie Hebdo» ή η στάση της Ε.Ε. στο ουκρανικό δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών. Στις δυτικές αξίες δεν μπορεί να έχει καμία θέση ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός και οι οπαδοί του. Ούτε και το φλερτ με συγκαλυμμένα αυταρχικά καθεστώτα όπως του Πούτιν στη Ρωσία.

* O κ. Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας και γραμματέας σύνταξης της «Νέας Εστίας».

 

Όμως όταν ξεπερνάει το ερώτημα και μπαίνει στο δάσος

το θέμα βρίσκεται πια πέραν του ηθικού διλήμματος

Υπάρχει από πριν, όταν δουλεύει ήδη η απόφαση να μπει στο δάσος

 

Ξέρει πως ίσως κάπου να βρίσκεται ο εχθρός

Εδώ έχουμε τη δυνατότητα για τη χαρτογράφηση ενός προσωπικού τοπίου,

Και του σημείου που μπορεί να κρύβεται ο λύκος


[Jane Rosen]

 

Ο εντοπισμός του εχθρού σημαίνει φόνο; 

 Η απόφαση για μια φιλία προϋποθέτει έναν κανόνα; 

 

2) Ο εχθρός

 

Κονδύλης

Βιβλίο: Ισχύς και απόφαση 

Παναγιώτης Κονδύλης, Ισχύς και απόφαση. Η διαμόρφωση των κοσμοεικόνων και το πρόβλημα των αξιών, εκδ. Στιγμή.

Ξενόγλωσσος τίτλος: Macht und Εntscheidung die Ηerausbildung der Weltbilder und die Wertfrage

Ισχύς

Ισχύς είναι η επιρροή ενός υποκειμένου στο περιβάλλον του ή σε αντικείμενα του περιβάλλοντος, ώστε να καταστούν ικανές και δυνατές οι πηγαίες επιταγές του.

…μορφή ύποπτης ιδεολογικής ερμηνείας

…είναι λογικά εσφαλμένο να γίνεται δεκτή η θεμελιώδης θέση του σκεπτικισμού προκειμένου ν’ αμφισβητηθεί μ’ αυτό τον τρόπο η εγκυρότητα του ίδιου του σκεπτικισμού.

Ο σκεπτικισμός

Δεν αφορά τη δυνατότητα αντικειμενικής γνώσης παρά μόνο τη δυνατότητα διατύπωσης αντικειμενικά έγκυρων κανονιστικών αρχών.

Τούτη η αντιδιαστολή μεταξύ αντικειμενικής γνώσης και αντικειμενικών κανονιστικών αρχών συνεπάγεται ότι η πρώτη παρεμποδίζεται σε κάθε της βήμα από την προσπάθεια να πορισθεί κανείς τις δεύτερες – όπου με τον όρο «κανονιστικές αρχές» δεν εννοούμε απλώς τις συνήθεις ηθικές εντολές, παρά κάθε κοσμοεικόνα υποτυπωμένη με βάση την επιταγή της αυτοσυντήρησης και της διεύρυνσης της ισχύος ενός ατόμου ή μιας συλλογικής οντότητας· μόνο στο πλαίσιο μιας τέτοιας κοσμοεικόνας φαίνεται ότι και η ηθική, με τη στενότερη έννοια του όρου, έχει ερείσματα και νόημα. Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι μόνο παραίτηση από κάθε κανονιστική αρχή και από κάθε αξίωση για αυτοσυντήρηση και ισχύ μπορεί να καταστήσει δυνατή τη γνώση των ανθρώπινων πραγμάτων. Το τίμημα της αξιολογικά ελεύθερης γνώσης είναι η ζωή, γι’ αυτό είναι μηδαμινές οι πιθανότητες να γίνει μια τέτοια γνώση κοινωνικά αποδεκτή.

Σ’ αυτή την πραγματεία ο Κονδύλης πρώτα πρώτα εξετάζει την έννοια της απόφασης εν γένει και περιγράφει τους πρακτικούς καταναγκασμούς μέσα σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Οι καταναγκασμοί καθιστούν απαραίτητες τις (κοσμοθεωρητικές) αποφάσεις ως μοναδικό τρόπο αυτοσυντήρησης και διεύρυνσης της ισχύος διαφορετικών εκάστοτε ατομικών και συλλογικών υποκειμένων.

Συνήθως δυσανασχετούν, φανερά ή κρυφά, οι διάφοροι «ορθολογιστές» και ηθικολόγοι, γιατί αυτοί ζουν με την ελπίδα, και από την ελπίδα, ότι κάποια μέρα ο ορθός Λόγος (δηλ. ο δικός τους) και η ορθή ηθική (δηλ. η δική τους) θα επικρατήσουν, οπότε αντίθετες απόψεις και στάσεις αναγκαστικά θα εκλείψουν· έτσι, η τωρινή διαφωνία ενοχλεί, γιατί εμφανίζεται ως εμπόδιο στο δρόμο προς τη μελλοντική αρμονία (αν δεν εμφανίζεται και ως προσωπική προσβολή ή ασέβεια απέναντι σε ανθρώπους εργαζομένους για τόσο υψηλούς σκοπούς). Αν όμως κανείς πιστεύει, όπως πιστεύω εγώ, ότι οι οξείες συγκρούσεις των ιδεών δεν θα πάψουν ποτέ, γιατί δεν θα πάψουν ποτέ ούτε και οι οξείες συγκρούσεις μεταξύ ανθρώπων, τότε μπορεί να δει τους επιχειρηματολογικούς διαξιφισμούς ως κατάσταση απολύτως φυσική ή και ανώδυνη, και μάλιστα να τους θεωρήσει ως πρόσθετη επιβεβαίωση των αναλύσεών του για τα ανθρώπινα πράγματα.

 

Για τον Κονδύλη ο πόλεμος, και ο Θουκυδίδης ως εξηγητής της παθολογίας του, φέρνει στην επιφάνεια την πραγματική και βαθύτερη φύση των ανθρώπων, αποκαλύπτει «τι κινεί εκείνους και την ιστορία». Με τις ομιλίες των Αθηναίων κηρύκων «καθιερωμένοι θεσμοί και παμπάλαια έθιμα παραμερίζονται στο άψε-σβήσε», «τα ιερά δεσμά της ηθικής και της θρησκείας καταρρακώνονται αιφνίδια». Όμως αυτό ακριβώς αποδεικνύει ότι πρόκειται για τεχνητές κατασκευές και θεσμίσεις, όχι για γεννήματα της φύσης.

«Το αληθινό πρόσωπο της φύσης»  σημειώνει ο Κονδύλης, «είναι το πρόσωπο των Αθηναίων όταν ζητούν από τους Μηλίους να υποταγούν», «η θεία ή φυσική τάξη, ο εσώτερος νόμος του Όντος είναι ακριβώς ο νόμος του ισχυρότερου». Η επίκληση της δικαιοσύνης, στην οποία προσφεύγουν οι Μήλιοι είναι ένα μοιραίο σφάλμα, η πίστη τους «στην υπερίσχυση των ηθικών κανόνων γεννά απλώς φρούδες ελπίδες» και τους «ωθεί σε απελπισμένες και αυτοκαταστροφικές ενέργειες. Η πράξη θα όφειλε να προσανατολίζεται στους κανόνες της φρόνησης, οι οποίοι πάλι πρέπει να υπηρετούν τη φυσική επιταγή της αυτοσυντήρησης. Βεβαίως», συμπληρώνει ο Κονδύλης, «η αυτοσυντήρηση έχει διαφορετικό νόημα για τον ισχυρό, ο οποίος μπορεί να διατηρήσει την ισχύ του μονάχα διευρύνοντάς την συνεχώς, και για τον αδύνατο, ο οποίος σώζεται ανταποκρινόμενος στις επιθυμίες του ισχυρότερου».

 

 

Ο πόλεμος


[Jung-ki Beak 백정기 Untitled (Vaseline Armor)]

 

Θεωρία του πολέμου

Η βασική θεωρία του πολέμου υπονομεύεται από την ποικιλομορφία του ίδιου του πολέμου

Μετατρέπει τον πόλεμο σε τεχνική διαδικασία

βγάζοντάς τον απ’ το πεδίο των πολιτικών και ψυχολογικών παραγόντων ή επιρροών που το καθιστά θεώρημα. Είναι μέσο κτήσεως.


[Tom Estes]

Clausewitz, Περί πολέμου (3)

Πρώσος στρατηγός της εποχής των Ναπολεόντειων πολέμων, που επεδίωξε να κατανοήσει την εσωτερική δυναμική του πολέμου αλλά και τη λειτουργία του ως οργάνου της πολιτικής. Ο Clausewitz επίσης είναι εκείνος που καθιέρωσε τις έννοιες της ομίχλης, της τριβής και του τυχαίου στον πόλεμο.

«Ο πόλεμος επομένως είναι μια πράξη βίας, προορισμένη στο να καταναγκάσει τον αντίπαλο να εκτελέσει τη θέλησή μας»

 
[Yinka Shonibare]

Η ποικιλόμορφη φυσική βία, ως βασικό μέσο του πολέμου, οπλίζεται μ’ αυτό που μπορούμε να ονομάσουμε γενικώς πνεύμα και ασκείται πάντοτε στο όνομα νόμων του ανθρώπινου δικαίου. Ο αφοπλισμός του εχθρού με κάθε μέσο είναι εξ ορισμού ο αντικειμενικός στόχος των πολεμικών επιχειρήσεων· ο στρατιωτικός στόχος ορίζεται από τον πολιτικό σκοπό, αυτόν δηλαδή που θέτει η πολιτική ηγεσία: «Για την αντιμετώπιση της βίας, η βία οπλίζεται μ’ επινοήσεις των τεχνών και των επιστημών. Συνοδεύεται από φαύλες περιστολές, μόλις άξιες ν’ αναφερθούν, κι επιβάλλεται υπό το όνομα νόμων του ανθρωπίνου δικαίου, οι οποίοι όμως, στα πράγματα, δεν μειώνουν τη δύναμή της. Η βία, η φυσική δηλαδή βία (γιατί δεν υπάρχει ηθική βία, έξω από τις έννοιες του Κράτους και του Νόμου), είναι λοιπόν το μέσο: ο σκοπός είναι η επιβολή της θέλησής μας στον εχθρό. Για να επιτύχουμε αυτόν το σκοπό με κάθε βεβαιότητα, πρέπει ν’ αφοπλίσουμε τον εχθρό, κι αυτός ο αφοπλισμός είναι εξ ορισμού ο ρητός αντικειμενικός στόχος των πολεμικών επιχειρήσεων. Παίρνει τη θέση του σκοπού, και τον απομακρύνει ας πούμε, σαν κάτι που δεν ανήκει στον ίδιο τον πόλεμο».

«Όλες οι ιδέες θ’ αποκτήσουν τότε καθαρότερο νόημα, ακριβή προσανατολισμό, πιο συγκεκριμένη εφαρμογή. Αυτά τα δύο είδη πολέμου είναι τα εξής: το ένα έχει σαν στόχο να καταβάλει τον αντίπαλο, είτε για να τον εξουδετερώσει πολιτικά, είτε μόνο για να τον αφοπλίσει, υποχρεώνοντάς τον να δεχτεί την ειρήνη πάση θυσία· στο άλλο αρκούν μερικές κατακτήσεις στα σύνορα της χώρας, είτε υπάρχει πρόθεση να διατηρηθούν, είτε να χρησιμοποιηθούν σαν ανταλλάξιμο είδος τη στιγμή της ειρήνευσης. Θα πρέπει φυσικά να σεβαστούμε τα ενδιάμεσα είδη, η εντελώς διαφορετική φύση όμως πρέπει να φαίνεται παντού και να σημειώνει το διαχωρισμό μεταξύ των ασυμβίβαστων στοιχείων».

 

…το αληθινό πρόσωπο του πολέμου. Κύριο 

χαρακτηριστικό του είναι οι ταλαιπωρίες, κακουχίες και 

η πείνα. Συνέπεια αυτών είναι η έντονη καλλιέργεια 

του ενστίκτου επιβίωσης των στρατιωτών. Στα πλαίσια 

αυτά επινοούνται διάφορα τεχνάσματα προκειμένου 

να αντιμετωπισθούν οι αντίξοες και σκληρές συνθήκες 

του πολέμου.

 


[Anna Sew Hoy (b. 1976)]

 

 

3) Η εισβολή (του Άλλου) Lévinas/Emmanuel Levinas

Vattimo

Το δάσος 

Το σκοτάδι

 

Η συμβαντική παρουσία αυτού του ίχνους μέσα στο ρου της ιστορίας ακυρώνει και κάθε δυνατότητα μιας ιστορικοποιήσιμης δομής και αντίληψής του. Βρισκόμαστε έτσι μπροστά σε αυτό που ο Vattimo θα ονομάσει «αποκαλυψιακή άρνηση της ιστορικότητας», χάριν αυτής της ασυνέχειας που κομίζει η μοναδική, και συμβαντική, κοσμική του επίσκεψη. «Αυτός ο χαρακτήρας της ασυνέχειας και της εισβολής (του Άλλου) γίνεται συχνά αντιληπτός –ακόμη μια φορά– ως καθαρή αποκαλυψιακή άρνηση της ιστορικότητας, ως καινούργια απόλυτη απαρχή που απαρνείται κάθε δεσμό με το παρελθόν και καθιερώνει μια καθαρά κάθετη σχέση με την υπέρβαση, υπέρβαση που γίνεται με τη σειρά της αντιληπτή ως καθαρή μεταφυσική πληρότητα του αιωνίου θεμελίου» (Vattimo). Η υποκειμενικότητα έτσι του θρησκευτικού είναι μια σαγηνευμένη οντότητα, μια σκανδαλώδη μετατόπιση στον τόπο ενός γεγονότος που δεν τον ελέγχει το ίδιο αλλά η αμετάδοτη και υπερβατική γλώσσα του Άλλου. Αυτή η αναχώρηση του υποκειμένου χάριν της συγχώρεσης του Άλλου που αποκαλύπτει και μια απολεσθείσα όσο και αδιανόητη κατά τ’ άλλα πληρότητα. Ένα αδύνατο περιεχόμενο ζωής που μόνο στα όρια της ενδεχομενικότητάς του μπορεί και να βιωθεί. Ο δεσμός έτσι μ’ αυτό το ανοίκειο ίχνος, η κοινότητα μαζί του, το Εμείς της Πίστης του, εγγράφονται μέσα σε μια μυστική διάσταση της γλωσσικής εμπειρίας σ’ αυτές τις αδιαφανείς της πτυχώσεις. Πρόκειται για τον τόπο των μυστικών μας απευθύνσεων που αποκαλύπτουν και το ίχνος του Άλλου. Η μαρτυρία του έτσι είναι μια μαρτυρία χωρίς ίχνος, χωρίς ίχνος αλήθειας, στην πραγματικότητα του ορατού. Είναι η μαρτυρία του ανεγγράψιμου και η παραμυθία του αδύνατου. Το Εμείς γίνεται έτσι το αδύνατο μιας «μαρτυρικής εμπειρίας». «Αν η πίστη είναι ο αιθέρας της απεύθυνσης και της σχέσης προς το όλως άλλο, τελείται μέσα στην ίδια την εμπειρία της ασχεσίας ή απόλυτης διακοπής», όπως θα διαβάσει ο Derrida πάνω στη σκέψη του Maurice Blanchot και του Emmanuel Levinas. 

Αυτό το Έξω του ιερού που αποκαλύπτει και τον εσώτατο πυρήνα του ανθρώπου, την εκστατικότητα της ερημικής του αναχώρησης, την υπομονή του, την υπομονή μιας κίνησης που στην πραγματικότητα θα αναγνωρίζεται πάντα μέσα μας ως μια κίνηση επιστροφής. Μιας επιστροφής στο απροϋπόθετο Είναι στο αθεμελίωτο θεμέλιο του Υπάρχειν. Μια αλήθεια που θα αντιστέκεται πάντα στις όποιες φιλοσοφικές, θεολογικές ή ιστορικές της καθηλώσεις. Μια προαιώνια κίνηση που στη φροϊδική σκέψη εντοπίζεται ως μια προγλωσσική ή υπεργλωσσική μετουσίωση με το περιβάλλον Είναι του κόσμου μας. Μια κοσμική διέγερση εξόδου από το Εγώ και ταύτισης με το Αυτό. Μια κατακλυσμιαία πλήρωση του υποκειμένου, αυτού του καχεκτικού ή νηπιακού Εγώ, που εκστατικοποιείται τώρα μέσα στη σαγήνη του Άλλου. Το πιστό υποκείμενο είναι ένα Είναι που αληθεύει ως ένα ερωτευμένο υποκείμενο, ως φορέας ενός μυστικού, ερωτικού λόγου. Το θρησκευτικό συναίσθημα εδράζεται στον Φρόιντ στο ερωτικό συναίσθημα και ακόμη καλύτερα στον «πόθο για τον Πατέρα». «Η επαναλαμβανόμενη ερωτική εμπειρία», θα πει η Julia Kristeva, «η οποία αποσυντίθεται και συντίθεται στη μεταβίβαση/ αντιμεταβίβαση» είναι και αυτός ο τόπος της ψυχανάλυσης. Ένας ανοικτός ψυχισμός, διαθέσιμος στην ε(κ)σωτερικότητά του, αυτή η «ανοικτή δομή» του εφήβου, όπως θα την ονοματίσει πάλι η Kristeva, που πιστώνεται την απολυτότητα του αντικειμένου της, την οντολογία του ερωτικού πάθους. Μια ερωτόληπτη οντολογία που καταλήγει σε θεολογία του αντικειμένου, σε ασυνείδητες, μετουσιωσικές αναλήψεις.

 

4) Φίλος ή εχθρός; Carl Schmitt

Τίθεται ως ζήτημα πολιτισμικής απόφασης η κατάταξη σε φίλους και εχθρούς κι εμπλουτίζεται κάθε φορά με άλλα περιεχόμενα προσδιορίζοντας όχι μόνο τον εχθρό, αλλά και παρέχοντας τάξη και συνοχή, δηλαδή πολιτική μορφή σε μια συλλογικότητα με βάση ό,τι προσδιορίζεται ως φίλος.

 

...κάθε φιλελευθερισμός ζει μονάχα μέσα στο σύντομο διάστημα όπου στο ερώτημα: «Χριστός ή Βαραβάς;» μπορείς ν’ απαντήσεις με αίτημα αναβολής ή με τη συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής.

Τι προηγείται της Ηθικής για την απόφαση;

Στην έννοια του εχθρού και του φόνου;

Διάκριση φίλου και εχθρού: Ο εντοπισμός του εχθρού σημαίνει φόνο.

Το υποκείμενο συλλογικό ή ατομικό προσανατολίζει τη συμπεριφορά του με βάση μια κοσμοεικόνα η οποία συγκροτείται και υπάρχει μέσα στην αντιπαράθεση.

Αισθητικοποίηση της ηθικής

η ομορφιά του θρήνου ανακουφίζει τον πόνο.

(Λυκαρδιόπουλος)

 

Δεν το πιστεύει

Δεν περπατάει ήσυχα: Άφησες ίχνη, Κοκκινοσκουφίτσα!

Left your trail for us to see you, Little Red Ridinghood

Χορεύει με το καλαθάκι της

 

Ο λύκος τρώει 

Βάζει μέσα του τη γιαγιά 

 

 

Ο λύκος μεταμορφώνεται 

Η Κοκκινοσκουφίτσα μπαίνει στο σπίτι και βρίσκει το λύκο ντυμένο σαν τη γιαγιά της

So Red Ridinghood comes into the house, and finds the wolf dressed as her grandmother

 

 

Η παγίδα

Έχει στόχο την Κοκκινοσκουφίτσα

 

Δεν αστειεύομαι, Κοκκινοσκουφίτσα

I'm not kiddin' around, Mary Alice

 

Σχολιάζοντας τη σχέση μεταξύ μοντέρνου και μεταμοντέρνου, ο Έκο γράφει με περισσή ειρωνεία: «Σε όποιον δεν καταλαβαίνει το παιχνίδι του μοντέρνου, δεν του απομένει παρά να το απορρίψει, ενώ στο μεταμοντέρνο μπορεί, χωρίς να καταλαβαίνει το παιχνίδι, να παίρνει τα πράγματα στα σοβαρά».

Μεταμφίεση

Έβαλε και το καπέλο του ύπνου της γιαγιάς και ξάπλωσε

 

 

Παράσταση/ετοιμασία για μια παράσταση

ενώ προηγουμένως τράβηξε τις κουρτίνες

 

Ανάκληση – το σήμαντρο

Θυμήθηκε τη γιαγιά της και ξεκίνησε

η επαναφορά μιας ανάμνησης στη μνήμη

Εκείνη τη στιγμή χτυπά και πάλι η πόρτα:

…κάτι ασυνήθιστο. Μόλις μπήκε στο δωμάτιο αισθάνθηκε πολύ άβολα 

άνοιξε τις κουρτίνες

…την κατάπιε. Μετά ξάπλωσε στο κρεβάτι και αποκοιμήθηκε ροχαλίζοντας πολύ δυνατά.

 

(Ως εδώ. Το τέλος θα το δούμε παρακάτω, στο 2ο μέρος.)


[Jacob Tonski]

Ο κυνηγός

Το ξεκοίλιασμα


[Anish Kapoor]

 

για να βγει Aki Sasamoto

Η εκδοχή της αποδοχής: Η Λολίτα Κοκκινοσκουφίτσα

Και οι σεξουαλικές προεκτάσεις που έχουν δοθεί

Ο εχθρός πρέπει να πεθάνει πριν γίνει απόλυτη απειλή.

 

 

Αποσπάσματα από κείμενα που χρησιμοποιήθηκαν για να πλαισιώσουν το θέμα, ή και βιβλία από το διαδίκτυο, μπορείτε να βρείτε εδώ:

http://citytravellers.forumgreek.com/

http://citytravellers.forumgreek.com/f1-forum

Συλλογή κειμένων από παλαιότερες εργασίες μπορείτε να βρείτε εδώ:

http://asfalectures.forumgreek.com/f1-forum

 

 

Βιβλιογραφία - εικόνες (από τη συλλογή του Ν. Τρανού):

  

  

 

 

 

 

 

Και η άλλη πλευρά:

Το παραμύθι της Κοκκινοσκουφίτσας από την πλευρά του λύκου

(Παρουσιάστηκε από τη Ν. Ρουμπάνη)

Το δάσος ήταν το σπιτικό μου. Ζούσα εκεί και νοιαζόμουν γι' αυτό. Προσπαθούσα να το διατηρώ ταχτικό και καθαρό.

Κάποτε, μια ηλιόλουστη μέρα, ενώ προσπαθούσα να συμμαζέψω κάτι σκουπίδια που είχε παρατήσει ένας κατασκηνωτής, άκουσα βήματα. Πήδηξα πίσω από ένα δέντρο και είδα ένα μικρό κορίτσι να έρχεται από ένα μονοπάτι, κρατώντας ένα καλάθι. Μου φάνηκε ύποπτη από την αρχή γιατί φορούσε αστεία ρούχα ολοκόκκινα, και το κεφάλι της ήταν καλυμμένο με μια κουκούλα σαν να μην ήθελε να την αναγνωρίσουν.

Φυσικά τη σταμάτησα για να ερευνήσω το ζήτημα. Τη ρώτησα ποια ήταν, πού πήγαινε, από πού ερχόταν κ.τ.λ. Μου είπε μια ιστορία για κάποια γιαγιά που πήγαινε να την επισκεφθεί και να της πάει φαγητό.

Έδειχνε βασικά έντιμο άτομο, αλλά βρισκόταν στο δάσος μου και έδειχνε ύποπτη μ' αυτά τα ρούχα. Έτσι αποφάσισα να της δείξω πόσο σοβαρό ήταν να εισβάλλει έτσι, χωρίς ειδοποίηση, ντυμένη αστεία.

Την άφησα να συνεχίσει αλλά έτρεξα πριν από αυτή στο σπίτι της γιαγιάς της. Όταν συνάντησα τη συμπαθητική γριούλα, της εξήγησα το πρόβλημά μου και συμφώνησε ότι η εγγονή της χρειαζόταν ένα μάθημα. Η γριούλα συμφώνησε να κρυφτεί ώσπου να τη φωνάξω. Έτσι, κρύφτηκε κάτω από το κρεβάτι. Όταν έφτασε το κορίτσι την κάλεσα να μπει στην κρεβατοκάμαρα όπου βρισκόμουν στο κρεβάτι ντυμένος σαν τη γιαγιά. Το κορίτσι ήρθε με τα κόκκινα μάγουλά της και είπε κάτι άσχημο για τα μεγάλα μου αυτιά. Με είχαν προσβάλει κι άλλοτε και έτσι προσπάθησα να πω κάτι θετικό. Είπα ότι, ίσως, τα μεγάλα μου αυτιά μού επέτρεπαν να την ακούω καλύτερα. Δηλαδή έδειχνα ότι τη συμπαθούσα και ήθελα να προσέχω αυτά που λέει. Αλλά έκανε άλλο ένα καλαμπούρι για τα γουρλωτά μου μάτια. Τώρα καταλαβαίνετε πώς άρχισα να αισθάνομαι γι' αυτό το κορίτσι που έβαζε ένα ευγενικό προσωπείο αλλά ήταν τόσο κακοήθης. Παρ' όλα αυτά έχω την τακτική να γυρίζω και το άλλο μάγουλο και της είπα ότι τα γουρλωτά μου μάτια με βοηθούν να τη βλέπω καλύτερα. Η επόμενη προσβολή στ’ αλήθεια με νευρίασε. Έχω κάποιο σύμπλεγμα για τα μεγάλα μου δόντια κι αυτό το κορίτσι έκανε μια προσβλητική παρατήρηση. Ξέρω ότι θα έπρεπε να μη χάσω την ψυχραιμία μου αλλά πήδηξα από το κρεβάτι και της φώναξα πως τα μεγάλα μου δόντια ήταν χρήσιμα για να τη φάω καλύτερα.

Τώρα ας είμαστε ειλικρινείς, κανείς λύκος δεν θα έτρωγε ποτέ ένα κορίτσι, όλοι το ξέρουν αυτό, αλλά αυτό το τρελοκόριτσο άρχισε να τρέχει γύρω γύρω ουρλιάζοντας κι εγώ προσπαθούσα να τη φτάσω για να την ηρεμήσω. Έβγαλα και τα ρούχα της γιαγιάς αλλά αυτό φάνηκε να χειροτερεύει τα πράγματα. Ξαφνικά η πόρτα άνοιξε με δυνατό κρότο και ένας μεγαλόσωμος τύπος στεκόταν εκεί με το τσεκούρι του. Τον κοίταξα και κατάλαβα ότι είχα βρει τον μπελά μου. Υπήρχε ένα ανοιχτό παράθυρο πίσω μου και την κοπάνησα.

Θα ήθελα να μπορούσα να πω πως εδώ τελειώνει η ιστορία. Όμως αυτή η γριούλα γιαγιά ποτέ δεν είπε τη δική μου πλευρά της κατάστασης. Σύντομα κυκλοφόρησε η φήμη ότι ήμουν κακός και μοχθηρός. Όλοι άρχισαν να με αποφεύγουν. Δεν ξέρω τι έγινε το κοριτσάκι με τα αστεία κόκκινα ρούχα, όμως εγώ δεν έζησα από τότε καλά. Έτσι αποφάσισα να σας γράψω την ιστορία μου.

Με εκτίμηση Ο λύκος

 

Και εκδοχές πώς θα έγραφαν το μύθο κάποιοι όπως ο

Όσκαρ Ουάιλντ
(μετάφραση από ανώνυμο κείμενο)
Λύκος. Συγγνώμη, δεν ξέρετε το όνομά μου, αλλά...
Γιαγιά. О, δεν έχει σημασία. Στην καινούργια κοινωνία το καλό όνομα έχει αυτός που δεν το έχει. Σε τι μπορώ να σας φανώ χρήσιμη;
Λύκος. Ξέρετε... Λυπάμαι πολύ, αλλά ήρθα να σας φάω.
Γιαγιά. Τι χαριτωμένο που είναι αυτό. Είστε πολύ ευφυής τζέντλεμαν.
Λύκος. Αλλά το λέω σοβαρά.
Γιαγιά. Και αυτό προσδίνει ιδιόμορφη λάμψη στην ευφυῒα σας.
Λύκος. Χαίρομαι που δεν βλέπετε σοβαρά το γεγονός που σας παρέθεσα.
Γιαγιά. Τώρα το να βλέπεις σοβαρά τα σοβαρά πράγματα είναι η εκδήλωση του κακού γούστου.
Λύκος. Και τι πρέπει να βλέπουμε σοβαρά;
Γιαγιά. Βεβαιότατα, τις ανοησίες. Όμως είστε βαρετός.
Λύκος. Πότε λοιπόν ο λύκος είναι βαρετός;
Γιαγιά. Όταν ενοχλεί με τα ερωτήματα.
Λύκος. Και η γυναίκα;
Γιαγιά. Όταν κανείς δεν μπορεί να τη βάλει στη θέση της.
Λύκος. Είστε πολύ αυστηρή με τον εαυτό σας.
Γιαγιά. Υπολογίζω στη σεμνότητά σας.
Λύκος. Μπορείτε να με πιστέψετε. Δεν θα πω ούτε μία λέξη σε κανένα (την τρώει).
Γιαγιά. (Από την κοιλιά του λύκου). Κρίμα που βιαστήκατε. Μόλις ετοιμαζόμουνα να σας πω μια διδακτική ιστορία.

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1. Mark Lilla, Η σαγήνη των Συρακουσών. Διανοούμενοι στην πολιτική, μετ. Χρ. Μεντζαλίρα, εκδ. The Athens Review of Books, σελ. 328.

2. http://www.koutsourelis.gr/index1.php?subaction=showfull&id=1234431737&archive=&start_from=&ucat=6&

3. http://eranistis.net/wordpress/2014/11/08/%ce%bf-%ce%ba%ce%bb%ce%b1%ce%bf%cf%8d%ce%b6%ce%b5%ce%b2%ce%b9%cf%84%cf%82-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%ce%b7-%cf%86%cf%8d%cf%83%ce%b7-%cf%84%ce%bf%cf%85-%cf%80%ce%bf%ce%bb%ce%ad%ce%bc%ce%bf%cf%85/

4.  https://www.scribd.com/embeds/261677889/content?start_page=1&view_mode=scroll&access_key=key-vtZRJKwyypXxSBHrBClW&show_recommendations=true

5. Karl Scmitt, Ο λεβιάθαν στην πολιτειολογία του Τόμας Χομπς. Νόημα και αποτυχία ενός συμβόλου, μετάφραση-επιμέλεια: Γιώργος Σαγκριώτης, εισαγωγή: Δημήτρης Καρύδας, Γιώργος Σαγκριώτης, εκδόσεις Σαββάλας.

 

(Πρώτη δημοσίευση: ΧΡΟΝΟΣ, 30 Απριλίου 2017)

ΧΡΟΝΟΣ #48, 30 Απριλίου 2017

Η Κατερίνα Αθανασίου γεννήθηκε στην Αθήνα. Διδάσκει στο τμήμα Γλυπτικής της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών (ΑΣΚΤ), όπου το 2010 εξελέγη μέλος ΕΕΠ. Σπούδασε Γλυπτική στην ΑΣΚΤ (1996). Συνέχισε στο Master, Ψηφιακές μορφές τέχνης, ΑΣΚΤ - ΕΜΠ (2001). Πρώτη ατομική της έκθεση (2006). Παραγωγός της web radio εκπομπής City Travellers στο Βeton 7 artradio (2013). Το 2008 σχεδίασε την ιδέα των City Travellers, ενός συλλογικού τόπου όπου συναντιούνται διάφοροι άνθρωποι και οι εμπειρίες τους, του οποίου η εφαρμογή ως ομάδα ξεκίνησε το 2010 με τον ζωγράφο Αντώνη Λακίδη και τον φιλόσοφο Παναγιώτη Παπαδόπουλο. Περιηγούνται την πόλη και δημιουργούν μοντέλα, χρήσεις και χώρους. Από το 2007 συμμετέχει στην πρόκληση συλλογικών εργασιών - δράσεων ως τη δημιουργία ομάδων, επιμελειών και εκθέσεων. Τα περισσότερα έργα της αφορούν in situ εγκαταστάσεις σε διάφορους χώρους - τόπους ανάλογα επιλεγμένους κάθε φορά, performances, performative environments. Τελευταία ερευνά την ιδέα του documentation στην εικαστική τέχνη σε ανάλογους χώρους με τους οποίους συνεργάζεται και μακροπρόθεσμα έχουν υποστηρίξει παρόμοιες προσπάθειες της σύγχρονης τέχνης, όπως οι Βeton7, Artwall, metamatic:taf και παλιότερα το Booze Cooperativa. Το 2016 ετοιμάζει τη δεύτερη ατομική της παρουσίαση στην οποία προσκαλεί συγκεκριμένους καλλιτέχνες με το έργο τους να ολοκληρώσουν τη συνθετική πρότασή της, σημαντικό στοιχείο της οποίας είναι η «appropriation».