Με αφορμή τους Yazidi, ας μιλήσουμε για τη θρησκεία, τις μειονότητες και τα ανθρώπινα δικαιώματα

Φωτεινή Τσιμπιρίδου και Παναγιώτης Κουργιώτης

Παράδοση ορθοδοξίας ή ανταρσία και σούφικος αναχωρητισμός;

Αναζητώντας τις σημασίες μιας θρησκευτικής παράδοσης. Ιστορίες χωρίς εξωτισμό και ουσιοκρατία

Υπάρχουν κάποια θέματα που σε προκαλούν να ασχοληθείς όχι από απλή ερευνητική περιέργεια, αλλά γιατί αισθάνεσαι ότι οφείλεις να τοποθετηθείς σε μια δημόσια συζήτηση που βλέπεις ότι ίσως για άλλη μια φορά να γίνεται με τον λάθος τρόπο. Κάπως έτσι μας μοιάζει η συζήτηση στην ελληνική και διεθνή δημόσια σφαίρα για το «Ποιοι είναι οι Yazidi», από την αποφράδα εκείνη ημέρα το καλοκαίρι του 2014, τότε που ξεκίνησε η γενοκτονία τους από τον ΙSIS στο Βόρειο Ιράκ.(1) Τo θέμα μας αφορά καθώς Yazidi πρόσφυγες βρήκαν προσωρινό καταφύγιο και στη χώρα μας. Καλούμαστε να δείξουμε ανθρωπιά και αλληλεγγύη ενώ θα επείγει να πάρουμε αποστάσεις από τα συνήθη αφηγήματα εξωτισμού, θυματοποίησης ή συνταύτισης με το δράμα τους, αφηγήματα που υπονοούν συνταύτιση με τη μαρτυρικότητα των κρυπτοχριστιανικών τους τελετουργιών.

Σε αυτή τη γραμμή ίσως βοηθήσει να ακούσουμε τους ίδιους, δηλαδή τις ίδιες τους τις ιστορίες, ιστορίες κυρίως γυναικών που όχι μόνο τις βγάζουν από την παθητική στάση των θυμάτων, αλλά μας προκαλούν να αναζητήσουμε στον χώρο και στον χρόνο τους σηματοδότες της παράδοσης από τους οποίους ενδέχεται να αντλούν δύναμη και πίστη στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Τέτοια είναι η ιστορία της εικοσιτριάχρονης Nadia Murad, η οποία τον Σεπτέμβριο του 2016 αναγνωρίσθηκε ως «Πρέσβειρα καλής θέλησης των Ηνωμένων Εθνών για την αξιοπρέπεια των επιζησάντων από τη διακίνηση ανθρώπων». Παρόμοιες ιστορίες δύναμης έχουν να διηγηθούν εκατοντάδες γυναίκες Yazidi.(2) Δύναμη και γενναιότητα όμως αποπνέει και η ιστορική απόφαση των θρησκευτικών τους ηγετών, που για πρώτη φορά στη μακρόχρονη παράδοσή τους τολμούν να αποδεχθούν πίσω στην κοινότητα των πιστών, όχι με ντροπή αλλά με τιμή, όλες και όσους ατίμασαν οι βιαστές του ISIS.(3) Σε πείσμα της ίδιας τους της παράδοσης που ήθελε κάθε τέτοια περίπτωση να τιμωρείται με εξοστρακισμό, αντί της περιχαράκωσης έτι περαιτέρω στην κοινότητα, παρατηρούμε άνοιγμα προς τα έξω. Πρόκειται για άνοιγμα που συγκλίνει με τις Αρχές Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και προτάσσει το δικαίωμα στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Η δική μας παρέμβαση έχει στόχο να προβληματοποιήσει το ζήτημα προκειμένου να δούμε το κυνήγι μαγισσών προς τους Yazidi αφενός αποδομητικά, αφετέρου ως ευκαιρία για να συζητήσουμε το ζήτημα της «ανθρωπινότητας» μεταξύ, ανάμεσα ή πέρα από τις μονοθεϊστικές θρησκευτικές παραδόσεις, εντός και εκτός της Μέσης Ανατολής. Η παρέμβαση αυτή σχετίζεται με οικεία ερευνητικά εγχειρήματα σε μουσουλμανικούς πληθυσμούς των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής, τα οποία εδράζονται σε συστηματική διερεύνηση των ιστορικών δεδομένων, αλλά και των δεδομένων πεδίου που δείχνουν το πώς συγκεκριμένοι πληθυσμοί μπορεί να οδηγηθούν σε αποκλεισμούς, εξαιρέσεις και μειονοτικοποίηση σε μακρά διάρκεια,(4) όπως η περίπτωση των Yazidi. Τα κοινά μας ερευνητικά ενδιαφέροντα συγκλίνουν μεθοδολογικά στη διερεύνηση της θρησκείας από τη σκοπιά της «παράδοσης».(5) Στον αντίποδα κάθε ουσιοκρατικής και οριενταλιστικής παραδοχής που αναζητά εκ του μακρόθεν χαρακτηριστικά και υποστασιοποιεί τους Άλλους ετεροπροσδιορίζοντας τις θρησκείες τους, η έννοια της «παράδοσης» μας ενδιαφέρει επειδή αποδίδει τους τρόπους με τους οποίους τα ίδια τα υποκείμενα εννοιολογούν τη θρησκευτική τους εμπειρία, συγχρονικά και διαχρονικά. Παράλληλα, επιμένουμε στη σημασία του κοινωνικο-πολιτικού πλαισίου/συν-κείμενου μέσα στο οποίο εκδηλώνονται και συγκροτούνται οι εμπειρίες, γίνονται ορατές οι σχέσεις εξουσίας και ηγεμονίας που καθιστούν την κάθε θρησκευτική παράδοση κυρίαρχη, αποκλίνουσα, αιρετική, αναχωρητική κ.ά. Το εννοιολογικό εργαλείο της «παράδοσης» αναδεικνύει επίσης και τα ιδιαίτερα εκείνα χαρακτηριστικά που κάνουν τη διαφορά, χαρακτηριστικά που ενδέχεται να χρησιμοποιήσουν οι δράστες εργαλειακά, όταν σε συνθήκες θρησκευτικών, εθνικών και κοινωνικών πιέσεων και ανταγωνισμών κληθούν να επινοήσουν, να παγιώσουν ή να μετασχηματίσουν την παράδοσή τους προκειμένου να διαπραγματευθούν νεωτερικές ταυτότητες(6) και υποκειμενικότητες.

 

Προφορικότητα και προσκυνηματική παράδοση στον αντίποδα της θρησκείας των Γραφών 

Η κάθε επιμέρους παράδοση στον κόσμο του Ισλάμ θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να αποδομηθεί υπό το πρίσμα της συνεχούς παραγωγής ορθοδοξίας από την εμφάνιση αυτής της μονοθεϊστικής θρησκείας. Μια ορθοδοξία που στη σουνιτική εκδοχή της γίνεται αντιληπτή υπό την επίκληση της πίστης στον έναν και μοναδικό Θεό, μια συνεχή προσπάθεια ιεραποστολικής συμμόρφωσης εαυτού και Άλλων που καταντά ιδεοληψία στις σαλαφιστικές εκδοχές: όταν δηλαδή σε δύσκολους καιρούς εξωτερικών πιέσεων η ορθοδοξία γίνεται αντιληπτή εσωτερικά ως ορθοπραξία και επιβάλλεται υποχρεωτικά μέσω της σύμπραξης των θρησκευτικών αρχών με την πολιτική εξουσία.(7) 

Σε μια τέτοια περίοδο δύσκολων καιρών, όπως ήταν ο 13ος αι. με τις επιδρομές των Μογγόλων στην ευρύτερη περιοχή της Μεσοποταμίας, διαβάζουμε σε σχετικές μελέτες για το μυστικιστικό Ισλάμ και τον σουφισμό ότι οι τοπικοί πληθυσμοί που βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα αντιδρούν με φυγή αναχωρητισμού.(8) Αναχωρητισμός που εκδηλώνεται σε μια σούφικη εκδοχή λαϊκού Ισλάμ, εκδοχή που αρνείται τις συμμορφώσεις ορθοπραξίας στους πέντε στύλους του Ισλάμ και αντ’ αυτών υπηρετεί την ένωση Θεού και ανθρώπων σε ένα Όλον, σε σχέση με τον Κόσμο. Ο τελευταίος, εδαφοποιημένος σε τοπικά ιερά προσκυνήματα, περιλαμβάνει ανθρώπους, ζώα, φυτά σε ισορροπία, με την αγάπη ως πηγή έμπνευσης και δύναμης και όχι ως υποχρέωση προς τον πλησίον, συγκεκριμένες τελετουργίες συμποσιασμού και λατρείας χαρισματικών προγόνων, χρήση αρχαϊκών συμβόλων δισυπόστατων πλασμάτων (άγγελοι) που λειτουργούν ως διαμεσολαβητές του υπέργειου και υπόγειου κόσμου, της ζωής και του θανάτου, υβριδισμοί και αμφισημίες που αποδίδουν και εξορκίζουν συγχρόνως τις συγκρούσεις και τις σχάσεις της ανθρώπινης φύσης μεταξύ του καλού και του κακού. Όλες αυτές οι σούφικες τελετουργίες των Yazidi σε οικείους άγιους τόπους, οι οποίες διαχειρίζονται τις ανθρώπινες συγκρούσεις, κυνηγήθηκαν ανελέητα από τον σουνιτικό δογματισμό των Οθωμανών, ενώ χρησιμοποιήθηκαν εργαλειακά τόσο από το σιιτικό Ιράν όσο και από τους αποικιοκράτες με τη συστηματική αρωγή του οριενταλιστικού λόγου.(9)

Εν μέσω αυτών των ηγεμονικών ουσιοκρατικών Λόγων της εξουσίας γεννήθηκε, διατηρήθηκε και μετασχηματίσθηκε η προφορική παράδοση των Yazidi, από επιλογή αντίστασης. Παράδοση που παρέμεινε προφορική προκειμένου να μη διολισθήσουν στις θρησκευτικές πρακτικές της Βίβλου, με τελετουργίες λαϊκής θρησκευτικότητας που παρεκκλίνουν από τη σουνιτική ορθοπραξία, με συγκρητισμούς που παραπέμπουν σε απομεινάρια του Ζωροαστρισμού και του Χριστιανισμού, με αγγέλους αμφίσημους(10) ή δισυπόστατους που περιλαμβάνουν σύμβολα ζωής και θανάτου μαζί (όπως και ο ευρύτερα διαδεδομένος συμβολισμός της Sahmeran στην περιοχή των Κούρδων, παγόνι με πρόσωπο γυναίκας και φίδι μαζί). Πρόκειται για υβριδισμούς που προκαλούν κάθε εξωγενή εμμονική επίκληση καθαρότητας και ομοιογένειας. Η διατήρηση αυτής της υβριδικότητας προϋπέθετε μυστικισμό, κλειστές κοινότητες και ενδογαμία σε βαθμό που περιχαράκωνε και καταπίεζε τους πιστούς της (βλ. αποχή από την εκπαίδευση σε κάποιες εποχές), ενώ σε περιπτώσεις που ευνοήθηκε η διαφορετικότητα από εξωγενείς αιτίες η παράδοση νοηματοδοτήθηκε δημιουργικά, προκειμένου να εδραιώσει τη νεωτερική εθνοτική κουρδική ταυτότητα. 

Αποδομώντας λοιπόν την παράδοση των Yazidi θα πρέπει να προσέξουμε τους τρόπους με τους οποίους τα υποκείμενα διαπραγματεύονται την υπόστασή τους αντλώντας από ή βασιζόμενα σε αυτή την εμπειρία αναχωρητισμού, εξαίρεσης, αποκλεισμού (έτερο και αυτό), αλλά και υπερηφάνειας, αντοχής, αντίστασης, εμμονής, άρνησης κ.λπ. Μακράν από το να δούμε του Yazidi ως παθητικά θύματα της Ιστορίας ίσως θα πρέπει να μάθουμε γι’ αυτούς, όπως και από αυτούς,(11) για το πώς παραμένουν ενεργοί δράστες σε πείσμα ενός περιβάλλοντος που τους θέλει για 17 τουλάχιστον φορές, σύμφωνα με τις δικές τους αφηγήσεις, στο μάτι του κυκλώνα της γενοκτονίας.(12)

 

Η αποικιοκρατία των Εντολών

Η κοινότητα των Yazidi πρέπει να ιδωθεί και να μελετηθεί σε συνάρτηση με την ιστορική συνθήκη της επέκτασης της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας στα εδάφη της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αμέσως μετά τον Α΄ Παγκόσμιο. Η περίοδος των Εντολών που ακολούθησε μεταξύ 1920-1946 για τη Συρία (υπό την κηδεμονία των Γάλλων) και 1921-1932 για το Ιράκ (υπό τους Βρετανούς με ανάθεση εξουσιαστικών αρμοδιοτήτων στη δυναστεία των Χασεμιτών της Χετζάζης) αποτέλεσε το πολιτικό πλαίσιο(13) της διαδικασίας μειονοτικοποίησης διάφορων πληθυσμών, που προσδιορίζονταν εθνοτικά ή θρησκευτικά (Αλεβήτες, Δρούζοι, Ισμαηλίτες, Κιρκάσιοι, Ασσύριοι, Χαλδαίοι, Κούρδοι, Yazidi, κ.ά.) και η ιστορική παρουσία των οποίων καταγράφεται στους προηγούμενους αιώνες, εν μέσω μεγάλων πληθυσμιακών μεταβολών και διαδοχής αλλεπάλληλων αυτοκρατορικών σχημάτων διοίκησης. Η διαδικασία μειονοτικοποίησης βρισκόταν σε εξέλιξη ήδη από τα ύστερα οθωμανικά χρόνια, αφού κάποιες πληθυσμιακές ομάδες όπως οι Yazidi ή οι Αλεβήτες θεωρούνταν «ξένο σώμα» σε σχέση με τα υπάρχοντα millet, που αναγνωρίζονταν στην αυτοκρατορία. Για τις ομάδες αυτές, η περίοδος των Εντολών υπήρξε το μεταβατικό στάδιο ανάμεσα σε δύο ηγεμονικές αφηγήσεις: αυτής του οθωμανικού σουνιτικού πανισλαμισμού με τα σαλαφιστικά του χαρακτηριστικά περί «καθαρότητας» κι αναγέννησης της ισλαμικής Ούμμα από «αιρετικά» στοιχεία, και αυτής του μεταποικιακού παναραβισμού με τις αξιώσεις δημιουργίας μιας νέας ριζοσπαστικής ενοποιητικής ταυτότητας, που είχε ως βάση της τον αραβισμό και όχι τόσο τις θρησκευτικές αναφορές. 

Το νέο στοιχείο της περιόδου της Βρετανικής Εντολής στο Ιράκ ήταν ότι οι «υπό διαμόρφωση μειονότητες» προέκυψαν από τη νεωτερική διαδικασία συγκρότησης ενός νέου έθνους-κράτους. Οι Κούρδοι αναγνωρίστηκαν από τη βρετανική διοίκηση ως η μεγαλύτερη εθνοτική μειονότητα και παράλληλα με τις φυλές, οι οποίες αποτελούσαν το 20% του πληθυσμού του νέου κράτους, αποτέλεσαν τα μέρη μιας αποικιακά ελεγχόμενης διαπραγμάτευσης με το αραβικό σουνιτικό στοιχείο της αστικής τάξης, που είχε συσπειρωθεί γύρω από τα πρώτα πολιτικά κόμματα και τον εισαγόμενο θρόνο του βασιλιά Φάισαλ. Στην προσπάθειά τους να καταστείλουν τις δαπανηρές εξεγέρσεις του σιιτικού πληθυσμού και να αποφύγουν την ανατροπή των ισορροπιών ισχύος μεταξύ των πληθυσμών, τόσο οι διάφορες φυλές όσο και οι Κούρδοι, αλλά και οι Ασσύριοι, όπως επίσης και οι Χαλδαίοι, χρησιμοποιήθηκαν από πολύ νωρίς από τους Βρετανούς ως αντίβαρο, επανδρώνοντας παραστρατιωτικά τάγματα, τα γνωστά Iraqi Levies ή Shabanas, τα οποία αριθμούσαν περί τους 2.000 μαχητές.(14) Τα ίδια αποικιακά εργαλεία διαχείρισης ετερογενών πληθυσμών, που καλούνταν να αναπτύξουν εθνική συνείδηση σε μια ιδιαιτέρως κρίσιμη, μεταβατική περίοδο χρησιμοποιήθηκαν και από τους Γάλλους στην Εντολή της Συρίας με τη δημιουργία των Troupes Speciales du Levant, απαρτιζόμενων από Κούρδους, Κιρκάσιους, Αρμένιους, Αλεβήτες κ.ά. Έκτοτε αυτή η παράδοση σεχταρισμού θα επηρέαζε συνολικά τη διαμόρφωση των ενόπλων δυνάμεων των νεότευκτων κρατών,(15) εξάγοντας τις εντάσεις της και στην κοινωνικοπολιτική σφαίρα κι αφήνοντας μια αρνητική παρακαταθήκη για τα χρόνια της μεταποικιακής περιόδου που θα ακολουθούσαν, μέχρι και τις μέρες μας.

 

Η μειονοτικοποίηση ως πλεονέκτημα

Οι Yazidi λοιπόν κλήθηκαν να επαναπροσδιορίσουν την ύπαρξή τους ως κοινότητα σε σχέση με τις άλλες κοινότητες: την κουρδική με την οποία σχετίζονταν εθνοτικά, την ιρακινή, η οποία αποτελούσε τη νεωτερική πρόκληση της εποχής εκείνης, αλλά και την αραβική ή παναραβική που θα τη διαδεχόταν τις επόμενες δεκαετίες. Σε σχέση με την έννοια της «κουρδικότητας» kurdayeti, αν και είχε αρχίσει να αναπτύσσεται σε κάποιες περιοχές του ύστερου οθωμανικού κράτους ως απάντηση στις πολιτικές εκτουρκισμού στις οποίες διολίσθαινε, κατά τη διάδοχη κατάσταση της Βρετανικής Εντολής του Ιράκ η κουρδικότητα εκφραζόταν περισσότερο με όρους ένταξης σε άλλα σχήματα, όπως τα σουφικά τάγματα της Naqshbandiyya, της Qadiriyya ή η κοινότητα των Yazidi(16). Παρατηρούμε λοιπόν μια πολιτική επένδυσης στον σεχταρισμό για πολιτικούς σκοπούς, η οποία ενθαρρύνθηκε και μεταξύ των μελών της μεγαλύτερης αναγνωρισμένης μειονότητας, αυτής των Κούρδων. Μέχρι την επίσημη έξοδό τους το 1932, αλλά και την ανεπίσημη το 1958, όταν ανατράπηκε η υποστηριζόμενη από τους ίδιους μοναρχία και το Ιράκ βρέθηκε στην τροχιά του νασερικού παναραβισμού, οι Βρετανοί ενθάρρυναν τη θρησκευτική έκφραση της κουρδικότητας, κρίνοντας ότι ο θρησκευτικός κατακερματισμός των Κούρδων αποτελούσε το καλύτερο ανάχωμα σε μια ενδεχόμενη ροπή τους προς τον κομμουνισμό. Παρά το γεγονός ότι η παραχώρηση αυτονομίας στους Κούρδους δε βρισκόταν μεταξύ των βρετανικών προθέσεων, το 1932 οι Κούρδοι φύλαρχοι ζήτησαν από την εντολοδόχο δύναμη να παραμείνουν υπό την προστασία της, φοβούμενοι τις πρακτικές των Αράβων εναντίον τους.(17) Στο γειτονικό Ιράν, γινόταν μία άλλη προσπάθεια διευθέτησης του κουρδικού προβλήματος μέσω της αφομοίωσης του πληθυσμού στην ηγεμονική ταυτότητα του σιιτισμού. 

Εντός αυτού του πλαισίου επαναπροσδιορισμού της θέσης τους, ως θρησκευτική μειονότητα μιας ευρύτερης εθνοτικής μειονότητας στο Ιράκ, οι Yazidi βρέθηκαν σε πολύ καλύτερη μοίρα απ’ ό,τι ήταν κατά τα οθωμανικά χρόνια που τους θεωρούσαν αιρετικούς. Η κατασκευή τους ως μειονότητα στη νέα επικράτεια που ονομαζόταν Ιράκ μπορεί να μην ωφέλησε εν συνόλω τη διαδικασία της κουρδικής εθνικής αφύπνισης, η οποία θα γνώριζε πολλές περιπέτειες καθ’ όλη την περίοδο των μπααθικών καθεστώτων που θα επιχειρούσαν τον εξαραβισμό του κουρδικού στοιχείου, ωστόσο ωφέλησε τους ίδιους τους Yazidi, προσδίδοντάς τους ένα status ιστορικής θρησκευτικής κοινότητας. Η τελευταία θα μπορούσε να επιβιώσει σε όλα τα εθνικιστικά προγράμματα, φλερτάροντας με τον αραβισμό, όπως ακριβώς φλέρταραν και οι λοιπές χριστιανικές μειονότητες του Ιράκ. Το μόνο πρόγραμμα το οποίο θα απειλούσε τη θέση που κατοχύρωσαν από τα αποικιακά χρόνια ήταν, όπως έδειξε η πρόσφατη εμπειρία, αυτό της πουριτανικής κάθαρσης που επέβαλε στην περιοχή τους το ISIS. 

Χάρη στη διαδικασία μειονοτικοποίησης, οι Yazidi προσέδωσαν θεσμική διάσταση στην προφορικότητα της παράδοσής τους, που εκφραζόταν μέσω των δικών τους πρακτικών ορθοπραξίας και τελετουργικών, όπως το ετήσιο προσκύνημα στον τάφο του ιδρυτή της κοινότητας, Shaikh ‘Adi στην περιοχή του Shaikhan και το ιερό όρος Lalish. Το πλούσιο πολιτισμικό υπόστρωμα συγκρητισμού που ανέκαθεν χαρακτήριζε την περιοχή του βορείου Ιράκ ενσωματώθηκε στην κατασκευή της δικής τους διακριτής παράδοσης, ενώ ο θεσμός του Εμιράτου, που στην ουσία οργάνωνε ιεραρχικά τις φυλές, τους αναγνωρίστηκε ως αναπόσπαστο κομμάτι της ιδιαίτερης Yazidi ταυτότητας, χωρίς να απειληθεί από τη νεωτερική κατασκευή του έθνους-κράτους. Η απρόσκοπτη άσκηση της εξουσίας των εμίρηδών τους επί των Yazidi υποκειμένων (βλ. ένα αυστηρό σύστημα ιεραρχίας μεταξύ των φυλών και των γενεαλογικών γραμμών) στο πλαίσιο της ιρακινής επικράτειας, αλλά και η παντελής απουσία τιμωρητικών επιδρομών της RAF, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε κατά καιρούς με άλλους κουρδικούς ή σιιτικούς πληθυσμούς, αποτελούσε το μεγαλύτερο διαπιστευτήριο περί της πολιτικής νομιμοποίησης της κοινότητας στις σχέσεις της με το αποικιακό και το μεταποικιακό ιρακινό κράτος.(18)

 

Το αμάρτημα της υβριδικότητας 

Οι πολλές αλλά κυρίως τραυματικές εμπειρίες των Yazidi μας υπενθυμίζουν το μεγάλο αμάρτημα της μετα-νεωτερικής εποχής μας που το πληρώνουν αφενός οι μειονοτικοί πληθυσμοί, αφετέρου όσοι από αυτούς ζητούν αυτονομία ή πάνε κόντρα στον καιρό της ομοιογένειας, της συμμόρφωσης, τους αποκλεισμού, της ρήξης, της επίδειξης ανδρικής δύναμης και του ανταγωνισμού, της επιβίωσης του ανθρώπου ως κυρίαρχου επί της φύσης και των αδύναμων πλασμάτων ή εξαιρέσεων. Οι ιστορίες αυτές μας συγκλονίζουν για την ύπαρξη και τα όρια της ανθρωπινότητας ενός ομοιογενούς υποκριτικού μάτσο πουριτανισμού, που αφενός δεν επιτρέπει τη χαρά της ζωής στη δημόσια σφαίρα τοπικών κοινοτήτων να λατρεύουν τους προγόνους τους στους ιερούς τους τόπους, αφετέρου χρησιμοποιεί την τεχνολογία του βιασμού των γυναικών για να επιβληθεί.

 Όσοι δε συμμορφώνονται με τα παραπάνω αποτελούν υβριδικές φιγούρες που πρέπει να εξαφανισθούν. Σε αυτήν την περίφραξη ο θρησκευτικός δογματισμός στο όνομα του ενός και μοναδικού θεού μετατρέπεται σε φανατισμό και ο μάτσο ανδρισμός αναλαμβάνει τη βρόμικη δουλειά της εξιλέωσης. Η παγκοσμιοποίηση και η κοινωνική ανισότητα γεννούν τους δράστες της συμμόρφωσης σε μια εκδοχή που δεν εκπορεύεται πια από τα ιερατεία, αλλά από τους ίδιους τους άνδρες πιστούς που έχουν με πολλούς τρόπους ενσωματώσει την εντολή.

Αν όμως κάνουμε τον κόπο να αφουγκραστούμε τις προσωπικές ιστορίες μέσα από τις μαρτυρίες των Γιαζίντι, αντί να καταγράφουμε τις θηριωδίες των ανδρών του ISIS, και δώσουμε σημασία στις πρακτικές επιβίωσης των γυναικών Yazidi , τότε ίσως μπορέσουμε να διακρίνουμε τις λεπτές αυτές αποχρώσεις δύναμης που κρύβουν μέσα τους αυτές οι γυναίκες. Δύναμη που αντλείται από μια συνολική θρησκευτική παράδοση αντίστασης και αναχωρητισμού καθώς και μια ιστορική εμπειρία επάλληλων μειονοτικοποιήσεων.

Η ιστορία των αλλεπάλληλων διώξεων των Yazidi και η γενναιότητα της αντίστασής τους, καθώς και το δικαίωμα στην υβριδικότητα ακόμη και μέσα από την αναθεώρηση της ίδιας τους της προφορικής παράδοσης, όπως το έπραξαν οι ιερουργοί τους, μας προτρέπει να ασκήσουμε σκληρή κριτική στην ακαμψία κάθε θρησκευτικού δογματισμού. Μπροστά στην αδιαφορία της διεθνούς κοινότητας, όταν το καλοκαίρι του 2014 εγκλωβίστηκαν στο ιερό τους βουνό, οι ιστορίες των Yazidi μιλούν για την αξία του κοινοτικού δεσμού και τη συνδρομή της κοινότητας στις δύσκολες εποχές (όπως ιστορίες για το πώς το ΠΚΚ και η Κούρδοι πολιτοφύλακες άνοιξαν διάδρομο με ελπίδα σωτηρίας για κάποιους από τους εγκλωβισμένους). Δείχνουν όμως παράλληλα και τη δύναμη αυτών των διασπορικών πια υποκειμένων να αντιστέκονται και να καταγγέλλουν τα εγκλήματα στη διεθνή κοινότητα. Επιζητώντας την αναγνώριση της γενοκτονίας και το δικαίωμα στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, μας αφήνουν περιθώρια ελπίδας για το πώς τέτοιες τοπικές θρησκευτικές παραδόσεις ανταρσίας θα μπορούσαν να συμπορευθούν και να διαπραγματευθούν με τον εκκοσμικευτικό λόγο περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1.  Yezidi Genocide, http://www.yeziditruth.org/yezidi_genocide 

2.  Yazidi women and girls resist ISIS in creative ways http://www.womenundersiegeproject.org/blog/entry/yazidi-women-and-girls-resist-isis-in-creative-ways

3.  Yazidi Refugees Tell Their Story http://www.fairobserver.com/region/middle_east_north_africa/yazidi-genocide-by-isis-world-news-analysis-42300/

4.  Βλ. ενδεικτικά έρευνες για μουσουλμάνους στα Βαλκάνια (F. Tsibiridou (2015), «Rationalizing Popular Islam among the Slavonic-Speaking Muslim in Greece» στο Μ. Couroukli, T. Marinov (επιμ.) Balkan Heritages. Negotiating History and Culture. Surrey: Ashagte 2015: 209-228) ή στη Μέση Ανατολή (Πάνος Κουργιώτης, Μορφές «Επανίδρυσης» του Ισλάμ στη Νεότερη και Σύγχρονη Εποχή (Διδακτορική Διατριβή, Τμήμα Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ, 2013: 58 – 76).

5.  O. Αrjum (2007) «Islam as a Discursive Tradition: Talal Asad and its Interlocutors», Comparative Studies of South Asia, , Africa and Middle East 27/3: 656-72.

6.  Βλ. ενδεικτικά τη διαφωτιστική εισαγωγή του Hobsbawm στο E. Hobsbawm, T. Ranger (επιμ.), Η Επινόηση της Παράδοσης, μτφρ. Θανάση Αθανασίου (Θεμέλιο: Αθήνα, 2004), 9-24. 

7.  Για τα ιστορικά παραδείγματα της πολιτικής διάστασης του Σαλαφισμού βλ. Π. Κουργιώτης «Το Χαλιφάτο ως Πολιτικό Αποτέλεσμα, ενενήντα χρόνια μετά την κατάργησή του (1924–2014)» Κέντρο Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών Πανεπιστημίου Πελοποννήσου (2014) & του ιδίου «Salafism as a Tool of Post-Arab Spring Saudi Arabian Diplomacy», Hemispheres Studies on Cultures and Societies (2016) 31/1: 13-22.

8.  Γ. Μακρής, Ισλάμ Πεποιθήσεις, Πρακτικές και Τάσεις (Ελληνικά Γράμματα: Αθήνα, 2004), 361-377. Y.N. Ozturk, (1998) The Eye of the Heart: AN Introduction to Sufism and the Major Tariquats of Anatolia and the Balkans, Istanbul: Redhouse Press.

9. Lalish: The Yezidi Spiritual Heartland (II)
http://www.yeziditruth.org/lalish-the-yezidi-spiritual-heartland-ii

10. Yezidi Religious Tradition
http://www.yeziditruth.org/yezidi_religious_tradition

11.  Η παρούσα επισκόπηση έχει διερευνητικό χαρακτήρα, αφού δεν περιλαμβάνει επί του παρόντος εθνογραφική έρευνα και συνεντεύξεις με Yazidi. Στηρίζεται, ωστόσο, σε μαρτυρίες και πληροφοριακό υλικό που εκπορεύεται από ενεργούς διαδικτυακούς δράστες.

12. Rozina’s Story https://www.globalfundforwomen.org/refugee-crisis-rozinas-story/#.WJrJTvnyjIU

13.  A. Williams, Britain and France in the Middle East and North Africa (St. Martin’s Press: New York, 1968), 32.

14. N. Denise, The Kurds and the State: Evolving National Identity in Iraq, Turkey and Iran (Syracuse University Press: New York, 2005), 29.

15. Α. Κούτσης, Μέση Ανατολή: Διεθνείς Σχέσεις και Πολιτική Ανάπτυξη, Α Τόμος (Παπαζήσης: Αθήνα, 1992), 334-345.

16.  Denise, The Kurds, 39.

17.  Denise, The Kurds, 37.

18. N. Fuccaro, The Other Kurds: Yazidis in Colonial Iraq (I.B. Tauris, 1999), 3, 6, 24 & 138.

 

(πρώτη δημοσίευση: περιοδικό ΧΡΟΝΟΣ, 15 Φεβρουαρίου 2017)

ΧΡΟΝΟΣ #46, 15 Φεβρουαρίου 2017

Φωτεινή Τσιμπιρίδου

Κοινωνική Ανθρωπολόγος, Καθηγήτρια (Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας- Θεσσαλονίκη). Δρ. της EHESS στο Παρίσι. Εχει διδάξει στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης (1992-1003). Ασχολείται ερευνητικά με ζητήματα πολιτικής ανθρωπολογίας (μειονότητες, εθνικισμοί, κουλτούρα του κράτους, εξουσία, έμφυλες σχέσεις και κινηματική δράση) στο χώρο των Βαλκανίων, της Τουρκίας (Istanbul) και της Μέσης Ανατολής (Oman). Επισκέπτρια Ερευνήτρια στο College de France EHESS-Paris (1996), Τμήμα Ανθρωπολογίας Harvard MA (1999), Τμήμα Κοινωνιολογίας Bilgi-Istanbul (2008).

Εχει δημοσιεύσει 6 βιβλία, πάνω από 30 μελέτες, ενώ έχει συμμετάσχει στην παραγωγή ντοκυμαντέρ για μειονότητες και μετανάστες.

http://www.uom.gr/modules.php...

Βιβλία:
F. Tsibiridou, Les Pomak dans la Thrace grecque. Discours ethnique et pratiques socioculturelles, L'Harmattan, Παρίσι 2000· Φ. Τσιμπιρίδου (επιμ.), «Μουσουλμάνες της Ανατολής»: Αναπαραστάσεις, πολιτισμικές σημασίες και πολιτικές, Κριτική, Αθήνα 2006· Α. Karakasidou και F. Tsibiridou (guest editors), Ehnographing Greece in Late Modernity, Journal of Modern Greek Studies, ειδικό τεύχος, 24(2) (2006)· Φ. Τσιμπιρίδου και Δ. Σταματόπουλος (επιμ.), Οριενταλισμός στα όρια. Από τα οθωμανικά Βαλκάνια στη σύγχρονη Μέση Ανατολή, Κριτική, Αθήνα 2008· Φ. Τσιμπιρίδου (επιμ.), Μειονοτικές και μεταναστευτικές εμπειρίες. Βιώνοντας την «κουλτούρα του κράτους», Κριτική (σε συνεργασία με Κ.Ε.Μ.Ο.), Αθήνα 2009.

Ο Παναγιώτης Κουργιώτης είναι μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας με θέμα: Η αμφισημία της έννοιας «Islah» (μεταρρύθμισης) στο αραβικό σουνιτικό Ισλάμ.

...ίσως βοηθήσει να ακούσουμε τους ίδιους, δηλαδή τις ίδιες τους τις ιστορίες, ιστορίες κυρίως γυναικών που όχι μόνο τις βγάζουν από την παθητική στάση των θυμάτων, αλλά μας προκαλούν να αναζητήσουμε στον χώρο και στον χρόνο τους σηματοδότες της παράδοσης από τους οποίους ενδέχεται να αντλούν δύναμη και πίστη στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Η δική μας παρέμβαση έχει στόχο να προβληματοποιήσει το ζήτημα προκειμένου να δούμε το κυνήγι μαγισσών προς τους Yazidi αφενός αποδομητικά, αφετέρου ως ευκαιρία για να συζητήσουμε το ζήτημα της «ανθρωπινότητας» μεταξύ, ανάμεσα ή πέρα από τις μονοθεϊστικές θρησκευτικές παραδόσεις, εντός και εκτός της Μέσης Ανατολής.

Η κάθε επιμέρους παράδοση στον κόσμο του Ισλάμ θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να αποδομηθεί υπό το πρίσμα της συνεχούς παραγωγής ορθοδοξίας από την εμφάνιση αυτής της μονοθεϊστικής θρησκείας.

Οι πολλές αλλά κυρίως τραυματικές εμπειρίες των Yazidi μας υπενθυμίζουν το μεγάλο αμάρτημα της μετα-νεωτερικής εποχής μας που το πληρώνουν αφενός οι μειονοτικοί πληθυσμοί, αφετέρου όσοι από αυτούς ζητούν αυτονομία ή πάνε κόντρα στον καιρό της ομοιογένειας, της συμμόρφωσης, τους αποκλεισμού, της ρήξης, της επίδειξης ανδρικής δύναμης και του ανταγωνισμού, της επιβίωσης του ανθρώπου ως κυρίαρχου επί της φύσης και των αδύναμων πλασμάτων ή εξαιρέσεων.

Η ιστορία των αλλεπάλληλων διώξεων των Yazidi και η γενναιότητα της αντίστασής τους, καθώς και το δικαίωμα στην υβριδικότητα ακόμη και μέσα από την αναθεώρηση της ίδιας τους της προφορικής παράδοσης, όπως το έπραξαν οι ιερουργοί τους, μας προτρέπει να ασκήσουμε σκληρή κριτική στην ακαμψία κάθε θρησκευτικού δογματισμού.