Για μια δημοκρατία των από κάτω

Τα Πολιτικά του Μπαρούχ Σπινόζα

Ο Άρης Στυλιανού, επίκουρος καθηγητής πολιτικής φιλοσοφίας στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Α.Π.Θ., μιλάει στον Θανάση Μήνα για το βιβλίο του «Ο Σπινόζα και η Δημοκρατία» (εκδ. Πόλις, 2016)

Θα ήθελα να δούμε αρχικά πώς αλληλοσυμπληρώνονται τα «ηθικά» και τα «πολιτικά έργα» του Σπινόζα.

Ο Σπινόζα είναι ένας μεγάλος φιλόσοφος, του οποίου η σκέψη δεν έπαψε ποτέ να διαβάζεται και να προκαλεί θαυμασμό. Όπως έγραφε ο Χέγκελ, «ο Σπινόζα αποτελεί κομβικό σημείο για τη φιλοσοφία: το δίλημμα είναι ή Σπινόζα ή όχι φιλοσοφία». Στη σπινοζική φιλοσοφία η ηθική και η πολιτική κατά κάποιον τρόπο αλληλοσυμπληρώνονται, επειδή η ηθική δεν είναι ηθικολογία ή δεοντολογία, αλλά είναι η προσπάθεια για να κατανοήσουμε και να καταδείξουμε πώς λειτουργούν τα ανθρώπινα πάθη και πώς εξηγούνται οι συμπεριφορές των ανθρώπων. Υπό αυτή την έννοια, το υλικό της πολιτικής είναι τα διατομικά ανθρώπινα πάθη ή τα πάθη του κοινωνικού σώματος. Έτσι, όλη η φιλοσοφία του Σπινόζα περικλείεται, θα λέγαμε, στην περίφημη Ηθική του. 

 

Ο Σπινόζα γράφει σε μια ταραγμένη περίοδο της ολλανδικής ιστορίας. Ποιο είναι το συγκείμενο και πώς επηρεάζει τη σκέψη του;

Η σπινοζική θεωρητική παρέμβαση αφορμάται πρωτίστως από την άμεση πολιτική συγκυρία, επειδή ο φιλόσοφος αποφασίζει να υπερασπιστεί τη δημοκρατία όχι αφηρημένα και γενικά, αλλά πολύ συγκεκριμένα και ειδικά. Επιθυμεί δηλαδή να υπερασπιστεί το προοδευτικό φιλελεύθερο πολίτευμα της πατρίδας του, την Oλλανδική Πολιτεία, η οποία απειλείται και κινδυνεύει με κατάρρευση. Η Δημοκρατία βρίσκεται σε κίνδυνο εξαιτίας της καταστροφικής δράσης της παράταξης του μίσους, των φιλομοναρχικών και των αντιδραστικών καλβινιστών θεολόγων, που επιδιώκουν την παλινόρθωση του Οίκου της Οράγγης και την επιβολή ενός καθεστώτος ανελευθερίας. Η καταστροφή που ελλοχεύει, και την οποία προβλέπει με ανησυχία ο Σπινόζα, δεν θα αργήσει τελικά να έρθει στα 1672. Η Ολλανδική Πολιτεία θα καταλυθεί και το όνειρο για ελευθερία και δημοκρατία θα σβήσει.

 

Γράφετε ότι στον Σπινόζα «μεγαλύτερη σημασία έχει το ποιοτικό κριτήριο, δηλαδή ο τρόπος  συγκρότησης της κυριαρχίας και άσκησης της εξουσίας, ανεξαρτήτως πολιτεύματος». Αυτό μάλλον διαφοροποιεί τον Σπινόζα από άλλους στοχαστές της έννοιας του Κράτους, όπως ο Χομπς. Πώς αντιλαμβάνεται ο Σπινόζα τη δημοκρατία;

Η μελέτη μου επικεντρώνεται στη σπινοζική πολιτική θεωρία, και ειδικότερα στη θεωρία για τη δημοκρατία, επιδιώκοντας να συμβάλει κάπως στον σύγχρονο προβληματισμό ως προς ορισμένα κρίσιμα ζητήματα της δημοκρατικής θεωρίας και πράξης. Η θεωρία του Σπινόζα προσφέρει το υλικό και ανοίγει ένα δυναμικό πεδίο για να σκεφτούμε την προοπτική μιας δημοκρατίας του πλήθους, των πολλών, των από κάτω. Αντίθετα από τον Χομπς που προτιμά τη μοναρχία, στην προοπτική του Σπινόζα, το πλήθος είναι το στοιχείο που καθορίζει το Κράτος, διότι το Κράτος είναι ένα Δίκαιο που συγκροτείται από τη δύναμη του πλήθους. Υπάρχει βέβαια μια διαλεκτική που διέπει το πλήθος ή τις μάζες. Οι μάζες είναι συγχρόνως τρομακτικές και τρομαγμένες. Η θεμελιώδης καταστατική αμφιθυμία των μαζών, που κυμαίνονται διαρκώς μεταξύ ενεργητικότητας και παθητικότητας, καθορίζει τη δύναμη, αλλά και την αδυναμία του πλήθους. Το δεδομένο αυτό είναι κρίσιμο για τη δημοκρατία, διότι από εδώ θα προσδιοριστούν τα όντως προοδευτικά και χειραφετητικά κινήματα του πλήθους που στρέφονται εναντίον της καθεστηκυίας τάξης πραγμάτων, και θα διακριθούν από τα αντιδραστικά κινήματα, που επίσης υπάρχουν και δρουν (παράδειγμα: η άνοδος της ακροδεξιάς στη σημερινή Ευρώπη). 

 

Και πάλι σε αντίθεση με τον «Λεβιάθαν» του Χομπς, για τον Σπινόζα τελικά σκοπός του Κράτους είναι στην πραγματικότητα η ελευθερία;

Ο Σπινόζα σε μια πρώτη φάση, πριν από το 1672, θα πει ακριβώς ότι σκοπός του Κράτους είναι η ελευθερία και ότι το καλύτερο Κράτος είναι το δημοκρατικό. Μετά από την τραγική εμπειρία της πτώσης της Ολλανδικής Πολιτείας, θα επιχειρήσει να ξανασκεφτεί την πολιτική σε πιο «επιστημονική», σε πιο ρεαλιστική βάση, αν θέλετε, και θα προσθέσει ότι η αρετή του Κράτους είναι η ασφάλεια, με την έννοια της διατήρησής του, της σταθερότητας και της εύρυθμης λειτουργίας των θεσμών. Ωστόσο ο Σπινόζα πάντοτε, σε αντίθεση με τον Χομπς, επιμένει ότι ενδιαφέρεται για μια καθαυτό ανθρώπινη ζωή και ότι ο άνθρωπος δεν είναι μια βιολογική μηχανή που θα του αρκούσε να επιβιώνει: οι άνθρωποι επιθυμούν να ζήσουν μια αξιοβίωτη ζωή με ποιότητα και με ελευθερία.

 

Θα ήταν παρακινδυνευμένο αν προσπαθούσαμε να ερμηνεύσουμε τον Σπινόζα ως συνεχιστή (και ανανεωτή) της πολιτικής σκέψης του Μακιαβέλλι;

Όχι, καθόλου παρακινδυνευμένο. Αντιθέτως, ο Σπινόζα βασίζεται πολύ στις αναλύσεις του Μακιαβέλλι, τις οποίες και εμβαθύνει και συνεχίζει. Στην Πολιτική πραγματεία του ο Σπινόζα πλέκει το εγκώμιο του Μακιαβέλλι ως προς την πολιτική του διορατικότητα και ευστοχία. Εμπνέεται από τον Ηγεμόνα, αλλά ακόμη περισσότερο από τις Διατριβές στην πρώτη δεκάδα του Τίτου-Λίβιου, αυτό το φιλοδημοκρατικό βιβλίο του Μακιαβέλλι. Στον Φλωρεντινό συγγραφέα ο Σπινόζα αναζητεί και βρίσκει μια ρεαλιστική ανάλυση της πολιτικής πραγματικότητας, μια θεωρία που συνάδει με την εμπειρία και την πράξη.

 

Με ποιον τρόπο επιχείρησε ο Αλτουσέρ να αναγνώσει εκ νέου το μαρξικό έργο μέσω της φιλοσοφίας του Σπινόζα;

Η πολιτική διάσταση της φιλοσοφίας του Σπινόζα παραγνωρίστηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα, εξαιτίας της γοητείας που ασκούσε και εξακολουθεί να ασκεί η περίφημη μεταφυσική ή οντολογία του. Ωστόσο, από τη δεκαετία του 1960 και έπειτα η σπινοζική πολιτική θεωρία έχει προσελκύσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, επηρεάζοντας σημαντικά ένα ριζοσπαστικό ρεύμα στη σύγχρονη πολιτική φιλοσοφία. Ο Λουί Αλτουσέρ κατάφερε να συνδέσει τη σπινοζική φιλοσοφία με τον μαρξισμό, ενώ οι μαθητές του, κυρίως ο Μασερέ και ο Μπαλιμπάρ, ανέδειξαν την πολιτική πρωτοτυπία και την επικαιρότητα του Σπινόζα. Ο Αλτουσέρ έσκυψε επιμελώς και ιδιοφυώς στα κείμενα του Σπινόζα, αναζητώντας εκεί μια εναλλακτική προς τη διαλεκτική του Χέγκελ. Με αυτόν τον τρόπο, επέστρεψε στον Σπινόζα για να διαβάσει ξανά τον Μαρξ, για να μας δείξει έναν Μαρξ ώριμο και επιστήμονα, απαλλαγμένο από τον ιδεαλιστικό «ανθρωπισμό» του Χέγκελ και του Φώυερμπαχ. Έναν Μαρξ υλιστή, συνεχιστή της φιλοσοφικής γραμμής του Δημόκριτου, του Λουκρήτιου, του Μακιαβέλλι και του Σπινόζα, που επεξεργάζεται με επιτυχία έναν υλισμό των αστάθμητων συναντήσεων.

 

 

Πώς προσεγγίζουν τον Σπινόζα ο Μπαλιμπάρ και ο Νέγκρι, αντίστοιχα;

Και οι δύο αυτοί σύγχρονοι φιλόσοφοι διάβασαν με τον δικό τους πρωτότυπο και δημιουργικό τρόπο την πολιτική σκέψη του Σπινόζα. Ο Νέγκρι επέμεινε στη σπινοζική οντολογία, που την ταύτισε με την πολιτική, καταδεικνύοντας την επαναστατική, υλιστική πλευρά της φιλοσοφικής σύλληψης του Σπινόζα ως προς την εμμένεια. Ο Νέγκρι κατανοεί τον Σπινόζα ως ρομαντικό επαναστάτη της εναλλακτικής νεωτερικότητας, ως στοχαστή του πλήθους, ως άμεσο πρόγονο του Μαρξ και των πληθυντικών επαναστατικών κινημάτων. Στην ερμηνεία του απορρίπτει κάθε έννοια διαμεσολάβησης, ακόμη και θεσμικής. Στο σημείο αυτό διαφωνεί μαζί του ο Μπαλιμπάρ, ο οποίος ρίχνει το βάρος των αναλύσεών του στην αρνητική διαλεκτική του πλήθους, στον φόβο των μαζών, προτείνοντας τρόπους θεσμικής θωράκισης του πολιτικού σώματος. Για τον Μπαλιμπάρ, ο Σπινόζα συμβάλλει στο κομβικό ζήτημα για τη δημοκρατία, που είναι η σχέση που διατηρούν στο εσωτερικό της η ισότητα με την ελευθερία. Είναι βέβαιο ότι η δημοκρατία έχει απόλυτη ανάγκη από συνεχή και βαθύ εκδημοκρατισμό. Με βοηθό τη σκέψη του Σπινόζα, ο Μπαλιμπάρ υποστηρίζει ότι στην εποχή μας χρειάζεται να επανεπινοήσουμε πολλές πτυχές της δημοκρατικής θεωρίας και πρακτικής, νοηματοδοτώντας εκ νέου την πολιτική. Εκείνο που μπορούμε εμείς να κάνουμε, είναι να εμβαθύνουμε τη σπινοζική θεωρία για τη δημοκρατία, εμπλουτίζοντάς την με τις επεξεργασίες φιλοσόφων όπως ο Νέγκρι και ο Μπαλιμπάρ, αλλά και ο Φουκώ, ο Ντελέζ ή ο Ντερριντά.

 

Η έννοια της «ηγεμονίας», με την γκραμσιανή έννοια του όρου, μπορεί να εντοπιστεί στον Σπινόζα; 

Και ναι, και όχι. Όχι με την αυστηρή έννοια, δηλαδή δεν υπάρχει στη σπινοζική θεωρία η έννοια «ηγεμονία». Ναι, ωστόσο, αν σκεφτούμε ότι ο Σπινόζα εμπνέεται από το έργο του Μακιαβέλλι (όπως ακριβώς και ο Γκράμσι) και επιχειρεί να σκεφτεί σε βάθος τη δύναμη και την επιρροή της ιδεολογίας στην πολιτική πράξη. Ο Σπινόζα θα προσυπέγραφε σίγουρα τις γκραμσιανές αναλύσεις περί ηγεμονίας και ηγεμονικής πολιτικής. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι πολλοί μαρξιστές φιλόσοφοι του εικοστού αιώνα είχαν αναφορά στον Σπινόζα, με πρώτο τον Αλτουσέρ και τη «σχολή» του. Σήμερα, στην κατεύθυνση μιας εμβάθυνσης και ριζοσπαστικοποίησης της δημοκρατίας, είναι απαραίτητη η κριτική επεξεργασία της μαρξιστικής παράδοσης, και πρωτίστως της συνεισφοράς του Γκράμσι, του Αλτουσέρ και του Πουλαντζά. Σε μια τέτοια προοπτική, θα μπορούσε να παίξει σημαντικό ρόλο η σπινοζική πολιτική θεωρία, δείχνοντας τις θεωρητικοπολιτικές προϋποθέσεις, αλλά και τις συνέπειες της ριζοσπαστικής δημοκρατίας για τη σύγχρονη πολιτική θεωρία και πράξη.

 

Ο Σπινόζα συλλαμβάνει την έννοια της διαλεκτικής. Ωστόσο πρόκειται για μια διαλεκτική μη εγελιανού τύπου. Σε ποια σημεία η διαλεκτική του διαφοροποιείται σε σχέση με αυτή του Χέγκελ;

Στον Χέγκελ, η διαλεκτική κίνηση και ανέλιξη μοιάζει να παραπέμπει σταθερά σε μια φιλοσοφία της ιστορίας, δηλαδή σε μια προδιαγεγραμμένη πορεία προς ένα νόημα, ένα τέλος, έναν τελικό σκοπό. Έτσι η διαλεκτική υποτάσσεται στην τελεολογία. Στον Σπινόζα, αντίθετα, εντοπίζεται μια «ανοιχτή» διαλεκτική της δημοκρατίας του πλήθους ή των μαζών, χωρίς καμία υποψία τελεολογίας και διαλεκτικής «υπέρβασης». Στην προοπτική του Σπινόζα, η ιστορική εξέλιξη είναι αστάθμητη και καταστατικά α-όριστη, δηλαδή μη ορίσιμη εκ των προτέρων. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως, σε αντίθεση με την ερμηνεία του ίδιου του Χέγκελ, στη φιλοσοφία του Σπινόζα υπάρχει διαλεκτική, και μάλιστα περισσότερη διαλεκτική απ’ ό,τι στο ίδιο το εγελιανό σύστημα. Απλώς, πρόκειται για μια άλλου τύπου διαλεκτική, για μια διαλεκτική μη τελεολογική.

 

Για τον Σπινόζα, η εξουσία πρέπει να εκκινεί από το Πλήθος. «Η λαϊκή δύναμη είναι απαραίτητη για τη δημοκρατία», όπως σημειώνετε. Μπορεί να επικαιροποιηθεί αυτή η θέση στην εποχή των Κινημάτων, από το Occupy Wall Street ως τους Αγανακτισμένους και την Αραβική Άνοιξη;

Στην παγκοσμιοποιημένη εποχή μας, με δεδομένη την οικονομική και πολιτική κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού, προέκυψε ένα σημαντικό έλλειμμα εναλλακτικής θεωρίας. Για την Αριστερά στο σύνολό της, μεταρρυθμιστική, ριζοσπαστική και επαναστατική, το έλλειμμα αυτό αποδείχθηκε, δυστυχώς, καθοριστικής σημασίας. Εφόσον δεν νοείται αριστερή πολιτική χωρίς αριστερή θεωρία, μας χρειάζονται σήμερα νέες θεωρητικές πρακτικές. Αυτές όμως δεν θα προκύψουν τόσο από τα πάνω, αλλά κυρίως από τα κάτω, από τη δράση των πολύμορφων κοινωνικών κινημάτων. Εδώ ακριβώς τα κινήματα των πλατειών, από το Occupy Wall Street, τη Μαδρίτη και το Κάιρο μέχρι την Αθήνα και το Σύνταγμα, μας δείχνουν τη δύναμη του πλήθους, τη σημασία της λαϊκής κινητοποίησης, των πολύμορφων «δικτυώσεων», καθώς και τους νέους τρόπους με τους οποίους (μπορεί να) γίνεται η πολιτική σήμερα. Μόνο μέσα από την εμπειρία της πολιτικής και κοινωνικής πρακτικής είναι δυνατόν να διαμορφωθεί η αριστερή θεωρία του εικοστού πρώτου αιώνα. Τα προοδευτικά και τα ριζοσπαστικά κινήματα μπορούν να εμπνευστούν από εκεί και να αντλήσουν χρήσιμα εφόδια για την πολύπλευρη δράση τους. Νομίζω ότι αυτό που χρειάζεται σήμερα, μελετώντας τη σπινοζική πολιτική σκέψη περί δημοκρατίας, είναι να σχηματίσουμε νέες έννοιες και να επινοήσουμε ανέκδοτες λύσεις για τα μεγάλα προβλήματα της πολιτικής πραγματικότητας που βιώνουμε, στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και στον Κόσμο.

 

Γράφετε ότι τίθεται αναπόφευκτα το δύσκολο πρόβλημα της διαλεκτικής ανάμεσα στην εξέγερση και τη θέσμιση. Πώς το αντιμετωπίζει ο Ολλανδός φιλόσοφος;

Ο Σπινόζα ήταν βαθιά δημοκράτης, δηλαδή εμπιστευόταν τους πολλούς, το πλήθος. Πίστευε ότι η δημοκρατία αποτελεί τον καλύτερο δυνατό τρόπο για να ρυθμιστεί ο κοινός συλλογικός βίος των ανθρώπων σε ένα δεδομένο πλαίσιο, σε έναν ορισμένο τόπο και χρόνο. Βεβαίως, διέκρινε και τις δυσκολίες της λειτουργίας της δημοκρατίας στην πράξη, δηλαδή ακριβώς την περίπλοκη διαλεκτική του πλήθους ή των μαζών, την αμφιθυμία των ανθρώπινων επιθυμιών και παθών. Οι δημοκρατικοί θεσμοί, με τις αμφισημίες τους, συνιστούν για τον Σπινόζα πολύτιμο κεκτημένο. Η δημοκρατία είναι το μόνο πολίτευμα που μπορεί να συνδυαστεί κατά τον καλύτερο τρόπο με την ισότητα, την ελευθερία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Με άλλα λόγια, η δημοκρατία αποτελεί το προνομιακό πεδίο για να σκεφτούμε και να κάνουμε πράξη τον κομμουνισμό.

 

(Πρώτη δημοσίευση: ΧΡΟΝΟΣ, 6 Ιουνίου 2018)

ΧΡΟΝΟΣ #62, 6 Ιουνίου 2018

Ο Άρης Στυλιανού είναι επίκουρος καθηγητής πολιτικής φιλοσοφίας στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Α.Π.Θ.

Σήμερα, στην κατεύθυνση μιας εμβάθυνσης και ριζοσπαστικοποίησης της δημοκρατίας, είναι απαραίτητη η κριτική επεξεργασία της μαρξιστικής παράδοσης, και πρωτίστως της συνεισφοράς του Γκράμσι, του Αλτουσέρ και του Πουλαντζά. Σε μια τέτοια προοπτική, θα μπορούσε να παίξει σημαντικό ρόλο η σπινοζική πολιτική θεωρία.

Ο φιλόσοφος Σπινόζα δεν υπερασπίζεται τη δημοκρατία αφηρημένα. Επιθυμεί να υπερασπιστεί το προοδευτικό φιλελεύθερο πολίτευμα της πατρίδας του, την Oλλανδική Πολιτεία. Η Δημοκρατία βρίσκεται σε κίνδυνο εξαιτίας της καταστροφικής δράσης της παράταξης του μίσους, των φιλομοναρχικών και των αντιδραστικών καλβινιστών θεολόγων, που επιδιώκουν την παλινόρθωση του Οίκου της Οράγγης και την επιβολή ενός καθεστώτος ανελευθερίας. Η καταστροφή που ελλοχεύει, και την οποία προβλέπει με ανησυχία ο Σπινόζα, δεν θα αργήσει τελικά να έρθει στα 1672.

Από τη δεκαετία του 1960 και έπειτα η σπινοζική πολιτική θεωρία έχει προσελκύσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, επηρεάζοντας σημαντικά ένα ριζοσπαστικό ρεύμα στη σύγχρονη πολιτική φιλοσοφία. Ο Λουί Αλτουσέρ κατάφερε να συνδέσει τη σπινοζική φιλοσοφία με τον μαρξισμό, ενώ οι μαθητές του, κυρίως ο Μασερέ και ο Μπαλιμπάρ, ανέδειξαν την πολιτική πρωτοτυπία και την επικαιρότητα του Σπινόζα.