Η πολιτική κρίση στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας

Ο Δημήτρης Χριστόπουλος συνομιλεί με την Αθηνά Σκουλαρίκη

Πριν λίγες μέρες, ανήσυχος για αυτά που συμβαίνουν στη γειτονική χώρα, τηλεφώνησα στη φίλη Αθηνά Σκουλαρίκη. Η Αθηνά, πριν βρεθεί στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου της Κρήτης, έζησε τέσσερα χρόνια στα Σκόπια ως στέλεχος της Αποστολής του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη και φυσικά γνωρίζει από πρώτο χέρι. Είχα την ιδέα αυτής της συνέντευξης μετά την κουβέντα μας και την ευχαριστώ για την ανταπόκριση: το ελληνικό κοινό έχει πολλούς λόγους να θέλει ξέρει τι συμβαίνει στη γείτονα χώρα χειραφετημένο από εθνικώς προειλημμένα συμπεράσματα που απλώς αναπαράγουν τα στερεότυπα και, σε τελευταία ανάλυση, την άγνοια.

Πέρασες τέσσερα σχεδόν χρόνια, από το 2010 έως τις αρχές του 2014, στην Αποστολή ΟΑΣΕ στα Σκόπια, σε μια ιστορικά κρίσιμη στιγμή.  Τι συμβαίνει σήμερα;

Στις εκλογές του Δεκεμβρίου 2016, το δεξιό και εθνικιστικό VMRO-DPMNE του πρώην πρωθυπουργού Νίκολα Γκρούεφσκι βγήκε οριακά πρώτο με 51 έδρες, χωρίς αυτοδυναμία. Δεν κατάφερε να συμφωνήσει σε κυβέρνηση συνεργασίας με το αλβανικό κόμμα DUI, τον κυβερνητικό του εταίρο από το 2006 έως σήμερα. Αντίθετα το DUI και άλλα δύο μικρότερα αλβανικά κόμματα συμμάχησαν με το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SDSM) που έχει 49 έδρες, το οποίο εξασφάλισε έτσι κοινοβουλευτική πλειοψηφία 67 εδρών σε σύνολο 120. Ο πρόεδρος της δημοκρατίας Ιβάνοφ αρνήθηκε να δώσει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον συνασπισμό της πρώην αντιπολίτευσης με διάφορες δικαιολογίες και τελικά επικαλούμενος εθνικούς λόγους – συγκεκριμένα τον κίνδυνο που θεωρεί πως αποτελούν για την ενότητα του κράτους τα αλβανικά αιτήματα της λεγόμενης «Πλατφόρμας των Τιράνων» (για αναγνώριση της αλβανικής ως δεύτερης επίσημης γλώσσας σε όλη την επικράτεια κλπ.), τα οποία έγιναν εν μέρει δεκτά από το SDSM. 

Το VMRO-DPMNE και ο Γκρούεφσκι προσωπικά –που αντιμετωπίζει μαζί με πολλά στελέχη του κατηγορίες για κατάχρηση εξουσίας, πολιτικές διώξεις, παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη, εκλογική νοθεία και περιορισμό των ΜΜΕ– επιχειρεί να εθνικοποιήσει την κρίση: καταγγέλλει τον αλβανικό εθνικισμό, υπερβάλλοντας τους κινδύνους, και κατηγορεί τους σοσιαλδημοκράτες ως προδότες και υποχείρια του (και εκεί δαιμονοποιημένου) Sorros. Προκειμένου να εμποδίσει τον σχηματισμό κυβέρνησης από την πρώην αντιπολίτευση, οργανώνει κινητοποιήσεις εθνικιστών, με τελευταίο κρούσμα τη βία εναντίον του αρχηγού και στελεχών του SDSM και των αλβανικών κομμάτων μέσα στο Κοινοβούλιο. Χαρακτηριστικό της υποκρισίας είναι ότι καταγγέλλουν την εκλογή του Αλβανού Τάλατ Τζαφέρι (ο οποίος υπήρξε διοικητής του UÇK στην ένοπλη εξέγερση του 2001) στη θέση του Προέδρου της Βουλής, ενώ ο Τζαφέρι είχε διατελέσει Υπουργός Άμυνας επί πρωθυπουργίας Γκρούεφσκι το 2013-2014! 

 

Παρακολουθώντας τις εξελίξεις σήμερα στη χώρα ποιο βλέπεις ως το καλό και ως πού μπορεί να φτάσει το κακό σενάριo;

Η αισιόδοξη εξέλιξη θα ήταν, υπό την πίεση της διεθνούς κοινότητας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να υποχωρήσει και να δώσει την εντολή στον συνασπισμό των σοσιαλδημοκρατών. Διαφαίνεται μια τέτοια προοπτική μετά την επίσκεψη του Αμερικανού Υφυπουργού Εξωτερικών την 1η Μαΐου. Σε αυτή την περίπτωση, ο Γκρούεφσκι θα βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση με δεδομένες τις κατηγορίες που εκκρεμούν εις βάρος του. Εκτός αν, όπως συνιστούν κάποιοι, εξασφαλιστεί για αυτόν προσωπικά κάποιου είδους ασυλία. Δεν αποκλείεται ωστόσο να πετύχει ο Γκρούεφσκι να προκηρυχθούν τελικά νέες εκλογές, τις οποίες ελπίζει να κερδίσει, λόγω της πόλωσης που έχει καλλιεργήσει και της συσπείρωσης των Σλαβομακεδόνων απέναντι στον φόβο του αλβανικού εθνικισμού. Ωστόσο, μετά την καμπάνια που έχει κάνει κατηγορώντας τα αλβανικά κόμματα για αποσχιστικές διαθέσεις, είναι απίθανο να συνεργαστεί μαζί τους όπως πριν, άρα θα υπάρξει νέο αδιέξοδο. Το απαισιόδοξο σενάριο είναι ο Πρόεδρος να μην υποχωρήσει, η πολιτική κρίση να συνεχιστεί, ενδεχομένως να υπάρξουν παράλληλες δομές στη χώρα και βεβαίως θα δοκιμαστούν σοβαρά οι αντοχές των Αλβανών που ως τώρα, παρά τα όσα λέγονται, κινούνται θεσμικά επιδιώκοντας τη συμμετοχή τους σε κυβερνήσεις συνεργασίας, όπως είθισται μετά το 1991. Στόχος όλων των κομμάτων της αλβανικής κοινότητας είναι η ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Αν αυτή η προοπτική εκλείψει, τότε η επιδίωξη κάποιου είδους ένωσης των κατά πλειοψηφία αλβανικών περιοχών με το Κόσοβο και την Αλβανία θα γίνει προτεραιότητα. Όμως η ένοπλη σύγκρουση δεν είναι η πιο πιθανή εξέλιξη, κατ’ εμέ. 

 

Αιτία της άρνησης του Προέδρου της Δημοκρατίας να δώσει την εντολή στους σοσιαλδημοκράτες είναι ο φόβος του αλβανικού εθνικισμού ή ο αγώνας για πολιτική επιβίωση της ομάδας Γκρούεφσκι και ο αγώνας του ίδιου να μην καταλήξει στη φυλακή; 

Στην Ελλάδα υιοθετείται από πολλούς η επιχειρηματολογία του καθεστώτος Γκρούεφσκι που ρίχνει τις ευθύνες στον αλβανικό εθνικισμό. Δεν χωρά αμφιβολία ότι τα αλβανικά κόμματα, υπό την καθοδήγηση των Τιράνων, εκμεταλλεύτηκαν τη συγκυρία για να προωθήσουν την ατζέντα τους, αλλά δεν είναι η αιτία της κρίσης. Υπάρχει πρόβλημα δημοκρατίας, όχι εθνικής ασφάλειας. Στην πραγματικότητα, επιχειρείται η εθνικοποίηση της πολιτικής κρίσης από το VMRO-DPMNE. Είναι μια απελπισμένη προσπάθεια του Γκρούεφσκι να κινητοποιήσει το εθνικό συναίσθημα της πλειονότητας και να κρατηθεί στην εξουσία, με κάθε μέσο, ρισκάροντας ακόμα και διεθνοτικές συγκρούσεις. Θα είναι μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία: οξύνοντας τις διεθνοτικές εντάσεις, θα καταστήσει τη ρήξη αναπόφευκτη.

 

Για να μη γίνει πόλεμος ανάμεσα στους Αλβανούς και τους Σλαβομακεδόνες, είχαμε το 2001 τη Συνθήκη της Οχρίδας. Η Συνθήκη αυτή «λιβανοποιεί» τη χώρα κατά τα πρότυπα διεθνών διευθετήσεων, οι οποίες διαιρούν την ενιαία δομή  κρατών που φαίνεται πως δεν μπορούν να μείνουν ενωμένα. Το καλό είναι ότι με την Οχρίδα προλάβαμε τον πόλεμο. Ως σήμερα λέγαμε πως στη χώρα η εθνοτική διαίρεση ανάμεσα στις δύο ομάδες έχει εδραιωθεί. Η δυναμική της διαίρεσης μεταξύ των δύο εθνοτήτων σε τι φάση βρίσκεται πλέον;

Οι διευθετήσεις της Συμφωνίας της Οχρίδας εξασφαλίζουν τα δικαιώματα των (μειονοτικών) κοινοτήτων, αλλά οδηγούν σε περαιτέρω διαχωρισμό, τόσο στην εκπαίδευση όσο και σε όλα τα επίπεδα της πολιτικής συμμετοχής. Δεν υπάρχουν δηλαδή γέφυρες επικοινωνίας, για να διαμορφωθεί μια κοινή υπερ-εθνοτική ταυτότητα. Παρά την πάγια κυβερνητική συνεργασία μεταξύ (σλαβο)μακεδονικών και αλβανικών κομμάτων, τα πολιτικά κόμματα, έχοντας εθνοτική βάση, καλλιεργούσαν συχνά διεθνοτικές εντάσεις προκειμένου να συσπειρώσουν το εκλογικό τους ακροατήριο. Θετική εξαίρεση αποτελούσαν οι κινητοποιήσεις των τελευταίων ετών εναντίον του αυταρχισμού και της διαφθοράς της κυβέρνησης VMRO-DPMNE, στις οποίες συμμετείχαν νέοι κυρίως άνθρωποι, από όλες τις κοινότητες. Αυτό το κεκτημένο προσπαθεί να ακυρώσει ο Γκρούεφσκι σήμερα.

 

Η παρούσα κρίση πάντως δεν είναι μεταξύ Αλβανών και Σλαβομακεδόνων, αλλά ανάμεσα στους τελευταίους. Αυτό είναι αναπάντεχο ή φαινόταν να έρχεται; 

Η σύγκρουση μεταξύ του VMRO-DPMNE και του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος είναι οξεία από το 2011 τουλάχιστον. Βασίζεται πάνω σε δομικές διαφορές των δύο κομμάτων που σχετίζονται όχι μόνο με τον κομματικό ανταγωνισμό και τη νομή της εξουσίας (σε μια χώρα που το κράτος και όλος ο δημόσιος τομέας ελέγχεται σχεδόν απόλυτα από το κόμμα που κυβερνά), αλλά και με τον ορισμό του ίδιου του έθνους και της ιστορίας του: οι σοσιαλδημοκράτες υπερασπίζονται τη γιουγκοσλαβική κληρονομιά, τη μνήμη του αντιφασιστικού αγώνα, την κοινή κουλτούρα με τα σλαβικά έθνη της πρώην Γιουγκοσλαβίας, και καταγγέλλουν τον «εξαρχαϊσμό» και τους καταγωγικούς μύθους περί εθνικής ιδιαιτερότητας που προωθεί το δεξιό εθνικιστικό κόμμα. 

 

Σε ένα πολύ όμορφο και κατατοπιστικό σου κείμενο στα τελευταία Σύγχρονα Θέματα για το σχέδιο «Σκόπια 2014» που είχε ως αποτέλεσμα την ανάπλαση της πόλης σύμφωνα με τα κυρίαρχα εθνικιστικά και αρχαιόπληκτα ιδεολογήματα του VMRO-DPMNE, καταλήγεις πως πολλοί άνθρωποι έχουν φτάσει να πιστεύουν ότι μόνο ένας νέος σεισμός μπορεί να σώσει τα Σκόπια. Λες δηλαδή ότι η ζημιά είναι ανεπανόρθωτη;

Η φυσιογνωμία των Σκοπίων μέσα σε λίγα χρόνια έχει αλλάξει σε τέτοιο βαθμό που οι κάτοικοι έχουν χάσει τα σημεία αναφοράς στην πόλη τους, καλούνται να εξοικειωθούν με μια νέα πόλη. Νέα κτίρια νεοκλασικού ή νεο-μπαρόκ ύφους, νέες γέφυρες, ψεύτικες προσόψεις, εκατοντάδες μνημεία και αγάλματα ηρώων διαφόρων εποχών που αναπαριστούν μια νέα εθνική αφήγηση. Κάποιοι εντυπωσιάζονται, αλλά για τους περισσότερους είναι ένα τραύμα. Έχω δει φίλους να βάζουν τα κλάματα αντικρίζοντας κάτι από τα πολλά εξωφρενικά που έχουν χτιστεί. Στις δημοτικές εκλογές έγινε σαφές ότι η πλειονότητα των κατοίκων του κέντρου ήταν εναντίον της ανάπλασης. Αλλά η κατάσταση είναι σε μεγάλο βαθμό μη αναστρέψιμη.

 

Η αίσθηση που είχα αποκομίσει τα τελευταία χρόνια είναι ότι η ΕΕ έβλεπε με συγκατάβαση τα απίθανα σχέδια του VMRO αφήνοντάς του ζωτικό χώρο πολιτικής εδραίωσης. Αν είναι έτσι, ποια ήταν η πολιτική λογική που είχε πρυτανεύσει εντός της ΕΕ σε σχέση με την αφελή ανοχή της απέναντι στον πρωτογονισμό του μακεδονικού εθνικισμού;  

Πράγματι, η ΕΕ και πολλοί εκπρόσωποι της λεγόμενης «διεθνούς κοινότητας» έβλεπαν με – υπεροπτική θα έλεγα– συγκατάβαση την εθνικιστική πολιτική του VMRO-DPMNE, θεωρώντας ότι δεν μπορούν να παρεμβαίνουν σε θέματα αισθητικής και μνημείων. Όμως το σχέδιο «Σκόπια 2014» δεν είναι απλά κιτς, όπως το χαρακτήριζαν, είναι πρωτίστως μια αποτύπωση στον αστικό χώρο ενός μεγαλομανούς εθνικιστικού προτάγματος. Οι νέοι ανδριάντες, οι μετονομασίες των δρόμων και των σχολείων, καθώς και μια σειρά αμφιλεγόμενων μνημείων –από Σλαβομακεδόνες και Αλβανούς εξίσου– προκάλεσαν αντιδράσεις. Δυστυχώς, οι σύμβουλοι των ξένων αποστολών δεν είναι ιδιαιτέρως ενημερωμένοι για την προϊστορία των σύγχρονων πολιτικών και διεθνοτικών εντάσεων και δεν αναγνώριζαν καν ποιοι «ήρωες» μπορούν να ξυπνήσουν οδυνηρές μνήμες και να δώσουν λαβή σε συγκρούσεις. Οι εκθέσεις προόδου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για πολλά χρόνια εξωράιζαν την κατάσταση, υποτιμούσαν τις θεσμικές παραβιάσεις των κυβερνήσεων Γκρούεφσκι και ουσιαστικά έκλειναν τα μάτια μπροστά σε ένα καθεστώς όλο και πιο αυταρχικό. Το Δεκέμβριο του 2012, όταν οι δυνάμεις ασφαλείας εκδίωξαν με τη βία τους βουλευτές της αντιπολίτευσης από τη Βουλή, το κοινό ανακοινωθέν ΕΕ και ΗΠΑ καλούσε την αντιπολίτευση να επιστρέψει στο Κοινοβούλιο, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Στη συνέχεια, πήραν πρωτοβουλίες για να εξομαλύνουν την πολιτική κρίση, αλλά αντιμετώπισαν μόνο επιφανειακά το πρόβλημα. Στην ουσία ανέχονταν το καθεστώς Γκρούεφσκι θεωρώντας ότι εξασφάλιζε τη σταθερότητα. Όμως όταν καταλύονται βασικές δημοκρατικές αρχές, αργά ή γρήγορα θα υπάρξει αποσταθεροποίηση. 

 

Οι ΗΠΑ σε τι γραμμή κινούνταν και σε τι γραμμή κινούνται σήμερα; 

Όταν οι θεσμικές παραβιάσεις έγιναν εξόφθαλμες και η πολιτική κρίση άρχισε να απειλεί τις διεθνοτικές ισορροπίες, άλλαξε η γραμμή τόσο της ΕΕ όσο και των ΗΠΑ, που πλέον καλούν τον Πρόεδρο να δώσει την εντολή στο SDSM. Υπάρχουν όμως κράτη-μέλη, όπως η Αυστρία, που υποστήριζαν έως πολύ πρόσφατα το VMRO-DPMNE, γιατί συνεργάστηκε στο κλείσιμο του «βαλκανικού διαδρόμου», εμποδίζοντας έτσι τη διέλευση των προσφύγων στην κεντρική Ευρώπη. Όταν έχασε την εμπιστοσύνη των ΗΠΑ, ο Γκρούεφσκι στράφηκε στη Ρωσία. Το μοντέλο διακυβέρνησής του είναι άλλωστε πολύ κοντά σε αυτό του Πούτιν, του Ερντογάν και του Όρμπαν της Ουγγαρίας. Η Ρωσία καταγγέλλει πλέον τις παρεμβάσεις των ΗΠΑ και αποδίδει την αναταραχή στη χώρα σε δυτική συνωμοσία. Στην Ελλάδα η ερμηνεία αυτή είναι ιδιαιτέρως δημοφιλής γιατί ταιριάζει με διαδεδομένες προκαταλήψεις. 

 

Από τη στιγμή που είδα την ανάπλαση της πόλης των Σκοπίων με αισθητικούς όρους που παραπέμπουν στην ελληνική δικτατορία, είχα πάντα μέσα μου ένα συναίσθημα ότι, αν η Ελλάδα μπορούσε να συμπεριφερθεί λίγο πιο συνετά σχετικά με το θέμα του ονόματος, πιθανώς αυτή η προγονόπληκτη υστερία να ήταν μικρότερη. Όσο αρνείσαι σε κάποιον την ταυτότητά του, τόσο αυτός τη διεκδικεί. Τι λες; Αυτή τη στιγμή, απειλείται σημαντικά η εδραιωμένη πρόσληψη του σλαβικού χαρακτήρα του μακεδονισμού από την αρχαιοπληξία ή είναι κάτι τόσο γκροτέσκο που θα σβήσει; 

Η ελληνική πολιτική στο θέμα του ονόματος έχει συμβάλει στην ενίσχυση του μακεδονικού εθνικισμού. Το γεγονός μάλιστα ότι τα ελληνικά επιχειρήματα για την «ελληνικότητα της Μακεδονίας» αναφέρονταν σχεδόν αποκλειστικά στην αρχαιότητα έχει οδηγήσει την άλλη πλευρά στην ανάγκη να απαντήσει με τους ίδιους όρους: να επικαλεστεί δηλ. αρχαία καταγωγή και να επινοήσει μια εθνική αφήγηση με όρους ιστορικής συνέχειας. Δυστυχώς, οι εθνικισμοί αλληλοτροφοδοτούνται. Ιδιαίτερα μετά το βέτο του Καραμανλή στο Βουκουρέστι το 2008 για την ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ, ο Γκρούεφσκι αντέδρασε προτάσσοντας συστηματικά πια την πολιτική του «εξαρχαϊσμού». Η ιστοριογραφική εκδοχή που υποστηρίζει το VMRO-DPMNE αρνείται πλέον τη σλαβική καταγωγή του μακεδονικού έθνους. Υπάρχουν έντονες αντιπαραθέσεις για όλα αυτά, με σαφείς πολιτικές διαφοροποιήσεις, και δεν είναι σίγουρο πώς θα κατασταλάξει μακροπρόθεσμα η εθνική ταυτότητα.

 

Αν η πεποίθηση του σλαβισμού έχει δώσει τη θέση της σε μια αντίληψη ότι «είμαστε εδώ πριν από όλους, Έλληνες, Αλβανούς και λοιπά» σε ένα κομμάτι της κοινότητας, ενώ στους άλλους συνεχίζει να είναι κυρίαρχη, δεν έχουμε απλά μια πολιτική κρίση, αλλά μια αναδυόμενη εθνική διαίρεση που μπορεί να αποκτήσει και εθνοτικά χαρακτηριστικά, αφού πλέον οι μεν και οι δε ουσιαστικά θα θεωρούν ότι ανήκουν σε άλλη κοινότητα; Υπερβάλλω;

Δεν νομίζω ότι η αντιπαράθεση μπορεί να φτάσει ως εκεί. Κι αυτό για δύο λόγους: πρώτον, διότι οι διαχωριστικές γραμμές δεν είναι απολύτως ξεκάθαρες: με εξαίρεση κάποιους κριτικούς διανοούμενους που καταγγέλλουν τους εθνικιστικούς μύθους του VMRO-DPMNE, στο σύνολό τους οι περισσότεροι από όσους ενστερνίζονται τη σλαβική καταγωγή του έθνους δεν απορρίπτουν τελείως τις αναφορές στην αρχαία Μακεδονία –κι αυτό γιατί ήδη από τη δεκαετία του 1960 υποστηριζόταν ότι οι Σλάβοι που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή αναμείχθηκαν με τους αρχαίους Μακεδόνες. Δεύτερον, διότι, παρά την πόλωση μεταξύ των εθνικιστών και των σοσιαλδημοκρατών, παρά το ότι πράγματι η αντιπαράθεση αφορά εν μέρει και μια ανταγωνιστική αντίληψη για την απώτερη ιστορία και την ταυτότητα της χώρας, οι κοινωνικοί δεσμοί σφυρηλατούνται μέσα από την κοινή εμπειρία, εν προκειμένω την εμπειρία των τριών τελευταίων δεκαετιών ανεξάρτητου κράτους, από την ιστορική εμπειρία της γιουγκοσλαβικής περιόδου και από όσα προηγήθηκαν στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα και που μένουν ακόμα αρκετά ζωντανά στις μνήμες των οικογενειών. 

 

Ως συνήθως, η ιστορία είναι απρόβλεπτη ...

Ναι! Υπάρχει μια ζύμωση αυτή την περίοδο και δεν ξέρουμε πού θα καταλήξει. Πολλά εξαρτώνται από την εθνική ιστοριογραφία και από την εκπαίδευση. Οι περισσότεροι ανδριάντες που στήθηκαν στα Σκόπια προς τιμήν ηρώων του «Μακεδονικού αγώνα» δεν είναι αναγνωρίσιμοι από το ευρύ κοινό. Θα αναφέρω κάτι που μοιάζει με ανέκδοτο, αλλά είναι ενδεικτικό: όταν στήθηκε ένα νέο άγαλμα, έβγαλα μια φωτογραφία και ζήτησα από γνωστούς και φίλους να μου πουν ποιον αναπαριστούσε. Ήταν ένας μεγαλόσωμος άντρας με μουστάκι, μεγάλα μάτια, σλάβικο στρατιωτικό πανωφόρι και μπότες. Όλοι ανεξαιρέτως αναφώνησαν: «Ο Στάλιν;». Για τις γενιές που μεγάλωσαν στη σοσιαλιστική Γιουγκοσλαβία, ο ηγέτης της ΕΣΣΔ και μέγας αντίπαλος του Τίτο ήταν σαφώς πιο οικείος από τον κομιτατζή Ποπ Γκεοργκίεφ από το Μπέροβο.

 

(Πρώτη δημοσίευση: ΧΡΟΝΟΣ, 4 Μαΐου 2017)

ΧΡΟΝΟΣ #49, 4 Μαΐου 2017

Η Αθηνά Σκουλαρίκη είναι λέκτορας στο Τμήμα Κοινωνιολογίας της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης. Ειδικεύεται στην ανάλυση του δημόσιου λόγου και στη μελέτη των μειονοτήτων και του εθνικισμού στα Βαλκάνια. Το 2005 έλαβε διδακτορικό δίπλωμα από το Πανεπιστήμιο Paris 2 (Panthéon-Assas) για τη διατριβή «Στο όνομα του έθνους. Ο δημόσιος λόγος στην Ελλάδα σχετικά με το μακεδονικό ζήτημα και ο ρόλος των ΜΜΕ (1991-1995)».

Είναι απόφοιτος του Τμήματος Γαλλικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές Κοινωνιολογίας της Επικοινωνίας και των ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Paris 2 (Diplôme, DEA). Φοίτησε επίσης στο Τμήμα Βοσνιακών, Κροατικών και Σερβικών Σπουδών της INALCO (Παρίσι). Από το 1998 ως το 2005 ήταν μέλος της συντακτικής επιτροπής του γαλλικού επιστημονικού περιοδικού Balkanologie και και του Συλλόγου Βαλκανικών Μελετών (AFE-Balk). Στη συνέχεια συμμετείχε σε ερευνητικά προγράμματα για τα Βαλκάνια και τις ελληνο-τουρκικές σχέσεις (ΙΔΙΣ, EFA/Ramses2, Ethnobarometer). Από το 2006 ως το 2010 δίδαξε στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης ως συμβασιούχος (ΠΔ 407/1980). Είναι μέλος του Κέντρου Ερευνών Μειονοτικών Ομάδων και της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.

Το 2009 επιμελήθηκε, μαζί με τον Μίλτο Παύλου, τον συλλογικό τόμο Μετανάστες και μειονότητες: λόγος και πολιτικές, εκδ. Βιβλιόραμα, Αθήνα.

O Δημήτρης Χριστόπουλος είναι Πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστήμιου.

Η αισιόδοξη εξέλιξη θα ήταν, υπό την πίεση της διεθνούς κοινότητας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να υποχωρήσει και να δώσει την εντολή στον συνασπισμό των σοσιαλδημοκρατών. Διαφαίνεται μια τέτοια προοπτική μετά την επίσκεψη του Αμερικανού Υφυπουργού Εξωτερικών την 1η Μαΐου. Σε αυτή την περίπτωση, ο Γκρούεφσκι θα βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση με δεδομένες τις κατηγορίες που εκκρεμούν εις βάρος του. Εκτός αν, όπως συνιστούν κάποιοι, εξασφαλιστεί για αυτόν προσωπικά κάποιου είδους ασυλία.

Υπάρχει πρόβλημα δημοκρατίας, όχι εθνικής ασφάλειας. Στην πραγματικότητα, επιχειρείται η εθνικοποίηση της πολιτικής κρίσης από το VMRO-DPMNE. Είναι μια απελπισμένη προσπάθεια του Γκρούεφσκι να κινητοποιήσει το εθνικό συναίσθημα της πλειονότητας και να κρατηθεί στην εξουσία, με κάθε μέσο, ρισκάροντας ακόμα και διεθνοτικές συγκρούσεις. Θα είναι μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία: οξύνοντας τις διεθνοτικές εντάσεις, θα καταστήσει τη ρήξη αναπόφευκτη.

Η ελληνική πολιτική στο θέμα του ονόματος έχει συμβάλει στην ενίσχυση του μακεδονικού εθνικισμού. Το γεγονός μάλιστα ότι τα ελληνικά επιχειρήματα για την «ελληνικότητα της Μακεδονίας» αναφέρονταν σχεδόν αποκλειστικά στην αρχαιότητα έχει οδηγήσει την άλλη πλευρά στην ανάγκη να απαντήσει με τους ίδιους όρους: να επικαλεστεί δηλ. αρχαία καταγωγή και να επινοήσει μια εθνική αφήγηση με όρους ιστορικής συνέχειας.