Το ελληνικό βιβλίο στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου του Πεκίνου (23-28 Αυγούστου 2016)

Παυλίνα Μάρβιν

ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

Από τις 23 μέχρι και τις 28 Αυγούστου 2016, 120 ελληνικά βιβλία ταξίδεψαν στην Κίνα και, συγκεκριμένα, στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου του Πεκίνου (Beijing International Book Fair – BIBF). Την ελληνική συμμετοχή διοργάνωσε το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού, υπό την αιγίδα και με την υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού.

Η προβολή και προώθηση του Ελληνικού βιβλίου εκτός συνόρων αποτελεί ένα νέο στοίχημα για το ΕΙΠ καθώς έχει ενσωματώσει τις δράσεις Εθνικού Κέντρου Βιβλίου στις αρμοδιότητές του. Με άξονα αναφοράς τη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης και στοχευμένες συμμετοχές σε άλλες Διεθνείς Εκθέσεις ανά τον κόσμο, το ΕΙΠ φιλοδοξεί να αναδείξει τη δυναμική μιας Ελλάδας δημιουργικής που παράγει ιδέες, παράγει τέχνη, αγωνίζεται και συμμετέχει σε μια συλλογική προσπάθεια επανεκκίνησης και προοπτικών στο χώρο του πολιτισμού, επενδύοντας στο ελληνικό βιβλίο ως φορέα εξωστρέφειας και ως εξαγώγιμο προϊόν.

Παρότι η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου του Πεκίνου αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη ετήσια έκθεση βιβλίου στην Ασία, ο ελληνικός εκδοτικός χώρος συνήθως εκπροσωπείται σε αυτήν, είτε ελάχιστα είτε καθόλου. Τα τελευταία τρία χρόνια δεν υπήρξε εθνικό περίπτερο, ενώ η πιο πρόσφατη σημαντική διοργάνωση στην Κίνα από την ελληνική πλευρά, και ειδικότερα από το ΕΚΕΒΙ, που βρισκόταν ακόμη σε λειτουργία, ήταν το 2008, όταν η Ελλάδα επιλέχθηκε ως τιμώμενη χώρα και παρουσίασε όχι μόνο χίλια βιβλία από την παραγωγή της τελευταίας τριετίας (2005-2008), αλλά και πλούσιο πρόγραμμα εκδηλώσεων, δράσεων και εργαστηρίων, με την παρουσία Ελλήνων συγγραφέων και ανθρώπων από τον ευρύτερο χώρο του βιβλίου. Βέβαια, το 2008 η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου της Κίνας δεν είχε πραγματοποιηθεί στο Πεκίνο, αλλά στην κοντινή του πόλη Τιανζίν, λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων που μονοπώλησαν την πρωτεύουσα.

Πριν περάσουμε στις λεπτομέρειες του φετινού ταξιδιού του ελληνικού βιβλίου στο Πεκίνο, αξίζει να αναφερθούμε σε μερικά βασικά στατιστικά στοιχεία για την σύγχρονη κινέζικη εκδοτική βιομηχανία, όπως παρουσιάζονται στην επίσημη ιστοσελίδα της έκθεσης (http://www.bibf.net/Other/Index.html): Η Κίνα διαθέτει 583 κρατικές εκδοτικές εταιρείες, εκ των οποίων τουλάχιστον 200 εδράζονται στο Πεκίνο. Οι ιδιώτες δεν είναι ανύπαρκτοι στο εκδοτικό τοπίο, παίζουν δε συχνά τον ρόλο του εμπορικού διαμεσολαβητή. Ενδεικτικά, το 2014 οι κινέζοι εκδότες αγόρασαν τον, διόλου ευκαταφρόνητο, αριθμό των 16.695 δικαιωμάτων από ξένες χώρες. Όσον αφορά τον αριθμό πωλήσεων λιανικής στον τομέα του βιβλίου, υπολογίζεται πως ξεπερνούσε τα 960 εκατομμύρια δολλάρια.

Σε αυτήν την, τεραστίων διαστάσεων, αγορά, το ελληνικό βιβλίο δέχθηκε φέτος θερμή υποδοχή: Δεκάδες κινέζοι εκδότες, ατζέντηδες και μεταφραστές, προσέγγισαν το, μεγέθους 18 τ.μ., ελληνικό περίπτερο, με γενικότερα αλλά και συγκεκριμένα αιτήματα: Το εικονογραφημένο παιδικό βιβλίο, η μυθολογία και τα λευκώματα τουριστικού ενδιαφέροντος υπήρξαν οι πρώτες τους επιλογές. Ακολούθησαν η σύγχρονη ελληνική πεζογραφία και οι ειδικές εκδόσεις/λευκώματα για τη σύγχρονη ελληνική τέχνη.

Το πόσο σημαντική είναι η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου του Πεκίνου, και άρα η συμμετοχή των Ελλήνων εκδοτών σε αυτήν, αποδεικνύεται, αφενός, από την αυξανόμενη συμμετοχή, τόσο Κινέζων όσο και ξένων εκδοτών: Ενώ το 2008 έλαβαν μέρος 1760 εκθέτες από 56 χώρες, φέτος, στην έκθεση παρευρέθηκαν 2.407 εκθέτες από 86 χώρες και περιοχές. Ενδεικτικός της προαναφερθείσας φετινής επιτυχίας είναι, αφετέρου, και ο αριθμός των υπογεγραμμένων συμβολαίων, τα οποία ξεπέρασαν τις 3.000.

Κατά τη διάρκεια των επαγγελματικών ημερών της έκθεσης (24-26 Αυγούστου) οι εκπρόσωποι των –Ασιατών, κυρίως– εκδοτών, συχνά σχημάτιζαν ουρά μπροστά από το ελληνικό περίπτερο για να εκφράσουν το ενδιαφέρον τους και να ανταλλάξουν επαγγελματικές κάρτες, προκειμένου να εξασφαλίσουν την επικοινωνία με συγκεκριμένους Έλληνες εκδότες. Εκτός από το Εθνικό Περίπτερο οι εκδόσεις Ελευθερουδάκης αποτέλεσαν την μοναδική μεμονωμένη ελληνική εμφάνιση στην Διεθνή Έκθεση Βιβλίου του Πεκίνου, για περιορισμένο διάστημα και με περιορισμένο υλικό: τουριστικά λευκώματα. Είναι γεγονός πως στην εποχή της επιδεινούμενης οικονομικής δυσμένειας που διανύει η Ελλάδα, στέκεται από δύσκολο έως ακατόρθωτο για τους περισσότερους εγχώριους εκδότες να προσεγγίσουν έναν τόσο μακρινό και ακριβό προορισμό όπως το Πεκίνο, παρά την υψηλή εμπορική σημασία της έκθεσης. Για τον λόγο αυτό, η ύπαρξη εθνικού περιπτέρου αποκτά σημασία ακόμη μεγαλύτερη απ’ ότι, ίσως, σε προηγούμενες εποχές – ιδιαίτερα, μάλιστα, αν συμφωνήσουμε πως το πνευματικό κεφάλαιο της Ελλάδας, συνεπώς και η βιβλιοπαραγωγή της, αποτελεί ένα από τα βασικότερα πολύ-προϊόντα που η χώρα μας θα όφειλε, με συστηματικότητα, ενσυνειδησία και την απαιτούμενη φροντίδα, να εξάγει.

Στο εθνικό περίπτερο φιλοξενήθηκαν φέτος βιβλία 35 Ελλήνων εκδοτών. Κατά τις ημέρες κοινού (27-28 Αυγούστου) οι επισκέψεις ενδιαφερομένων για ελληνικά βιβλία ξεπέρασαν τις 300 ανά ημέρα. Τα ενημερωτικά φυλλάδια του ΕΟΤ έγιναν ανάρπαστα. Πλήθος παιδιών προσχολικής και σχολικής ηλικίας ξεφύλλισαν βιβλία της αρεσκείας τους στο ελληνικό περίπτερο. Δεν έλειψαν εκείνα που αφιέρωσαν όσο χρόνο χρειαζόταν για να διαβάσουν, με όποιο τρόπο μπορούσαν, όλα τα παιδικά βιβλία που βρίσκονταν στο περίπτερο.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της έκθεσης καθοριστική ήταν η παρουσία των φοιτητών από το Τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών καθώς και το Τμήμα Ξένων Γλωσσών του Πανεπιστημίου του Πεκίνου, που εργάστηκαν στο ελληνικό περίπτερο. Δεδομένου ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι, Κινέζοι κατά βάση, επαγγελματίες και άλλοι επισκέπτες δεν μιλούσαν ούτε ελάχιστα αγγλικά, χωρίς την παρουσία των φοιτητών η οποιαδήποτε στοιχειώδης προσπάθεια συνεννόησης θα ήταν μάταιη εκ προοιμίου. Χάρη στη δική τους βοήθεια στάθηκε δυνατό να καταγραφούν περί τα σαράντα συγκεκριμένα αιτήματα από την πλευρά των Κινέζων εκδοτών, μαζί με τα απαραίτητα στοιχεία επικοινωνίας, τα οποία προωθήθηκαν προς αξιοποίηση στους Έλληνες εκδότες.

Το εν λόγω μεγάλο, εκπεφρασμένο ενδιαφέρον του κινέζικου για τον ελληνικό εκδοτικό χώρο δεν εγγυάται, βέβαια, απαραίτητα, και τα επιθυμητά αποτελέσματα. Οι Κινέζοι ατζέντηδες εξέφρασαν επανειλημμένως στη διάρκεια της έκθεσης τα προβλήματα που έχουν αντιμετωπίσει στην προσπάθειά τους να συνεργαστούν με τους Έλληνες εκδότες: προβλήματα αναφορικά με τη γλώσσα και τη συνεννόηση, την κατανόηση –εκατέρωθεν- της ξένης αγοράς και των όρων της, προβλήματα νοοτροπίας, αλλά και διαφοράς συμφερόντων. Η απουσία διακρατικών προγραμμάτων και κονδυλίων για τη μετάφραση, αναμφίβολα δεν διευκολύνει την ήδη ελλειμματική, ως προς τις προϋποθέσεις, συνεργασία.

 

Σε μια τόσο απαιτητική χώρα όπως η Κίνα, η ελληνική αποστολή θα ήταν αδύνατο να επιτύχει τους στόχους της χωρίς τη διαρκή υποστήριξη της Ελληνικής Πρεσβείας στο Πεκίνο. Η Επιτετραμμένη, κυρία Ελισάβετ Φωτιάδου και ο Σύμβουλος Επικοινωνίας Α΄, κύριος Ευθύμιος Αθανασιάδης, φρόντισαν για την ασφαλή παραλαβή του έντυπου υλικού που ταξίδεψε από την Ελλάδα στην Κίνα, επιμελήθηκαν την εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 26/8 για τον Νίκο Καζαντζάκη και διευθέτησαν, κατά το δυνατόν, τα απρόοπτα που προέκυψαν κατά τη διάρκεια της έκθεσης. Σημαντικότατη επίσης υπήρξε η υποστήριξη της ελληνικής αποστολής σε επίπεδο συμβουλευτικής, από πλευράς της νεοελληνίστριας και αναπληρώτριας καθηγήτριας στο Τμήμα Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Πεκίνου, Έλενας Αβραμίδου.

Πάντως, παρότι επρόκειτο για μια ιδιαίτερα προσεγμένη διοργάνωση, η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου του Πεκίνου δεν μπόρεσε να αποφύγει όλες τις κακοτοπιές. Μεταξύ άλλων, τουλάχιστον οι μισοί από τους Ευρωπαίους εκθέτες, μέσα σ’ αυτούς και η Ελλάδα, δεν κατάφεραν να συνδεθούν στο διαδίκτυο, καμία από τις ημέρες της έκθεσης, πράγμα που ασφαλώς επέφερε σημαντικό κόστος στις αναγκαίες, άμεσες επικοινωνίες, και άρα σε επικείμενες συνεργασίες.

Γεγονός είναι, βέβαια, πως η χώρα μας, χωρίς τεράστιο ή φανταχτερό περίπτερο όπως εκείνα που διέθεταν πολλές Ασιατικές και Ευρωπαϊκές χώρες, κατάφερε να κρατήσει τα βλέμματα επάνω της αποκλειστικά και μόνο με την υψηλή ποιότητα που χαρακτηρίζει πολλά από τα βιβλία της. Σε μια έκθεση που εστίασε ξεκάθαρα στο παιδικό βιβλίο, το έργο των Ελλήνων εικονογράφων ξεχώρισε, και δεν ήταν λίγοι οι Κινέζοι εκδότες που ζήτησαν συγκεκριμένες συνεργασίες.

Καταλήγουμε, όμως, στο συμπέρασμα πως χρειάζεται να δημιουργηθεί ένα όσο γίνεται σταθερότερο δίκτυο ελληνο-κινεζικών σχέσεων σε ο,τι αφορά τον πολιτισμό, συμπεριλαμβανομένων των θεμάτων του βιβλίου. Είναι, άλλωστε, χαρακτηριστικό πως Κινέζοι εκπρόσωποι εταιρειών παραγωγής κινηματογράφου, επισκέφτηκαν το ελληνικό περίπτερο για να ζητήσουν σύγχρονα ελληνικά λογοτεχνικά έργα που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για σενάρια ταινιών. Στο μεταξύ, είναι αξιοσημείωτα περιορισμένος ο αριθμός των σχετικά πρόσφατων βιβλίων νεοελληνικής πεζογραφίας ή ποίησης που κυκλοφορούν σε κινεζική μετάφραση. Το ενδιαφέρον μέχρι σήμερα είχε στραφεί, κατά βάση, προς την αρχαία ελληνική γραμματεία, τη μυθολογία και κάποια «κλασικά» έργα του πρώτου μισού του 20ού αιώνα.

Μια τέτοια περίπτωση είναι κι εκείνη του Καζαντζάκη, στον οποίον ήταν αφιερωμένη η εκδήλωση της Παρασκευής 26/8, που πραγματοποιήθηκε στην κινεζική γλώσσα, στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο της έκθεσης, με ομιλητές, αφενός τον μεταφραστή του Καζαντζάκη στα κινέζικα, Λι Τσενγκουί (Li Chengui), αφετέρου την νεοελληνίστρια και υποψήφια διδάκτορα Νεοελληνικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου, Τσουε Τζιενρόνγκ (Que Jianrong), οι οποίοι έδωσαν αμφότεροι τον καλύτερο εαυτό τους. Η εκδήλωση, την οποία προλόγισαν και ολοκλήρωσαν στα ελληνικά οι άνθρωποι της Ελληνικής Πρεσβείας και επικεντρώθηκε, μεταξύ άλλων, στα μεταφρασμένα στα κινέζικα, πλην όμως ανέκδοτα έργα του Καζαντζάκη, συγκέντρωσε ελάχιστο κόσμο. Αυτό οπωσδήποτε θα όφειλε να μας προβληματίσει: το έργο του Καζαντζάκη μπορεί να αποτελέσει ελκυστικό θέμα συζήτησης στην Διεθνή Έκθεση Βιβλίου του Πεκίνου το 2016, και αν ναι, υπό ποιους όρους; Γενικότερα, ποια θέματα οφείλει η Ελλάδα να προτάξει στη συνεργασία της με την υπερμεγέθη και σημαντική κινέζικη αγορά του βιβλίου;

 

Ο πυρήνας των ερωτημάτων που προηγήθηκαν, γύρω από τις προϋποθέσεις και την προετοιμασία του ταξιδιού του ελληνικού βιβλίου στο εξωτερικό, δεν αφορά, βεβαίως, μόνον την Ασία, αλλά και την Ευρώπη. Ας μην ξεχνάμε πως πριν λίγες εβδομάδες έγινε και μια άλλη εξίσου σημαντική, ιστορική θα λέγαμε, διεθνής έκθεση βιβλίου: εκείνη της Φρανκφούρτης, όπου η χώρα μας συμμετείχε με εθνικό περίπτερο 500 τίτλων βιβλίων αυτή τη φορά, πλαισιωμένο από τις ξεχωριστές βιβλιοθήκες 21 Ελλήνων εκδοτών.

Είναι νομίζω κοινώς αποδεκτό, πως η Ελλάδα οφείλει να μελετά συστηματικά και διεξοδικά την αγορά του βιβλίου των χωρών που την ενδιαφέρουν για συνεργασία, και η Κίνα, με τον ανεκτίμητο πολιτισμό χιλιάδων ετών και την ολοένα και πλουσιότερη αγορά της, δεν θα μπορούσε παρά να είναι μια από αυτές. Το ελληνικό βιβλίο αξίζει να ταξιδεύει ουσιαστικά στις απανταχού παγκόσμιες πολιτιστικές πλατφόρμες και όχι απλώς να διεκπεραιώνει κάποιο γρήγορο πέρασμα. Σε αυτή την ουσιώδη και συνεχόμενη διάδραση είναι καθοριστική και η συμβολή της Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης, που παρά το κλείσιμο του ΕΚΕΒΙ εξακολουθεί να δικτυώνει το ελληνικό βιβλίο στο εξωτερικό, διατηρώντας κάθε χρόνο διεθνείς συμμετοχές και δημιουργώντας ποικίλες διακρατικές συνεργασίες, μεταξύ των οποίων και οι συμφωνίες ανταλλαγής περιπτέρων, όπως αυτή μεταξύ Ελλάδας και Κίνας, μέσω της οποίας προέκυψε άλλωστε και το εν λόγω ταξίδι του ελληνικού βιβλίου. Ευελπιστούμε πως η συμμετοχή της Ελλάδας στην 23η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου του Πεκίνου και η τόσο θερμή υποδοχή από πλευράς των Κινέζων εκδοτών και πολιτών, θα αποτελέσει μια νέα αφετηρία για τις ελληνο-κινεζικές σχέσεις που, χωρίς αμφιβολία, αποτελούν ένα εξόχως υποερευνημένο πεδίο.

(πρώτη δημοσίευση: περιοδικό ΧΡΟΝΟΣ, 11 Noεμβρίου 2016)

ΧΡΟΝΟΣ #43, 11 Νοεμβρίου 2016

Η Παυλίνα Μάρβιν γεννήθηκε στην Αθήνα το 1987, μεγάλωσε όμως στην Ερμούπολη της Σύρου. Σπούδασε ιστορία, και συνεχίζει. Μελέτησε ποίηση στο διετές εργαστήρι του Ιδρύματος Τάκη Σινόπουλου, κι από τότε δεν σταμάτησε ποτέ. Υπήρξε συνεκδότρια του περιοδικού Τεφλόν. Κείμενά της δημοσιεύονται σε έντυπα και διαδικτυακά περιοδικά.

Σε αυτήν την, τεραστίων διαστάσεων, αγορά, το ελληνικό βιβλίο δέχθηκε φέτος θερμή υποδοχή: Δεκάδες κινέζοι εκδότες, ατζέντηδες και μεταφραστές, προσέγγισαν το ελληνικό περίπτερο, με γενικότερα αλλά και συγκεκριμένα αιτήματα: το εικονογραφημένο παιδικό βιβλίο, η μυθολογία και τα λευκώματα τουριστικού ενδιαφέροντος υπήρξαν οι πρώτες τους επιλογές. Ακολούθησαν η σύγχρονη ελληνική πεζογραφία και οι ειδικές εκδόσεις/λευκώματα για τη σύγχρονη ελληνική τέχνη.