Σιωπηλά βλέμματα

Ηρακλής Παπαϊωάννου

Ο ΑΦΡΟΣ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΩΝ ΗΜΕΡΩΝ #55

Έχει δίκαια υπογραμμιστεί ότι το πορτραίτο υπήρξε η κύρια αιτία που η φωτογραφία κατέκτησε τη συλλογική συνείδηση, από την εποχή της δαγκεροτυπίας μέχρι αυτήν της selfie, αναπαριστώντας τελικά σχεδόν κάθε άνθρωπο. Καθώς η επίμοχθη διαδικασία και η απαιτούμενη υψηλή δεξιότητα καθιστούσαν το ζωγραφικό πορτραίτο προνόμιο των ολίγων, η φωτογραφία με την εύκολα προσβάσιμη τεχνική της άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου. Αν το έντεχνο ή άτεχνο πορτραίτο σφράγισε ισχυρά την ταυτότητα της φωτογραφίας (όπως και τη φωτογραφία ταυτότητας) και εξακολουθεί να το κάνει, εμβληματική θέση στην απροσμέτρητη αυτή αριθμητικά δεξαμενή εικόνων μοιάζει να διατηρεί το πλειοψηφικό υποσύνολο των φωτογραφικών πορτραίτων στα οποία οι άνθρωποι κοιτάζουν τον φακό.

Το πορτραίτο συνιστά συνήθως μαρτυρία ενός ανθρώπου που συναίνεσε για κάποιο λόγο να σταθεί απέναντι στον φακό, εγγράφοντας εκούσια την εικόνα του στο ατέρμονο εικονικό ληξιαρχείο του ανθρώπινου είδους, χωρίς να γνωρίζει πάντα πότε ή πώς θα χρησιμοποιηθεί αυτή η εικόνα. Ξεστρατίζουν εύκολα άλλωστε οι φωτογραφίες από τις προθέσεις του δημιουργού τους. Ποζάροντας, όμως, κανείς στο φακό συνεργεί επίσης σε μια αθόρυβη ανταλλαγή ενέργειας με τον θεατή, που υπερβαίνει εικονικά όσο και επιδέξια τη γεωγραφία, τον χρόνο, τα σύνορα κάθε λογής, τις κοινωνικές τάξεις· ενέργειας που διαπερνά τον φωτογράφο ως αόρατο ενδιάμεσο και διαχέεται ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν έχουν ενδεχομένως ποτέ πραγματικά διασταυρωθεί. Αμέτρητα άγνωστα βλέμματα μας στοιχειώνουν από την εμφάνιση ακόμη του μέσου, σφραγισμένα από την επιθυμία να τους απονεμηθεί ένας ελάχιστος βαθμός προσοχής, σε μια βουβή συνάντηση με την προσωπική αύρα κάθε ανθρώπου που μπορεί να λάβει χώρα πρακτικά οπουδήποτε. Τα πορτραίτα αυτά μάλιστα επιδέχονται συχνά αλλαγής στον τρόπο ανάγνωσης καθώς ο χρόνος κυλά. Γίνονται ξαφνικά απρόσωπα σύμβολα μιας εποχής, μιας ενδυμασίας, ενός εθίμου, μιας κοινωνικής πρακτικής που έχει εκλείψει ή μεταλλαχθεί. Ότι κι αν τους ζητηθεί να υπερασπιστούν, όμως, ακόμη και ακούσια, το κάνουν μ’ αυτό το αφοπλιστικό βλέμμα, πλήρες βεβαιοτήτων ή ερωτηματικών, μέσα από μια σχισμή ακαριαία συλληφθέντος χρόνου που ξεδιπλώνει εναλλακτικά, μεταξύ άλλων, εγκρατή σοβαρότητα, διάχυτη αυταρέσκεια, λανθάνουσα φιληδονία, κοινωνική αυτοσυνειδησία, ανάγκη επιβεβαίωσης. Παραμένει μάλιστα σκανδαλιστικά άγνωστο πόσοι από όσους έχουν ποζάρει αντίκρισαν τελικά τη χάρτινη εικόνα τους. Όμοια, στα βλέμματα αυτά κατοικεί η αναπόφευκτη άγνοια για όσα μεσολάβησαν ανάμεσα στη στιγμή της πόζας και εκείνη της θέασης από κάποιον ίσως άγνωστο.

Η σύγχρονη μανία με τις selfie, με τον πρόχειρα και περιοριστικά σκηνοθετημένο χαρακτήρα τους, εξελίσσει και πολλαπλασιάζει την παράδοση της ύπαρξης που αρνείται να χαθεί στο σκοτάδι χωρίς να αφήσει πίσω της κάποιο ίχνος. Η αναπαράσταση ενός ανθρώπου που κοιτάζει το φακό συνιστά συγχρόνως ένα σιωπηλό βλέμμα που παρακολουθεί κάθε γωνιά σχεδόν του δωματίου όπου τοποθετείται, παρά την ακινησία του και το ενίοτε αμήχανο χαμόγελο, χωρίς να ξέρει κανείς πότε το κοιτάζει και πότε τον κοιτάζει εκείνο. Τα βλέμματα αυτά, σιωπηλά αλλά συχνά εύγλωττα, περιγράφουν τελικά τη γνώμη των ανθρώπων για τον εαυτό τους, σαν μια ιδιότυπη σπονδυλωτή κοινωνιολογία. Καταγράφουν, ακόμη, την εξελισσόμενη στάση τους απέναντι στη φωτογραφική πράξη, συγκροτώντας μια άτυπη μικροθεωρία της φωτογραφίας, φτιαγμένη όχι με ζύμη θεωρίας, αλλά με το βίωμα των ίδιων των αμέτρητων υποκειμένων του φωτογραφικού φακού.

Ο Ηρακλής Παπαϊωάννου (Θεσσαλονίκη, 1962), σπούδασε Φυσική στο Α.Π.Θ., έκανε μεταπτυχιακό στη φωτογραφία στο New York University και διδακτορικό στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του Α.Π.Θ. Από το 1999 εργάζεται στο Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης και από το 2016 είναι διευθυντής του. Το διάστημα 1993-2006 υπήρξε οργανωτικό στέλεχος του ετήσιου διεθνούς φεστιβάλ φωτογραφίας Photosynkyria. Δημοσίευσε μεγάλο αριθμό κειμένων και δοκιμίων για τη φωτογραφία, ενώ επιμελήθηκε πολλές φωτογραφικές εκθέσεις και εκδόσεις. Έχει μεταφράσει έργα των Susan Sontag, Ian Jeffrey και Villem Flusser για τη φωτογραφία στα ελληνικά. Έχει εκδώσει τα έργα Οι φωτογραφίες Marlboro και η χλιαρή Άγρια Δύση (Άγρα, 2009) και Η φωτογραφία του ελληνικού τοπίου (Άγρα, 2015). Επίσης, επιμελήθηκε τον συλλογικό τόμο Η ελληνική φωτογραφία και η φωτογραφία στην Ελλάδα. Μια ανθολογία κειμένων (Νεφέλη, 2013) και την έκδοση Μανόλης Αναγνωστάκης, 12 ποιήματα / φωτογραφίες (fairead/oxymoron, 2015).

Ηρακλής Παπαϊωάννου