Υποχρεωτική ορατότητα

Ηρακλής Παπαϊωάννου

Ο ΑΦΡΟΣ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΩΝ ΗΜΕΡΩΝ #42

Η ξαφνική απόπειρα πραξικοπήματος στη γειτονική χώρα κόστισε εκατοντάδες ζωές, γέννησε αναπάντητα ερωτήματα και έφερε μια ισχυρή καταιγίδα διώξεων εργαζομένων στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα της χώρας, με την κατηγορία της αντικυβερνητικής δράσης. Η φωτογραφία είχε πάλι την τιμητική της, μέσα από πλήθος εικόνων που τεκμηρίωσαν κυρίως τη λαϊκή αντίδραση των πολιτών που ξεχύθηκαν στους δρόμους για να αποτρέψουν την ανώμαλη εξέλιξη. Κορυφαία θέση ανάμεσά τους είχε ίσως η φωτογραφία πολιτών που αφοπλίζουν στρατιώτες τανκ, υπερασπιζόμενοι την τουρκική δημοκρατία. Τα κοινωνικά δίκτυα, που έχουν ενίοτε καταργηθεί προσωρινά στη γειτονική χώρα, κλήθηκαν αυτή τη φορά να σώσουν την τιμή της δημοκρατίας.

Η εικόνα που σφραγίζει ένα γεγονός, μια ακραία περίσταση, δεν είναι πάντα αυτή που προορίστηκε άμεσα ή έμμεσα για το σκοπό αυτό. Άλλες εικόνες ξεπηδούν και διεκδικούν αυθόρμητα και αυτόκλητα να κλέψουν την παράσταση. Στην περίπτωση του πρόσφατου τουρκικού πραξικοπήματος αυτή μοιάζει να είναι η φωτογραφία στην οποία στρατιώτες που φέρονται ως πραξικοπηματίες, δεμένοι πισθάγκωνα και καθισμένοι στο πάτωμα ενός δωματίου, υποχρεούνται εν είδει «βασανισμού» να ατενίζουν το πορτραίτο του Τούρκου ηγέτη. Η εικόνα θυμίζει τον υποχρεωτικό σωφρονισμό άλλων εποχών, τα κέντρα χαλύβδωσης εθνικών φρονημάτων. Παράξενη η δημοκρατία στην οποία πολίτες υποχρεώνονται να κοιτάζουν τη φωτογραφία του ηγέτη της, εικόνα που έκανε το γύρο του κόσμου, σαν ασυνήθιστο κατόρθωμα. Σκανδαλίζεται κανείς να σκεφτεί ότι στήθηκε για εικονικό παραδειγματισμό, και διήρκεσε ως σκηνή όσο ίσως και η λήψη.

Η πολιτική, όμως, χρησιμοποιώντας τέτοιες τακτικές ως επίδειξη ισχύος, ξεσκεπάζει παράλληλα μια λιγότερο ορατή αλλά εξίσου επικίνδυνη πρακτική: την υποχρεωτική ορατότητα. Ο Μισέλ Φουκό στο σπουδαίο έργο του «Επιτήρηση και Τιμωρία, η γέννηση της φυλακής», ανέλυσε διεξοδικά την τεχνική του Jeremy Bentham στον μηχανισμό του Πανοπτικού. Αυτή προέβλεπε μια αρχιτεκτονική δομή που επέτρεπε στους φύλακες να θέτουν δυνητικά σε καθεστώς «υποχρεωτικής ορατότητας» το μεγαλύτερο δυνατό αριθμό τροφίμων, χωρίς να φαίνονται οι ίδιοι. Η παρακολούθηση, ως γεγονός ή δυνητικότητα, εξελίχθηκε έκτοτε εκθετικά σε επίπεδο τεχνολογικό, με σοβαρές πολιτικές συνέπειες, όπως άλλωστε και η κατανάλωση εικόνων. Διέλαθε, όμως, αποτελεσματικά μια πλευρά της δεύτερης: αυτή που εξαναγκάζει τους πολίτες σε υποχρεωτική θέαση διαφημιστικών εικόνων: σε αυτοκινητόδρομους και σταθμούς, αεροδρόμια και εμπορικά κέντρα, στάσεις λεωφορείων και βιτρίνες, οι άνθρωποι υποχρεούνται να βλέπουν διαρκώς εικόνες των οποίων τη θέαση δεν έχουν εγκρίνει, οι οποίες, εκτός από καταναλωτικά αγαθά, προπαγανδίζουν ανελέητα ένα σύστημα που κατέστησε τον εαυτό του τόσο απίστευτα ορατό ώστε να απαλείφει κάθε αντίλογο. Έχει συζητηθεί μερικώς το αν και πότε κάποιος έχει δικαίωμα να κάνει εικόνες στο δημόσιο χώρο. Έχει ελάχιστα συζητηθεί το αν κάποιος μπορεί να παρακολουθείται σε δημόσιο χώρο. Αλλά το αν κάποιος έχει το δικαίωμα να μη βλέπει εικόνες στο δημόσιο χώρο που διασχίζει δεν αποτέλεσε ποτέ αντικείμενο διαλόγου. Καθώς μάλιστα οι εικόνες αυτές συνήθως σηματοδοτούν κάτι αισιόδοξο, υγιές, όμορφο, και συχνά υπερέχουν (οπτικά τουλάχιστον) της ζωής του μέσου θεατή, επιχειρείται αθόρυβα η νομιμοποίησή τους και ταυτόχρονα η επιτυχής διέγερση των καταναλωτικών ενστίκτων. Ίσως έτσι, η σκηνή με τους συλληφθέντες Τούρκους στρατιώτες να αποκτά απρόοπτα άλλη σημασία. Ο Φουκό άλλωστε σημείωνε, στο ίδιο έργο, πως «η ορατότητα είναι παγίδα».

Ο Ηρακλής Παπαϊωάννου (Θεσσαλονίκη, 1962), σπούδασε Φυσική στο Α.Π.Θ., έκανε μεταπτυχιακό στη φωτογραφία στο New York University και διδακτορικό στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του Α.Π.Θ. Από το 1999 εργάζεται στο Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης και από τον Ιανουάριο του 2016 είναι διευθυντής του. Το διάστημα 1993-2006 υπήρξε οργανωτικό στέλεχος του ετήσιου διεθνούς φεστιβάλ φωτογραφίας Photosynkyria. Δημοσίευσε μεγάλο αριθμό κειμένων και δοκιμίων για τη φωτογραφία, ενώ επιμελήθηκε πολλές φωτογραφικές εκθέσεις και εκδόσεις. Έχει μεταφράσει έργα των Susan Sontag, Ian Jeffrey και Villem Flusser για τη φωτογραφία στα ελληνικά. Έχει εκδώσει τα έργα Οι φωτογραφίες Marlboro και η χλιαρή Άγρια Δύση(Άγρα, 2009) και Η φωτογραφία του ελληνικού τοπίου (Άγρα, 2015). Επίσης, επιμελήθηκε τον συλλογικό τόμο Η ελληνική φωτογραφία και η φωτογραφία στην Ελλάδα. Μια ανθολογία κειμένων (Νεφέλη, 2013) και την έκδοση Μανώλης Αναγνωστάκης, 12 ποιήματα / φωτογραφίες (fairead/oxymoron, 2015).

Ηρακλής Παπαϊωάννου