Κυνηγετική περίοδος

Ηρακλής Παπαϊωάννου

Ο ΑΦΡΟΣ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΩΝ ΗΜΕΡΩΝ #40

Τα σύγχρονα φωτογραφικά ήθη έχουν μειώσει σοβαρά το χρόνο και κάθε δισταγμό ανάμεσα στον εντοπισμό μιας δυνητικής φωτογραφίας και τη λήψη της. Κάθε φωτογραφία σχεδόν υλοποιείται επειδή αυτό είναι απλά δυνατό. Η βούληση του φωτογράφου επικυριαρχεί συνήθως στο εκάστοτε, συχνά ανύποπτο, θέμα, καθώς ο φωτογράφος είναι πια γρήγορος, αθόρυβος, ελάχιστα αντιληπτός. Ο κόσμος όλος προσφέρεται στην εικόνα με έναν τρόπο που δεν έχει ξανασυμβεί, αλλά ούτε και διεξοδικά συζητηθεί. Και καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι κάνουν φωτογραφίες με την απλή έκταση ενός κινητού τηλεφώνου, συστήνοντας ιλιγγιώδεις εικονοληπτικές στατιστικές, όλο και λιγότεροι αισθάνονται την ανάγκη να κάνουν ερωτήσεις. Συγχρόνως και αντίστροφα, η ανθρώπινη μορφή στις «ανεπτυγμένες» περιοχές του πλανήτη περιβάλλεται από ιδιόμορφες απαγορεύσεις, ασύμβατες με την όλο και πιο πιεστική ανάγκη για τα δημοσκοπικά like των κοινωνικών δικτύων. Η δημόσια φωτογραφική απεικόνιση των παιδιών, για παράδειγμα, στις δυτικές κοινωνίες, εμποδίζεται από –υπερβάλλοντα ίσως– νομικά και ηθικά ζητήματα. Ισχύει αυτό στις ίδιες κοινωνίες για τα προσφυγόπουλα ή τα τσιγγανόπουλα; Τελικά, ο αυστηρός έλεγχος της αυτοεικόνας και η παράλληλη, τεχνητή ανάγκη για περισσότερες εικόνες συγκρούονται, με τη δεύτερη να υπερισχύει μάλλον κατά κράτος. Ο εικονιζόμενος, μάλιστα, δε γνωρίζει σχεδόν ποτέ πώς θα χρησιμοποιηθεί η φωτογραφία που αποσπάται εν γνώσει ή ερήμην του. Συχνά, χάρη στον ευέλικτο, απρόβλεπτο τρόπο με τον οποίο ολισθαίνει μια φωτογραφία από χρήση σε χρήση, αυτό δεν το γνωρίζει ούτε ο ίδιος ο φωτογράφος.

Το ερώτημα παραμένει: αισθάνεται ποτέ κανείς χωρίς τις, αχρείαστα επιθετικές και αυστηρές, συστάσεις τρίτων ή του νόμου, πως η εικονοληπτική πράξη ίσως περισσεύει; Πως κάποιες σκηνές είναι προτιμότερο να τις βιώνει κανείς ώς το μεδούλι, από το να τις «διασώζει» αταβιστικά; Πως κάποιες στιγμές βρίσκεται αντιμέτωπος με μια αδιόρατη ιδιωτικότητα, ακόμη και στο δημόσιο χώρο, που αιτείται από μόνη της σεβασμό ως τέτοια; Πως ο φωτογράφος είναι σκεπτόμενο, ελεύθερο υποκείμενο που ελέγχει την κάμερα με όλα τα δυνατά πνευματικά, συναισθηματικά, ηθικά κριτήρια και όχι κεκτημένης ταχύτητας υλοποιητής ενός προγράμματος, όπως προέβλεπε απαισιόδοξα πριν από πολλά χρόνια ο Flusser; Τα τελευταία χρόνια έχει δίκαια δοθεί μεγάλο βάρος στην ερμηνεία της φωτογραφικής εικόνας, με όρους αισθητικούς, ιστορικούς, κοινωνικούς, προσωπικούς και με συνεισφορές από πολλά επιστημονικά πεδία. Ίσως ήρθε η ώρα να αναπτυχθεί ένας διεξοδικός διάλογος για το ήθος, την αναγκαιότητα, την ακριβή συνθήκη της ίδιας της φωτογραφικής πράξης, σε ένα αυξανόμενα πολύπλοκο δημόσιο χώρο και κοινωνικό πεδίο κι ένα επιθετικά διαστελλόμενο σύμπαν εικόνων.

Η Susan Sontag είχε παρομοιάσει τη στάση του φωτογράφου με αυτήν του κυνηγού, εντοπίζοντας μάλιστα και κοινή ορολογία: σκοπεύω, οπλίζω, shoot (πυροβολώ=τραβώ φωτογραφία). Ο κυνηγός όμως είναι φύσει επιθετικός, αρπακτικός. Κάποιες εικόνες, συχνά μοναδικές, αναπόφευκτα γίνονται μόνο αρπακτικά. Μπορεί όμως εδώ να θεμελιωθεί κάποια αίσθηση μέτρου; Μπορεί κανείς να θέσει μόνος όρια στη δική του αρπακτικότητα; Αυτό μοιάζει να συνιστά το βασανιστικό, καίριο ερώτημα μιας ολόκληρης εποχής, αυτής του ύστερου σχιζοφρενικού καπιταλισμού, εκτεινόμενο πολύ πέρα από τη μαγική αλλά στενότερη αυλή της φωτογραφίας. Η φωτογραφία, βέβαια, μπορεί να εκληφθεί ως δόκιμο, αν όχι ιδανικό, κριτικό εργαλείο για μια τέτοια εποχή, καθώς πηγάζει από τα σπλάχνα της, συνυφαίνεται άρρηκτα μαζί της.

Ο Ηρακλής Παπαϊωάννου (Θεσσαλονίκη, 1962), σπούδασε Φυσική στο Α.Π.Θ., έκανε μεταπτυχιακό στη φωτογραφία στο New York University και διδακτορικό στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του Α.Π.Θ. Από το 1999 εργάζεται στο Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης και από τον Ιανουάριο του 2016 είναι διευθυντής του. Το διάστημα 1993-2006 υπήρξε οργανωτικό στέλεχος του ετήσιου διεθνούς φεστιβάλ φωτογραφίας Photosynkyria. Δημοσίευσε μεγάλο αριθμό κειμένων και δοκιμίων για τη φωτογραφία, ενώ επιμελήθηκε πολλές φωτογραφικές εκθέσεις και εκδόσεις. Έχει μεταφράσει έργα των Susan Sontag, Ian Jeffrey και Villem Flusser για τη φωτογραφία στα ελληνικά. Έχει εκδώσει τα έργα Οι φωτογραφίες Marlboro και η χλιαρή Άγρια Δύση(Άγρα, 2009) και Η φωτογραφία του ελληνικού τοπίου (Άγρα, 2015). Επίσης, επιμελήθηκε τον συλλογικό τόμο Η ελληνική φωτογραφία και η φωτογραφία στην Ελλάδα. Μια ανθολογία κειμένων (Νεφέλη, 2013) και την έκδοση Μανώλης Αναγνωστάκης, 12 ποιήματα / φωτογραφίες (fairead/oxymoron, 2015).

Ηρακλής Παπαϊωάννου