Μια κουρασμένη επανάσταση

Αντώνης Λιάκος

Στην Κούβα, τρεις μήνες μετά τον θάνατο του Φιντέλ Κάστρο

Δεν υπάρχει μελαγχολία στην Κούβα μετά τον θάνατο του Φιντέλ, ούτε κάτι αντίστοιχο της post-socialist κατάθλιψης στην Ανατολική Ευρώπη μετά το 1989. Γιατί «1989» κουβανικό δεν υπήρξε και ενδεχομένως δε θα υπάρξει. Δε λέγαμε παλιά ότι υπάρχουν ενδεχομένως πολλοί δρόμοι μετάβασης από τον καπιταλισμό στον σοσιαλισμό και πως η Κούβα ήταν μια διακριτή περίπτωση; Τώρα, πράγματι, υπάρχουν πολλοί δρόμοι μετάβασης από τον σοσιαλισμό στον καπιταλισμό. 

Ρυθμός και έξαψη

Καμιά μελαγχολία γιατί υπάρχει το αντίδοτο: η μουσική και η σεξουαλικότητα. Στην Αβάνα, η μουσική σε συνοδεύει παντού, είναι σαν τα κύματα της θάλασσας που τα διασχίζεις περνώντας από τη μια πλατεία στην άλλη, από το ένα σοκάκι στο επόμενο, από τη μια αυλή στην άλλη. Μια μείξη ρυθμών και ήχων από τη δυτική Αφρική και την Ισπανία, με την ισχυρή παρουσία του αφροκουβανικού στοιχείου που φοράει τον ρυθμό κατάσαρκα. Tο μπολερό, η ρούμπα, το τσατσατσά, το μάμπο, η τζαζ συγκροτούν ένα ηχητικό σύμπαν στο οποίο ο ερωτικός στεναγμός και οι φωνές διαμαρτυρίας γίνονται ένα ρυθμικό συνεχές που ταυτόχρονα σε ωθεί και σε συγκρατεί, διατηρώντας την έξαψη χωρίς να την αφήνει να ξεδώσει, αλλά και χωρίς να την αφήνει να σβήσει. Και η σεξουαλικότητα. Επιδεικτική, διάχυτη, ρέουσα και ρευστή, ανάμεσα σε σφριγηλά αλλά και ώριμα σώματα, θηλυκά και ανδρικά, σε όλες τις εκδοχές. Η αναφορά στη σεξουαλικότητα δεν είναι κάτι δευτερεύον. Είναι η πρώτη εντύπωση από τα κορίτσια αστυνομικούς που ελέγχουν τα διαβατήρια μόλις προσγειωθείς, είναι οι καθημερινές εικόνες σεξουαλικής απενοχοποίησης στον δρόμο, είναι ακόμη οι φωτογραφίες των ηγετών, του Φιντελ, του Τσε, του Σιενφουέγος, και των άλλων ωραίων ανδρών, με χαλαρή εμφάνιση και αρρενωπή ελκυστικότητα. Είναι αδύνατο να καταλάβεις τη γοητεία που άσκησε η κουβανική επανάσταση χωρίς αυτούς τους τύπους με το πούρο στο στόμα να διασχίζουν τη ζούγκλα ή να παίζουν γκολφ με στολές εκστρατείας, χωρίς αυτές τις εικόνες των επαναστατών με αιτία που ανταποκρίνονται σ’ εκείνες του «Επαναστάτη χωρίς αιτία», του φιλμ του Nicholas Ray το 1955 που ανέδειξε τον James Dean στον ομώνυμο ρόλο και τον μετέτρεψε σε σύμβολο μιας γενιάς, ακριβώς της γενιάς του Φιντέλ στην πιο σκληρή εποχή του ψυχρού πολέμου. Το φιλμ γυρίστηκε την ίδια χρονιά που ο Κάστρο έβγαινε από τη φυλακή του Μπατίστα, του διεφθαρμένου δικτάτορα της Κούβας. Η κουβανική επανάσταση ήταν η αρχή των long sixties. Οι φωτογραφίες του Burt Glinn, των πρώτων ημερών της επανάστασης, δημοσιευμένες στο Life, στο Time και στους New York Times και από εκεί around the world, την ανέδειξαν, ταυτόχρονα με το φωτορεπορτάζ, και ως επανάσταση του στιλ. Αν αποσπάσεις την κουβανική επανάσταση από αυτό το πλαίσιο, που έχει χαρακτηριστικά μιας γενεακής εξέγερσης απέναντι στους παγιωμένους νικητές του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, αν την αποσπάσεις από την αισθητική της, δεν έχεις καταλάβει τίποτα. Μένεις μόνο με τις εμμονές, που εκφράστηκαν στα ελληνικά αλλά και τα διεθνή ΜΜΕ και στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης μετά τον θάνατο του Κάστρο τον περασμένο Νοέμβριο: Ο κόσμος απαλλάχτηκε από έναν απαίσιο δικτάτορα που κατάργησε τον φιλελευθερισμό στην Κούβα. Υστερία εναντίον ιστορίας, pas du tout la première fois! Γιατί εξάλλου η πορεία της επανάστασης δεν ήταν προδιαγεγραμμένη. Ο Μπατίστα κατέρρευσε με τη συναίνεση και των παλιών κουβανέζικων ελίτ. Θα πρέπει να γνωρίζει κανείς, πριν από τελεσίδικες κρίσεις, ότι η Κούβα είχε πίσω της μια ιστορία 500 χρόνων. Ήταν μία από τις πρώτες αποικίες των Ισπανών και είχε αποκτήσει ένα καθεστώς δουλοκτησίας μεγάλων φυτειών, στις οποίες οι ιθαγενείς που πέθαιναν ή αυτοκτονούσαν από απελπισία αντικαταστάθηκαν με σκλάβους από την Αφρική. Αυτό το καθεστώς του μαστίγιου ανέτρεψε ο Κάστρο, και η αντίδραση των Αμερικάνων τον οδήγησε στην αγκαλιά του μόνου αντιστηρίγματος που υπήρχε την εποχή εκείνη, δηλαδή της ΕΣΣΔ. Η σοβιετοποίηση της Κούβας, που ποτέ δεν ήταν πλήρης, ακολούθησε, δεν υπήρχε στις προθέσεις της παρέας που εισήλθε θριαμβικά στην Αβάνα την Πρωτοχρονιά του 1959 και έγινε δεκτή από έξαλλα πλήθη. Ήταν αποτέλεσμα μιας κλιμάκωσης έντασης ανάμεσα στην Κούβα και στις ΗΠΑ, καθόλου προδιαγεγραμμένη.

 

Κομμουνισμός και φτώχεια

Οι πρώτες εικόνες της Αβάνας, όταν φτάνεις, είναι ότι βυθίζεσαι σε μια ιστορία δεκαετιών πριν από την εποχή μας. Μια εικόνα που δεν προέρχεται μόνο από τις γραφικές λιμουζίνες του ’50 –που χρησιμοποιούνται κυρίως ως ταξί– αλλά και από τους σκοτεινούς μα πολυπληθείς δρόμους –στους οποίους τρέχει η παλιά σεβρολέτα αναπηδώντας κάθε τόσο στις λακούβες–, από τα μίζερα μαγαζάκια με τις έρημες βιτρίνες και τις σιδεριές –που αφήνουν μόλις ένα άνοιγμα για τις δοσοληψίες–, από το λιγοστό νερό στις βρύσες, από τον χαμηλό φωτισμό στο δωμάτιο, από την όψη των ρημαγμένων σπιτιών όπου φωλιάζει ένα μελίσσι από παιδόπουλα, από τους μισόγυμνους σκελετωμένους γέρους και γριές με το πούρο στα σκαλοπάτια της εξώπορτας, από τις οσμές και τη σκόνη. ΟΚ, that’s communism, μουρμούριζε με απέχθεια ένας πλαδαρός Αμερικάνος τουρίστας. OK, αυτή είναι η Καραϊβική, αυτή είναι η Λατινική Αμερική, θα μπορούσε να του απαντήσει κάποιος. Αν γνωρίζεις τις φαβέλες της Βραζιλίας, τις γειτονιές της πόλης του Μεξικού και της Οαχάκα, αν έχεις διατρέξει με λεωφορείο την απόσταση από το Κούσκο του Περού ως τη Λα Πάζ στη Βολιβία, αν συνειδητοποιείς ότι η Κούβα βρίσκεται δίπλα στην Αϊτή και στην Τζαμάικα, χώρες σε μόνιμη ανθρωπιστική κρίση, δε θα είσαι τόσο κατηγορηματικός στις επικρίσεις σου. Ενδεχομένως θα ξανασκεφτείς τη γνώμη του Braudel για τον καταναγκαστικό ρόλο της longue durée, της μακράς διάρκειας και των γεωγραφικών προσδιορισμών πάνω στην τρέχουσα ιστορία. Το ερώτημα επομένως θα μπορούσε να είναι αν μια επανάσταση είναι ικανή και αναγκαία συνθήκη προκειμένου μια χώρα να ξεφύγει από τους ιστορικούς και γεωγραφικούς καταναγκασμούς. Ένα ερώτημα που έχει νόημα, αλλά post-factum·γιατί οι επαναστάσεις θέλουν να γράψουν την ιστορία από την αρχή.

Για να βάλουμε όμως τα πράγματα σε μια σειρά, δεν μπορούμε να καταλάβουμε τη σημερινή Κούβα, χαράζοντας μια καμπύλη από την επανάσταση στο σήμερα, χωρίς τη μεγάλη κρίση των αρχών της δεκαετίας του ’90. Η Κούβα απομονώθηκε από τους Αμερικανούς με εμπάργκο στη δεκαετία του ’60, και η μόνη οικονομική της διέξοδος να πουλήσει ζάχαρη και να εισαγάγει καύσιμα και βιομηχανικά προϊόντα ήταν η ΕΣΣΔ και οι σύμμαχές της χώρες. Βαρύ γι’ αυτό το απομονωμένο νησί με τη σχεδόν μονοκαλλιέργεια ζαχαροκάλαμου. Η απόβαση στον Κόλπο των Χοίρων το 1961, η κρίση των πυραύλων που έκανε τον κόσμο να κρατάει την αναπνοή του μπροστά στην πυρηνική καταστροφή το 1962, ο βιολογικός πόλεμος, τα σαμποτάζ, οι αλλεπάλληλες απόπειρες δολοφονίας τα επόμενα χρόνια, δεν είχαν τις καταλυτικές συνέπειες της κατάρρευσης της ΕΣΣΔ το 1989-1991, που άφησε το νησί σε μια κατάσταση μεγάλης αποστέρησης. Ποιος ν’ αγοράσει τη ζάχαρη, και από πού να αγοράσει πετρέλαιο; Κρίση, όχι όπως αυτή που περνάμε εδώ από το 2010, αλλά κρίση που προκάλεσε εκτεταμένη πείνα. Ναι πείνα που δεν μετατράπηκε σε λιμό και δεν έγινε γνωστή στο εξωτερικό, γιατί το καθεστώς επιβάλλοντας δελτίο απέφυγε τους μαζικούς θανάτους. Οι Κουβανοί όμως υποβλήθηκαν σε αναγκαστική δίαιτα –κατά μέσον όρο έχασε ο καθένας 8 κιλά, σύμφωνα με μια λογοτεχνική μαρτυρία. Στα σπίτια της πρώην μεσαίας και ανώτερης τάξης πούλησαν ότι είχαν και δεν είχαν, και το ένα πέμπτο του πληθυσμού, ιδίως οι νεότεροι και οι πιο μορφωμένοι, μετανάστευσε στο εξωτερικό, ενώ καινούργια εξαθλιωμένα στρώματα κατέκλυσαν τις πόλεις από την αγροτική ενδοχώρα. Μια κρίση για την οποία δεν πολυμιλάνε στην Κούβα, της οποίας όμως η λογοτεχνία αποτελεί έξοχο παράδειγμα, όπως το ξεπούλημα μιας βιβλιοθήκης στο μυθιστόρημα του Λεονάρδο Παδούρα Παρελθόν χαμένο στην ομίχλη (μτφρ. Κ. Αθανασίου, Καστανιώτης 2005). Μια κρίση που αντιμετωπίζουν με αξιοπρέπεια και με κάποια ενοχή ακόμη και εκείνοι οι Κουβάνοι που έφυγαν. Πριν το ταξίδι, αναζήτησα έναν παλιό μου φίλο αρχιτέκτονα, κάποτε διευθυντή στο Ιστορικό Μουσείο της Αβάνας. «Δε μένω πια στην Αβάνα», μου απάντησε. «Δεν έχω καταλάβει πώς έχω βρεθεί παγιδευμένος σ’ αυτή την τρελή πόλη στο Καράκας (Βενεζουέλα). Ερωτεύτηκα κι ακολούθησα μια γυναίκα, πριν από 25 χρόνια». Πριν 25 χρόνια ήταν η αποκορύφωση της κρίσης και της φυγής των Κουβάνων προς όλες τις κατευθύνσεις.


Διπλό νόμισμα-διπλή κοινωνία

Η κρίση της δεκαετίας του ’90 κράτησε και το δελτίο ισχύει ακόμη. Η Κούβα όμως αρχίζει να συνέρχεται. Είναι δύσκολο να μιλήσεις στην Καραϊβική, όπως και στην υπόλοιπη Κεντρική Αμερική, για άλλου τύπου ανάπτυξη εκτός του τουρισμού. Οι συμφωνίες ελευθέρου εμπορίου έχουν καταστρέψει τη γεωργική παραγωγή. Το μόνο αγροτικό προϊόν που έχει ακόμη τιμή στην αγορά είναι η πρώτη ύλη για τα ναρκωτικά, γι’ αυτό και το narcotraffic στην Κολομβία και στις όμορες χώρες αποτελεί όψη της λαϊκής οικονομίας και όχι απλώς παράνομη δραστηριότητα. Πρώτες ύλες, πηγές ενέργειας και υποδομές για βιομηχανία ανύπαρκτες. Τι μένει; Ο τουρισμός, πρωτίστως από τη Βόρεια Αμερική. Μπορεί να είναι αναπτυξιακός; Οι Κουβάνοι φαίνεται να έχουν επιλέξει ένα δρόμο διαφορετικό από τη χερσόνησο του Yucatan, το Belize και τα νησιά Barbados, όπου γιγαντιαία διεθνή ξενοδοχεία έχουν δημιουργήσει τεράστιες κλειστές επικράτειες μονοπωλώντας τις ακτές και επιβάλλοντας καθεστώς νεο-αποικιακού τύπου. Δίπλα στον τουρισμό μέσω ξενοδοχείων, που είναι πανάκριβα, στην Κούβα ανακάλυψαν τα BnB πριν από την Ευρώπη. Η κυβέρνηση έδωσε την άδεια και τη δυνατότητα στις οικογένειες να διαθέσουν το σπίτι τους για φιλοξενία τουριστών με ενοίκιο, πράγμα που έχει λειτουργήσει θαυμάσια έως τώρα. Πάρα πολλές οικογένειες διαθέτουν υπηρεσίες φιλοξενίας και με τα έσοδα βελτιώνουν τα σπίτια και τις πολυκατοικίες που μένουν. Μπορείς να μείνεις επομένως με γύρω στα 30 ευρώ τη βραδιά, με θαυμάσιο πρωινό σε φιλικό περιβάλλον, που περιλαμβάνει μεταφορά στο αεροδρόμιο και ακόμη μικρές ημερήσιες εκδρομές. Δίπλα στα BNB υπάρχουν και τα paladar, δηλαδή η δυνατότητα στους ιδιοκτήτες ενός σπιτιού να φιλοξενήσουν μια δυο παρέες, ετοιμάζοντάς τους σπιτικό φαγητό, στη ζεστή ατμόσφαιρα ενός σαλονιού, στην εσωτερική αυλή ή στην ταράτσα τους. Αυτή η διάχυση των τουριστικών πόρων στον πληθυσμό, μέσω της διασποράς των τουριστικών δραστηριοτήτων, είναι ζωτική για την κοινωνία, κυρίως της Αβάνας και των άλλων ιστορικών πόλεων της Κούβας. 

Για να λειτουργήσει όμως ο τουρισμός ως εισροή συναλλάγματος που μένει στη χώρα και δεν φεύγει, στην Κούβα έχει εισαχθεί το διπλό νόμισμα. Η Κούβα πουλάει τις τουριστικές της υπηρεσίες αρκετά ακριβά. Σε άλλο νόμισμα συναλλάσσεται ο πληθυσμός, σε διαφορετικό οι τουρίστες. Το τουριστικό νόμισμα μάλιστα είναι ακριβό, μια μονάδα, ένα CUC (Peso convertibile cubano), αντιστοιχεί περίπου σε ένα ευρώ. Για τη διαμονή τους, στα εστιατόρια και στα μπαρ, στα τουριστικά μαγαζιά και για τη μετακίνησή τους, οι τουρίστες συναλλάσσονται μόνο σε CUC, τα οποία αλλάζουν στο αεροδρόμιο, στις τράπεζες ή στα μεγάλα ξενοδοχεία. Το διπλό νόμισμα είναι μια έξυπνη λύση σε σχέση με τις άλλες χώρες τις Λατινικής Αμερικής, όπου οι μεν τιμές είναι εξευτελιστικές, οι αξιόπιστες υπηρεσίες όμως προσφέρονται μόνο σε δολάρια που πληρώνονται κατευθείαν στο εξωτερικό. Αναγκαία μεν λύση προκειμένου να υπάρχει διασπορά του τουριστικού εισοδήματος στον πληθυσμό, δημιουργεί όμως μια διπλή κοινωνία. Αν ο μισθός ενός δάσκαλου, ενός γιατρού ή κι ενός καθηγητή πανεπιστημίου είναι μικρότερος από όσα πληρώνει ένας τουρίστας σε CUC για μια βραδιά ή για ένα δείπνο, τότε σημαίνει ότι δημιουργείται μια παράλληλη κοινωνία που ζει πολύ καλύτερα, γιατί έχει έσοδα στο ακριβό νόμισμα και έξοδα στο φτηνό. Αυτή η κοινωνία είναι και εδαφικά διαχωρισμένη. Η Habana Vieja, δηλαδή το ιστορικό κέντρο της πόλης, καθώς επίσης και τα ιστορικά κέντρα του Cienfuegos, του Trinidad του Santiago και άλλων πόλεων είναι κατειλημμένα από τουρίστες, ενώ η υπόλοιπη πόλη, πιο φτωχή, από τον ντόπιο πληθυσμό που ζει με τα δικά του πολύ χαμηλά εισοδήματα. Διηγούνται ένα ανέκδοτο στην Κούβα, για τον νευροχειρουργό που ονειρεύεται μια μέρα να αποκτήσει μια λιμουζίνα του ’50 και να γίνει ταξιτζής για τουρίστες. Διπλό νόμισμα σημαίνει διπλή κοινωνία. 

Μια πόλη 500 χρόνων

Η Αβάνα είναι μια από τις ωραιότερες πόλεις του κόσμου, με ένα μέτωπο οκτώ χιλιομέτρων στη θάλασσα, την περίφημη Malecόn, όπου τα βράδια θα δεις την ανθρωπογεωγραφία της Αβάνας που κατεβαίνει να δροσιστεί, να ρεμβάσει και να ερωτευτεί. Μια κοσμοπολίτικη πόλη με τα μεγάλα ξενοδοχεία απ’ όπου πέρασαν οι δόξες του σινεμά του ’50 και διατηρούν κάτι από την ατμόσφαιρα της εποχής. Με τη νέα περιοχή με την απέραντη πλατεία της επανάστασης και τις μεγάλες λεωφόρους, από τις οποίες η Πέμπτη Λεωφόρος είναι των πρεσβειών και των ξένων. Το διαμάντι όμως είναι η παλιά Αβάνα, η Habana vieja. Η αίσθηση της παρελθοντικότητας αρχίζει από τα οχυρά που προστάτευαν το παλιό εσωτερικό λιμάνι, εκείνο που ήταν η αφετηρία και το σημείο εκκίνησης για τις καραβέλες που διέσχιζαν τον Ατλαντικό, προς και από την Ισπανία, από τον καιρό του Κολόμβου. Επειδή δεν έπεσε θύμα της μεταπολεμικής οικοδομικής ανάπτυξης, επειδή δε βομβαρδίστηκε ποτέ ούτε αναταράχτηκε από σεισμούς, η παλιά Αβάνα διατηρεί αναλλοίωτη τη φυσιογνωμία της από τον καιρό των πρώτων αποίκων πριν από 500 χρόνια, όπως, λόγου χάριν, η πλατεία της Καθεδράλας του 15ου-16ου αιώνα, όπως η Plaza Vieja του 17ου και 18ου αι., όπως η Plaza de Armas του 19ου αι., με τα υπαίθρια παλαιοβιβλιοπωλεία τις Κυριακές. Ολόκληρη η παλιά Αβάνα είναι ένα μνημείο. Αλλά και η καινούργια, η αστική Αβάνα του 19ου και των αρχών του 20ού αι. Το Paseo del Prado προεκτείνει έναν άξονα που αρχίζει με το μεγαλοπρεπές και πάλλευκο Καπιτώλιο, αντιγραφή εκείνου της Ουάσιγκτον, με τα μεγαλοπρεπή ξενοδοχεία ως τη θάλασσα και έχοντας δίπλα του το παλιό κυβερνείο, και τώρα Μουσείο της Επανάστασης, και βέβαια τo από κάθε άποψη καταπληκτικό Museo Nacional de Bellas Artes. Χωρίς τις εικαστικές της τέχνες και τη λογοτεχνία της, δύσκολο να καταλάβεις μια χώρα.

Το ένα κτίριο μετά το άλλο, τα παλιά παλάτια ανακαινίζονται πολύ προσεκτικά, ώστε να μην χάσουν, ούτε από την ανακαίνισή τους ούτε από τις νέες χρήσεις τους, τον ιστορικό τους χαρακτήρα. Εγγύηση γι’ αυτό είναι η Oficina del Historiador de La Habana, που δημιουργήθηκε το 1938 και διευθύνει την αρχιτεκτονική, την πολιτισμική και την οικονομική ανάπλαση της παλιάς πόλης, απασχολώντας δεκάδες ιστορικούς και αρχιτέκτονες, που ερευνούν τις αρχειακές πηγές για τη φυσιογνωμία, για τις φάσεις ανάπτυξης και για τις χρήσεις των κτιρίων και των χώρων και προγραμματίζουν και επιβλέπουν συνολικά την ανάπτυξη. Η φυσιογνωμία της παλιάς Κούβας θεωρείται, στον λόγο αυτών των ιστορικών, στοιχείο της ταυτότητας της χώρας, και ταυτόχρονα τους δίνει μια εξέχουσα θέση στην κουβανική κοινωνία, αντίστοιχη, και ίσως ισχυρότερη εκείνης των αρχαιολόγων στην Ελλάδα. 

Ενδεχομένως εδώ χρειάζεται να γίνει μια αναφορά στον αρχιτεκτονικό και γλυπτικό κλασικισμό της Κούβας. Τόσο η αρχιτεκτονική της ύστερης αποικιακής περιόδου όσο και τα κτίρια της αστικής περιόδου, από το δεύτερο μισό του 19ου αι., χαρακτηρίζονται πληθωρικά από ελληνικά μοτίβα, και φαντάζομαι ο εκτεταμένος αποικιακός κλασικισμός και η σύνδεση κλασικισμού και αποικιοκρατίας θα είναι ελκυστικό θέμα μελέτης για τους ελληνιστές όπου γης.

Και μια και μιλάμε για ταυτότητα, αν στην Κούβα μια φυσιογνωμία βρίσκεται παντού, αν μια προτομή κοσμεί τα σχολεία και τα πανεπιστήμια, τις πλατείες και τα δημόσια κτίρια, αυτή δεν είναι του Κάστρο, ούτε του Τσε Γκεβάρα, ούτε κανενός από τους ήρωες της επανάστασης. Είναι του ποιητή που δήλωνε πως έχει δυο πατρίδες, την Κούβα και τη νύχτα (Dos patrias tengo yo: Cuba y la noche), του José Martí (1853-1895), που έγινε το σύμβολο της ανεξαρτησίας αλλά και της συγκρότησης του δημόσιου χώρου. Τα ποιήματά του αποτελούν την εθνική παιδαγωγία της Κούβας. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα μνημεία που κοσμούν την Κούβα είναι της αποικιακής περιόδου και του αγώνα για την ανεξαρτησία. Η επανάσταση χρησιμοποίησε λιγότερο μνημειακό στυλ, περισσότερο art street. Το πιο μεγάλο και γνωστό μνημείο είναι εκείνο στη Santa Clara, δυο ώρες μακριά από την Αβάνα, στο οποίο είναι θαμμένα τα οστά του Τσε και των συντρόφων του. Άγαλμα ή προτομή του Φιντέλ δεν είδα. 

Το συνέδριο ιστορίας

Πήγα στην Αβάνα για ένα συνέδριο ιστορίας, το πρώτο που οργάνωσαν από το πανεπιστήμιο της Αβάνας και αφορούσε όχι τη μια ή την άλλη περίοδο, αλλά τα ερωτήματα γύρω από την ίδια την ιστορία, αυτό που αποκαλούμε συχνά ως «θεωρία της ιστορίας». Στη Λατινική Αμερική υπάρχει ένα τεράστιο ενδιαφέρον για την ιστορία και τη μνήμη, για τη θέση και τη σύνδεση της ίδιας της ιστορίας με τον πολιτισμό και την πολιτική της περιοχής. Στο πρώτο συνέδριο που συμμετείχα το 2006 στο Buenos Aires στην Αργεντινή, ήταν τα τραύματα των δικτατοριών που ζητούσαν αντιμετώπιση. Στο δεύτερο συνέδριο στο Ouro-Preto στη Βραζιλία, η θεωρία και η φιλοσοφία της ιστορίας βρισκόταν στα πρώτα ενδιαφέροντα των ιστορικών. Τούτο το συνέδριο οργανώθηκε προς τιμήν του Georg Iggers, του πατριάρχη θα λέγαμε της ιστορίας της ιστοριογραφίας, και μάλιστα στις παγκόσμιες διαστάσεις της, ο οποίος είχε καλλιεργήσει σχέσεις με τους Κουβανούς ιστορικούς, παρά το αμερικανικό εμπάργκο, και ο οποίος προκάλεσε τη συνάντηση αυτή. Οι Κουβανοί ιστορικοί είναι καλά ενημερωμένοι για τις εξελίξεις στην διεθνή ιστοριογραφία. Εκείνο όμως που συμβαίνει στην Λατινική Αμερική, είναι μια κανονικοποίηση των ευρωπαϊκών παραδόσεων, η οποία περιλαμβάνει και τη θεωρία της ιστορίας. Οι Κουβανοί την τοποθετούν μέσα σε μια συνέχεια με τη μαρξιστική παράδοση της ιστοριογραφίας, απαλλαγμένη βέβαια από δογματισμό, αλλά όπου οι πιο καινούργιες τάσεις ενοφθαλμίζονται στον παλιότερο κορμό. Από αυτή την άποψη ο Φουκώ «συμπληρώνει» ή «προεκτείνει» τον Γκράμσι που «συμπληρώνει» τον Μαρξ, κ.ο.κ. Κάπως έτσι. Τους είναι πάντως δύσκολο να δεχτούν ότι η σχέση του παρόντος με το παρελθόν δεν είναι μονοσήμαντη, δηλαδή το παρόν ως επιστέγασμα του παρελθόντος, αλλά πιο σύνθετη, ενέχοντας το στοιχείο της ενδεχομενικότητας και της διάδρασης. Εκείνο όμως που είναι πρόβλημα, αν όχι τόσο για τους Κουβανούς όσο για άλλους –κυρίως Λατινοαμερικάνους μαρξιστές ιστορικούς–, είναι η αντιπαλότητά τους με τις μεταποικιακές σπουδές (Postcolonial Studies). Γενικότερα στη Λατινική Αμερική υπάρχει μια επιφύλαξη στις μεταποικιακές σπουδές, παρά το γεγονός ότι στο θεωρητικό τους πλαίσιο περιλαμβάνονται διανοούμενοι από τη γαλλόφωνη Καραϊβική, για παράδειγμα Aimé Césaire από τη Μαρτινίκα. Η επιφύλαξη προέρχεται από τον ρόλο των Κρεολών που επιφύλασσαν για τον εαυτό τους την εικόνα του «εξόριστου Ευρωπαίου» και όχι του μιμητή των Ευρωπαίων ιθαγενούς, όπως στην περίπτωση της Ινδίας ή και της Αφρικής, από όπου κυρίως προέρχονται τα παραδείγματα που θεωρητικοποίησαν οι μεταποικιακές σπουδές. Τα ανοίγματα και η διεθνοποίηση πάντως θα συνεχιστούν και νομίζω ότι και εμείς έχουμε να μάθουμε από την πρακτική ενασχόληση με την ιστορία, όπως στην περίπτωση της ανάπλασης των παλιών πόλεων.

Και το μέλλον; 

Για να συνδεθείς με διαδίκτυο στην Αβάνα, πρέπει να ψάχνεις από ξενοδοχείο σε ξενοδοχείο, και, αν καταφέρεις να αγοράσεις κάρτα, να συνδεθείς με χίλια ζόρια. Αυτό είναι ένα παράδειγμα για να πω το εξής: Το πρόβλημα με τις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, όπως και τώρα στην Κούβα, ήταν (και είναι) αυτό της τεχνολογικής ανανέωσης. Το «1989» στην ανατολική Ευρώπη είχε αρχίσει από τα μέσα της δεκαετίας του ’70, όταν στις καπιταλιστικές χώρες άρχισε η μετάβαση στη νέα τεχνολογία, στη ρομποτική, στην ψηφιακή και διαδικτυακή εποχή. Τα αποτελέσματα της αποτυχίας στη μετάβαση αυτή δημιούργησαν μια αλυσίδα με τελευταίο κρίκο την οικονομική αλλά και την πολιτική κατάρρευση. Η Κίνα τα κατάφερε και εξαιτίας του μεγέθους της να κάνει αυτή τη μετάβαση χωρίς πολιτική τομή. Η Κούβα μπορεί να τα κεταφέρει με τις μικρές της δυνάμεις; Υπάρχουν τομείς της οικονομίας της όπως τα κρατικά εστιατόρια, ξενοδοχεία, οι φούρνοι, τα μαγαζιά, που είναι απολύτως δυσλειτουργικό να συνεχίσουν ως κρατικές επιχειρήσεις. Από την άλλη πλευρά το κράτος έχει στα χέρια του μια τεράστια περιουσία την οποία πριν αναγκαστεί να την εκποιήσει λόγω δανείων θα πρέπει προφανώς να αξιοποιήσει με κριτήρια αποτελεσματικότητας και διαφάνειας. Η εκπαίδευση και η ιατρική περίθαλψη είναι τα επιτεύγματα που το επαναστατικό προβάλλει. Και δικαίως εκεί πράγματι η διαφορά είναι από μεγάλη έως εντυπωσιακή. Για παράδειγμα, η παιδική θνησιμότητα είναι από τις χαμηλότερες στον κόσμο και το προσδόκιμο ζωής στο επίπεδο των αναπτυγμένων χωρών. Αλλά στην εκπαίδευση χρειάζεται τεχνολογική ανανέωση. Δε φτάνει ο δάσκαλος με τον μαυροπίνακα. Η σημερινή ηγεσία προέρχεται από την παλιά φρουρά της επανάστασης. Ο Ραούλ Κάστρο είναι από τους τρεις επιζώντες της θρυλικής Granma, του πρώτου πυρήνα δηλαδή των ανταρτών. Το πιθανότερο είναι ότι θα ακολουθήσουν το παράδειγμα της Κίνας, δηλαδή φιλελευθεροποίηση στην οικονομία ενώ η διακυβέρνηση στα χέρια της ελίτ που ήδη κυβερνά. Τα πράγματα βέβαια θα εξαρτηθούν και από την πολιτική του νέου προέδρου των ΗΠΑ, η οποία για την Κούβα δεν έχει ανοίξει ακόμη τα χαρτιά της. Κατάσταση αναμονής. Στο μεταξύ, οι Σαντερίες (λατρείες των Αφρικανών της Καραϊβικής) πολλαπλασιάζονται, μαζί με κάθε είδους διαφυγές. «Ιστορική κούραση», χαρακτηρίζει την περιρρέουσα ατμόσφαιρα ο Παδούρα. «Η κούραση από το να είμαστε τόσο ιστορικοί και με τόσο πεπρωμένο» (σελ. 204).

Καθώς το αεροπλάνο απογειώνεται όμως δεν μπορείς να αποχαιρετήσεις την Κούβα χωρίς κάποια τρυφερότητα.

 

(πρώτη δημοσίευση: περιοδικό ΧΡΟΝΟΣ, 4 Μαρτίου 2017)

ΧΡΟΝΟΣ #47, 4 Μαρτίου 2017


Ο Αντώνης Λιάκος γεννήθηκε το 1947 στην Αθήνα. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Στα 1969-73 φυλακίστηκε από τη δικτατορία. Πτυχιούχος στα 1977, συνέχισε με υποτροφία του Ι.Κ.Υ. και του Συμβουλίου της Ευρώπης μεταπτυχιακές σπουδές στην Ιταλία, διδακτορική διατριβή στη νεότερη και σύγχρονη ιστορία στο Α.Π.Θ. (1984). Δίδαξε στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. (1981-1990). Επισκέπτης ερευνητής/καθηγητής στα Πανεπιστήμια Μπέρμιγχαμ, European University Institute (Φλωρεντία), Πρίνστον, Νέας Υόρκης, Σύντνεϋ, École normale supérieure (Παρίσι), Πανεπιστήμιο του Πεκίνου. Συνέβαλε στην ίδρυση του Ι.Α.Κ.Α. στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και συμμετείχε στο πρόγραμμα European Doctorate in the Social History of Europe. Από το 1990 καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει διατελέσει μέλος της Εφορείας των Γ.Α.Κ., της Επιτροπής Ιστορίας της Εθνικής Τράπεζας, των Α.Σ.Κ.Ι., του Ιστορικού Αρχείου του Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι managing editor του περιοδικού Historein/Ιστορείν, πρόεδρος της International Commission for History and Theory of Historiography, διηύθυνε εκδοτικές σειρές Ιστορίας στις εκδόσεις Γνώση, Θεμέλιο και Νεφέλη. Την περασμένη δεκαετία υπήρξε μέλος των ερευνητικών ομάδων NHIST (Writing of National Histories in Nineteenth and Twentieth Century Europe) και CLIOHRES.net (Creating Links and Innovative Overviews for a New History Research Agenda for the Citizens of a Growing Europe). Το ερευνητικό και συγγραφικό έργο αφορά τη νεότερη και σύγχρονη ιστορία και την ιστορία και θεωρία της ιστορίας. Έχει εκδώσει επτά μονογραφίες (από τις οποίες μία μεταφράστηκε στα ιταλικά και μία στα τουρκικά) και έχει δημοσιεύσει πενήντα μελέτες περίπου σε ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά επιστημονικά περιοδικά και ειδικούς τόμους. Αρθρογραφεί συχνά στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο. Το 2012 έλαβε το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου για το βιβλίο του Αποκάλυψη, ουτοπία, ιστορία (Πόλις, 2011). 

Ηλεκτρονική διεύθυνση: aliakos@otenet.gr

Ιστοσελίδες:
www.antonisliakos.gr
http://uoa.academia.edu/AntonisLiakos
http://www.culturahistorica.es/liakos.english.html

Οι πρώτες εικόνες της Αβάνας, όταν φτάνεις, είναι ότι βυθίζεσαι σε μια ιστορία δεκαετιών πριν από την εποχή μας. Μια εικόνα που δεν προέρχεται μόνο από τις γραφικές λιμουζίνες του ’50 –που χρησιμοποιούνται κυρίως ως ταξί– αλλά και από τους σκοτεινούς μα πολυπληθείς δρόμους –στους οποίους τρέχει η παλιά σεβρολέτα αναπηδώντας κάθε τόσο στις λακούβες–, από τα μίζερα μαγαζάκια με τις έρημες βιτρίνες και τις σιδεριές –που αφήνουν μόλις ένα άνοιγμα για τις δοσοληψίες–, από το λιγοστό νερό στις βρύσες, από τον χαμηλό φωτισμό στο δωμάτιο, από την όψη των ρημαγμένων σπιτιών όπου φωλιάζει ένα μελίσσι από παιδόπουλα, από τους μισόγυμνους σκελετωμένους γέρους και γριές με το πούρο στα σκαλοπάτια της εξώπορτας, από τις οσμές και τη σκόνη.

Η κρίση της δεκαετίας του ’90 κράτησε και το δελτίο ισχύει ακόμη. Η Κούβα όμως αρχίζει να συνέρχεται. Είναι δύσκολο να μιλήσεις στην Καραϊβική, όπως και στην υπόλοιπη Κεντρική Αμερική, για άλλου τύπου ανάπτυξη εκτός του τουρισμού. Οι συμφωνίες ελευθέρου εμπορίου έχουν καταστρέψει τη γεωργική παραγωγή. Το μόνο αγροτικό προϊόν που έχει ακόμη τιμή στην αγορά είναι η πρώτη ύλη για τα ναρκωτικά, γι’ αυτό και το narcotraffic στην Κολομβία και στις όμορες χώρες αποτελεί όψη της λαϊκής οικονομίας και όχι απλώς παράνομη δραστηριότητα. Πρώτες ύλες, πηγές ενέργειας και υποδομές για βιομηχανία ανύπαρκτες.

Η Αβάνα είναι μια από τις ωραιότερες πόλεις του κόσμου, με ένα μέτωπο οκτώ χιλιομέτρων στη θάλασσα, την περίφημη Malecόn, όπου τα βράδια θα δεις την ανθρωπογεωγραφία της Αβάνας που κατεβαίνει να δροσιστεί, να ρεμβάσει και να ερωτευτεί. Μια κοσμοπολίτικη πόλη με τα μεγάλα ξενοδοχεία απ’ όπου πέρασαν οι δόξες του σινεμά του ’50 και διατηρούν κάτι από την ατμόσφαιρα της εποχής. Με τη νέα περιοχή με την απέραντη πλατεία της επανάστασης και τις μεγάλες λεωφόρους, από τις οποίες η Πέμπτη Λεωφόρος είναι των πρεσβειών και των ξένων. Το διαμάντι όμως είναι η παλιά Αβάνα, η Habana vieja.