Δύο τρία πράγματα που ίσως ξέρω για αυτόν /L.C./

Δημήτρης Λεοντζάκος

φωτογραφίες: Γιάννης Ισιδώρου

Έγραψε για το αήττητο μέλλον, για το μίσος της άεργης νύχτας, την αργή μοναξιά της αλήθειας, τη ζάλη των υγρών κλειστών δωματίων, τις άρρυθμες όχθες του χορού της αγάπης, τις πραγματικές τρύπες στον απλό αέρα, για τη σιωπή, τους κορμούς των απόντων πραγμάτων, τις φωτιές στα άστεγα μάτια των λευκών αγοριών, για τις ανοίκειες καμπάνες που ηχούν, για τα πουλιά στα μοναχικά σύρματα του μη ορατού, τον γδούπο του άυπνου αντρικού σώματος στο αμείλικτο φως, τα δάκρυα του Hitler, τη βαρύτητα της αγάπης, τα ταξίδια της επιστροφής, τους πλατείς ποταμούς της λήθης, τις ρωγμές στον άφωνο καπνό του κόσμου, το ερυθρό στον λαιμό των κορυδαλλών, τις άπειρες αποστάσεις της ποίησης των φτερών τους, την Ύδρα των παιδιών που έρχονται, για την πτώση των φύλλων στην αγράμματη νύχτα, τις λεμονιές ως εντελώς ακατανόητες λέξεις, για τα άηχα όνειρα των παγωμένων μύθων, για τα παράθυρα των πραγματικών εβραίων, για την παγωνιά της αγάπης, για τις δύο πλευρές της ψυχής που δεν τέμνονται, για το πιστεύω των νεογέννητων ψαριών στον ωκεανό του τρόμου, για τις λεύκες, τις λευκές φάλαινες των αγρών, για όλα τα τέρατα που δεν μιλούν, τους στίχους που συστρέφουν τις πλέξεις του αδύνατου, για τις περιπετειώδεις σοφίτες των ματιών της, για την απαστράπτουσα πάχνη των λόφων του πόνου αργά το απόγευμα, για το μαύρο σχεδόν δέρμα των άγνωστων για πάντα σωμάτων, για τη συνάντηση με αυτό που λέμε άμετρη απώλεια, για τη γυναίκα που είναι η κλειστή πόρτα του ευρήματος, για τους αγγέλους του πραγματικού, για την κατοχή του παντός από μια αχνή πεταλούδα, για την κίνηση των κλαδιών όλων των δέντρων που δεν υπάρχουν, για δύο απλές πλάκες σαπουνιού με άρωμα αμύγδαλου, για τον θάνατο που είναι πιο λαμπρός απ’ τον ήλιο, για τις ρυτίδες της πάχνης στο πρόσωπο κανενός, για την έξοδο απ’ το νησί του παραδείσου, όπως τη ζωγράφισε ο Marc Chagall, για τα απάνεμα βουνά του Ησαΐα, για τον πατέρα (τον νεκρό πατέρα), για τον νεκρό πατέρα όταν είσαι νεαρός και δεν μπορείς να μεγαλώσεις, για τα ατελείωτα καλοκαίρια της γλώσσας του,
με λίγα μόνο λόγια διότι φοράει καπέλο,
εκείνη τη ριζική αμνησία των ασθενών του Oliver Sacks κατάσαρκα, διότι ακολούθησε μυστικός τον πρωθύστερο θάνατό του −
σταθερά
προς το ρίγος του αόρατου.

(πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό ΧΡΟΝΟΣ, 6 Ιανουαρίου 2016, πρώτη έντυπη δημοσίευση: the books’ jοurnal #72, Δεκέμβριος 2016)

ΧΡΟΝΟΣ #45, 6 Ιανουαρίου 2017

πρώτη έντυπη δημοσίευση: the books’ jοurnal #72, Δεκέμβριος 2016

Ο Δημήτρης Λεοντζάκος γεννήθηκε στην Καβάλα το 1974. Σπούδασε μουσική. Ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη. Έχει εκδώσει τις συλλογές Κόμικ (Τα Τραμάκια, 2001), Η Κίρκη ξαφνικά (Μεταίχμιο, 2004), Κινέζικα (Νεφέλη, 2010), Τα σκυλιά του Ακταίωνα (Νεφέλη, 2014), Τίγρεις σε ενυδρείο (Σαιξπηρικόν, 2016), Το μάτι και η νύχτα (Νεφέλη, 2016). Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά, έχουν φιλοξενηθεί σε ανθολογίες και συλλογικές εκδόσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Leonard Cohen
μετάφραση: Δημήτρης Λεοντζάκος

 

Καλοκαίρι-Haiku

Για τον Frank και την Marian Scott

Σιωπή
και μια πιο βαθιά σιωπή
όταν το τριζόνι
διστάζει

(από τη συλλογή The Spice-Box of Earth)

[ ποίημα ]

Κάθε άνθρωπος
έχει έναν τρόπο να προδίδει
την επανάσταση
Αυτός είναι ο δικός μου

(από τη συλλογή The Energy of Slaves)