Η γέννηση της «νέας ιστοριογραφίας»

Κώστας Γαγανάκης

Ο ιστορικός Κώστας Γαγανάκης παρουσιάζει την αντιπαράθεση δύο εναλλακτικών συγκροτήσεων της γαλλικής ιστορίας, της κοσμικής και της ιερής ιστορίας. Συνέντευξη στον Θανάση Μήνα

Στο βιβλίο του Θουκυδίδης ή Ευσέβιος. Προτεσταντική ιστοριογραφία στη Γαλλία των θρησκευτικών πολέμων 1560-1600 (Εκδόσεις Πόλις), ο ιστορικός Κώστας Γαγανάκης μελετά το πλαίσιο μέσα στο οποίο άρχισε να διαμορφώνεται μια νέα αντίληψη για την ιστοριογραφία στη Γαλλία του 16ου αιώνα. Όπως σημειώνει ο συγγραφέας, ο οποίος, ειδικεύεται στην κοινωνική και πολιτισμική ιστορία της Μεταρρύθμισης, η νέα αυτή ιστορία συγκρούστηκε μετωπικά με την κανονιστική καλβινιστική αντίληψη περί ιερής ιστορίας. Ο Κώστας Γαγανάκης μιλάει στον Χρόνο για την «ιστοριογραφική επανάσταση» του 16ου αιώνα, που άνοιξε νέους δρόμους στην επιστήμη της ιστορίας. 

 

Θανάσης Μήνας: Ποια νέα μεθοδολογικά εργαλεία εισήγαγαν οι Γάλλοι ιστορικοί του 16ου αιώνα, τους οποίους εξετάζετε; Με ποιους τρόπους διαφοροποιήθηκαν από τους προκατόχους τους;

Κώστας Γαγανάκης: Συνέχισαν την ουμανιστική ιστοριογραφική παράδοση, επεξεργαζόμενοι κριτικά τις πρωτογενείς πηγές και εξακριβώνοντας την ακρίβεια/αυθεντικότητά τους. Προχώρησαν όμως σε νεωτεριστικές προσεγγίσεις, με κυρίαρχη τη διαπίστωση ότι όλες οι πηγές του παρελθόντος, συμπεριλαμβανομένων και των ιστορικών ερμηνειών τους, αποτελούσαν πρωτίστως προϊόντα της ιδιαίτερης εποχής τους, επομένως αντιμετωπίζονταν ως αποδόσεις της ιστορικής πραγματικότητας διαμεσολαβημένες από το γνωσιακό περιβάλλον, τα κίνητρα και τις ιδιαίτερες εξαρτήσεις των ιστορικών. Για πρώτη φορά, οι ιστορικές ερμηνείες της κλασικής αρχαιότητας και της ουμανιστικής παράδοσης αντιμετωπίσθηκαν κριτικά, όχι ως ουδέτερες ή αντικειμενικές πηγές του παρελθόντος. Στην κατεύθυνση αυτή, οι νέοι ιστορικοί στάθηκαν κριτικά ή και απορριπτικά απέναντι στην προηγούμενη ιστοριογραφική παραγωγή, ανάμεσα στα άλλα, «αποκαθηλώνοντας» θεωρούμενες ως ακλόνητες και ασφαλείς πηγές, όπως τα έργα των ιστορικών της αρχαιότητας (ιδιαίτερα ο Πλίνιος ο πρεσβύτερος παρουσιάσθηκε ως συστηματικός πλαστογράφος). Επιπλέον, οι νέοι ιστορικοί όπως οι Bodin και LaPopelinière, εισηγήθηκαν μια νέα παγκόσμια, συγκριτική ιστορία, στη βάση της επίγνωσης της παράλληλης ανάπτυξης των πολιτισμών, μακριά από ευρωκεντρικές ιδεοληψίες που χαρακτήριζαν την ουμανιστική ιστοριογραφική παραγωγή (O La Popelinière συνέγραψε και βιβλίο γεωγραφίας, LesTrois Mondes).

Θ.Μ.: Ανευρίσκονται σπερματικά έστω στοιχεία διεπιστημονικότητας στις εργασίες τους;

Κ.Γ.: Για τον La Popelinière, όλα τα κατάλοιπα του ιστορικού παρελθόντος συνιστούσαν έγκυρες πηγές, επομένως βασικό προαπαιτούμενο της ιστορικής έρευνας ήταν η διείσδυση του ιστορικού σε όλο το εύρος της πολιτισμικής παραγωγής, κάτι που σήμαινε την ταυτόχρονη χρήση εργαλείων από την οικονoμική θεωρία, τη λογοτεχνία, τα μαθηματικά. Ο Bodin συνέγραψε μια ιστορία βασισμένη σε μαθηματικούς τύπους. Αυτά δε συνιστούσαν αναπαραγωγή του «καλειδοσκοπικού» πνεύματος της ουμανιστικής παράδοσης, αλλά έθεταν τις βάσεις για διεπιστημονικές, συγκριτικές προσεγγίσεις.

Κάνετε λόγο για μια απομάκρυνση της νέας γαλλικής σχολής από την κλασική ιταλική ουμανιστική παράδοση. Σε ποια πεδία αντιδιαστέλλονται αυτές οι δύο παραδόσεις;

Οι νέοι ιστορικοί του γαλλικού 16ου αιώνα στάθηκαν κριτικά απέναντι στην ουμανιστική ιστοριογραφία, επισημαίνοντας τις αντινομίες και τις πολλαπλές και μη ορατές της εξαρτήσεις. Εμπνεόμενοι από το κλίμα της αντιπαράθεσης των «αρχαίων με τους μοντέρνους», ουσιαστικά θεώρησαν ότι αυτοί συνέθεταν για πρώτη φορά πραγματική ιστορία. Εισηγήθηκαν μια πρώτη κριτική ιστορία της ιστοριογραφίας, τη στιγμή που οι ουμανιστές παρέμεναν απροβλημάτιστα προσκολλημένοι στην αυθεντία των κλασικών πηγών.

Κατά πόσο μπορούμε να ισχυριστούμε ότι κατά κάποιο τρόπο οι ιστορικοί αυτοί ανακαλύπτουν εκ νέου τον Θουκυδίδη ή τους ιστορικούς της ρωμαϊκής περιόδου;

Στη βάση των προηγούμενων, θεωρώ ότι οι Γάλλοι «νέοι ιστορικοί» έκαναν επιλεκτική χρήση των αρχαίων ιστορικών, είναι σαφής πάντως η προτίμησή τους (ιδίως του La Popelinière) στη γραφή του Θουκυδίδη και του Πολύβιου.

Πώς εγγράφεται και πώς επηρεάζεται αυτή η νέα ιστοριογραφική αντίληψη στο συγκείμενο της εποχής, δηλ. στην περίοδο των Θρησκευτικών Πολέμων;

H υποκατάσταση της ενιαίας ιστορίας της Εκκλησίας του Κυρίου από διαφορετικές και αλληλοσυγκρουόμενες ιδιοποιήσεις της εκκλησιαστικής ιστορίας, που είχε επιφέρει η κρίση της Μεταρρύθμισης, συνοδεύτηκε ταχύτατα από απόπειρες εθνικοποίησης και εκκοσμίκευσης των ιστορικών των προτεσταντικών εθνών που μάχονταν τη ρωμαϊκή τυραννία. Στην περίπτωση της Γαλλίας των Θρησκευτικών Πολέμων (1562-1598), η ανάγκη έγκαιρης νομιμοποίησης των πρωτοβουλιών του μαχόμενου ουγενοτικού στρατοπέδου προκάλεσε πλημμυρίδα εκδόσεων, όπως τα Mémoires de Condé, που, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, πρότειναν μια «ζώσα ιστορία», μια «ιστορία-ρεπορτάζ» για την κλιμακούμενη σύρραξη. Η ίδια τάση κυριάρχησε και στην καθολική πλευρά, όπως ιδιαίτερα στο έργο του Jacques-Auguste de Thou. Αυτή την άμεση, σύγχρονη ιστορία, μαζί με την επίγνωση του εργαλειακού της χαρακτήρα στο πλαίσιο της διεκδίκησης της επικυριαρχίας στη δημόσια σφαίρα, υιοθέτησαν οι Γάλλοι «νέοι ιστορικοί».

Εστιάζετε στο πρόσωπο του Lancelot Voisin de la Popelinière. Θα θέλατε να μας μιλήσετε κάπως πιο αναλυτικά για τη συμβολή του στην ανανέωση της ιστοριογραφίας;

Θεωρώ πως το έργο του La Popelinière αποτελεί την πληρέστερη έκφραση της «ιστοριογραφικής επανάστασης» του 16ου αιώνα. Ο La Popelinière εισάγει μια αναστοχαστική και ανθρωποκεντρική ιστοριογραφία, αποστασιοποιημένη από ευρωκεντρικές αντιλήψεις, ενώ προωθεί τον ιστορικό ως δυναμικό και κριτικό ερμηνευτή –και όχι απλά καταγραφέα – των γεγονότων. Ο La Popelinière αποφεύγει τα ολιστικά ερμηνευτικά σχήματα που γοήτευαν τον Bodin, προτιμώντας να «συρρικνώσει» το πεδίο έρευνας στην ανθρώπινη ιστορία, και ειδικότερα στην ιστορία της συγκρότησης των κρατών. Τελικά, εισηγείται μια κριτική, ανθρωποκεντρική ιστορία που αναζητά αιτιακές αλυσίδες, όμως μακριά από οποιαδήποτε θεώρηση περί νόμων κίνησης της ιστορίας.

Όπως σημειώνετε, πρόκειται για την «αντιπαράθεση δύο εναλλακτικών συγκροτήσεων της γαλλικής ιστορίας». Ποιο ήταν το αποτέλεσμα αυτής της αντιπαράθεσης;

Στο εσωτερικό του ουγενοτικού στρατοπέδου, η επικράτηση της ιερής ιστορίας, στα πρότυπα του Ευσέβιου. Γενικότερα στη Γαλλία των αρχών του 17ου αιώνα, η κριτική ιστοριογραφία θεωρήθηκε ανεπίκαιρη, ανωφελής έως και επικίνδυνη από τους Βουρβόνους. Οι ιστορικοί κλήθηκαν να ξανακλειστούν στα σπουδαστήριά τους και να προσφέρουν μια ψυχαγωγική, δοξαστική ιστορία του βασιλέα και του έθνους.

Θ.Μ.: Το ιστοριογραφικό διακύβευμα της εποχής που εξετάζετε τελικά μπορεί να συνοψιστεί ως εξής: κοσμική ή θρησκευτική ιστορία;

Κ.Γ.: Κοσμική ή ιερή ιστορία (που περιλάμβανε τόσο την ιστορία της Εκκλησίας, όσο και την κοσμική ιστορία του ανθρώπινου γένους, εντάσσοντας και τις δύο στο Θεϊκό Σχέδιο).

Τελικά η ιστοριογραφία είναι μια παροντική επιστήμη;

Η ιστορία είναι παροντική επιστήμη, από τη στιγμή που εκκινεί από τους προβληματισμούς του παρόντος και «επιστρέφει» επιλεκτικά στο παρελθόν, όχι στο πλαίσιο μιας αναζήτησης των «ιστορικών καταβολών», αλλά στη βάση της κριτικής διερεύνησης της ιστορικής εξέλιξης συναφών με την παροντική πραγματικότητα προβλημάτων και φαινομένων. Η ιστορία μελετά την ιστορική κίνηση (μετασχηματισμό) των ανθρώπινων κοινωνιών, ορμώμενη από προβληματισμούς του παρόντος. Ο Lucien Febvre της σχολής των Annales έδωσε κάποτε έναν ωραίο ορισμό: «Ιστορία-πρόβλημα».

 

(πρώτη δημοσίευση: περιοδικό ΧΡΟΝΟΣ, 16 Φεβρουαρίου 2017)

ΧΡΟΝΟΣ #46, 16 Φεβρουαρίου 2017

Ο Κώστας Γαγανάκης γεννήθηκε στη Γλασκώβη (Βρετανία) τον Μάρτιο του 1961. Σπούδασε στα πανεπιστήμια της Θεσσαλονίκης και της Γλασκώβης, όπου το 1988 αναγορεύθηκε διδάκτορας στη Νεότερη Ευρωπαϊκή Ιστορία. Από το 1996 διδάσκει πρώιμη νεότερη ευρωπαϊκή ιστορία στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ειδικεύεται στην κοινωνική και πολιτισμική ιστορία της Μεταρρύθμισης, με κύριο πεδίο αναφοράς τη Γαλλία των Θρησκευτικών Πολέμων του 16ου αιώνα. Πέρα από το πρώτο του βιβλίο (Ο πόλεμος των λέξεων. Θρησκευτική διαμάχη και προπαγάνδα στη Γαλλία τον καιρό της Νύχτας του Αγίου Βαρθολομαίου, Αθήνα, Νεφέλη, 2003), έχει συγγράψει άρθρα σχετικά με την κοινωνική και πολιτισμική ιστορία της κρίσης της Μεταρρύθμισης, και με την ιστοριογραφία του 16ου αιώνα. Είναι μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού Historein/Ιστορείν.

Οι νέοι ιστορικοί του γαλλικού 16ου αιώνα στάθηκαν κριτικά απέναντι στην ουμανιστική ιστοριογραφία, επισημαίνοντας τις αντινομίες και τις πολλαπλές και μη ορατές της εξαρτήσεις. Εμπνεόμενοι από το κλίμα της αντιπαράθεσης των «αρχαίων με τους μοντέρνους», εισηγήθηκαν μια πρώτη κριτική ιστορία της ιστοριογραφίας, τη στιγμή που οι ουμανιστές παρέμεναν απροβλημάτιστα προσκολλημένοι στην αυθεντία των κλασικών πηγών.

Στη Γαλλία των Θρησκευτικών Πολέμων (1562-1598), η ανάγκη έγκαιρης νομιμοποίησης των πρωτοβουλιών του μαχόμενου ουγενοτικού στρατοπέδου προκάλεσε πλημμυρίδα εκδόσεων που, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, πρότειναν μια «ζώσα ιστορία», μια «ιστορία-ρεπορτάζ» για την κλιμακούμενη σύρραξη. Η ίδια τάση κυριάρχησε και στην καθολική πλευρά. Αυτή την άμεση, σύγχρονη ιστορία, μαζί με την επίγνωση του εργαλειακού της χαρακτήρα στο πλαίσιο της διεκδίκησης της επικυριαρχίας στη δημόσια σφαίρα, υιοθέτησαν οι Γάλλοι «νέοι ιστορικοί».

Στις αρχές του 17ου αιώνα όλα είχαν αλλάξει. Η κριτική ιστοριογραφία θεωρήθηκε ανεπίκαιρη, ανωφελής έως και επικίνδυνη από τους Βουρβόνους. Και οι ιστορικοί κλήθηκαν να ξανακλειστούν στα σπουδαστήριά τους και να προσφέρουν μια ψυχαγωγική, δοξαστική ιστορία του βασιλέα και του έθνους.