Υπουργός στα πρόθυρα νευρικής κρίσης

Αποστόλης Φωτιάδης

Είναι ο Γιάννης Μουζάλας υπεύθυνος για την απουσία υποδομών και διαχειριστικής επάρκειας στο προσφυγικό;

Δεν ήταν έκπληξη ότι ο κ. Μουζάλας επέλεξε να υποβαθμίσει τα περιστατικά της προηγούμενης Παρασκευής στη Μόρια και την κριτική για τις κακές συνθήκες που επικρατούν στα hot spot στα νησιά. Δεν ήταν επίσης απρόβλεπτο ότι μέσα σε λίγες μέρες, με μια εντατική επικοινωνιακή παρουσία, πόλωσε την κουβέντα, αναζητώντας κυρίως της ευθύνες στη «μαύρη προπαγάνδα», που έσπρωξε τις τοπικές κοινότητες να παρακωλύσουν τα σχέδιά του για κέντρα κράτησης στα νησιά.

Την αμφιλεγόμενη αυτή μέθοδο, με τις ευθύνες που απορρέουν από την άσκηση εξουσίας, ο Υπουργός μεταναστευτικής πολιτικής την εφαρμόζει εδώ και καιρό. Εξωραΐζει την ευθύνη για τα αποτελέσματα της πολιτικής του με ένα απολογητικό αφήγημα που χτίζεται σε αντιδιαστολή με την οξεία αντιπαράθεση προς οποιονδήποτε αντιπαρέρχεται το σχεδιασμό του. Απαραίτητο συστατικό η ανακάλυψη ενός δράκου που εμποδίζει τον λογικό σχεδιασμό της κυβέρνησης. Πρόκειται για επικοινωνιακή μέθοδο εξαιρετικά πετυχημένη – κερδίζει άπλετο πολιτικό χρόνο και περιθώριο ελιγμών ώστε να αποφευχθεί η μεγιστοποίηση του πολιτικού κόστους. Εάν όμως μπει κανείς στην ουσία, το αφήγημα τις περισσότερες φορές καταρρέει, αφού οι εξωγενείς προκλήσεις που καταγγέλλει ο Υπουργός είναι το άλλο μισό της ενδημικής ανεπάρκειας του υπουργικού επιτελείου να οργανώσει και να εφαρμόσει πολιτικές. Σαφέστατο παράδειγμα είναι ότι την περίοδο που ο κ. Μουζάλας στοχοποιούσε των ύποπτο ρόλο κάποιων ΜΚΟ στα νησιά βάζοντας θέμα ασφάλειας, θέμα υπαρκτό, καίριες αρμοδιότητες που αφορούσαν την προστασία πληθυσμών στη Μόρια περνούσαν στα χέρια οργανώσεων με ριζοσπαστική θρησκευτική ατζέντα. 

Τι κέρδισαν όμως διαχρονικά η κυβέρνηση και ο κ. Μουζάλας λέγοντας τη μισή αλήθεια; Πρώτος κάβος της πολιτικής σταδιοδρομίας του ήταν η σκληρή αντιπαράθεση με τους Ευρωπαίους για τον τρόπο διαχείρισης της προσφυγικής ροής, που ο ίδιος κληρονόμησε, και η χαοτική ευρωπαϊκή πολιτική διελκυστίνδα που οδηγούσε την Ελλάδα σε θέση αποδιοπομπαίου τράγου για την ευρωπαϊκή αποτυχία διαχείρισης της κρίσης. Ο Υπουργός προσπάθησε πραγματικά να είναι παρών στο πεδίο και στις Βρυξέλλες, δεν είχε όμως ούτε εμπειρία, πολύ περισσότερο, ούτε επάρκεια για να παρακολουθήσει το πολιτικό προσκήνιο και παρασκήνιο. Το τελικό αποτέλεσμα εκείνης της περιόδου ήταν η δέσμευση της κυβέρνησης για άμεση ολοκλήρωση των hot spot. Δέσμευση μάλλον αναπόφευκτη αλλά και υπερβολικά μονομερής, εάν κρίνει κανείς από το ότι πολύ λίγοι από τους υπόλοιπους εταίρους δεσμεύτηκαν τότε για το ο,τιδήποτε σε ακέραια μεγέθη. Και για τα λίγα που δεσμεύτηκαν, έχει δίκιο να επιμένει ο Υπουργός, συνήθως δεν τα πραγματοποίησαν. Επί της ουσίας επρόκειτο για μια κακή συμφωνία.

Και η συμφωνία μπορεί να έγινε, αλλά ο μηχανισμός για να ολοκληρωθούν τα hot spot δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί.

Το Υπουργείο ήταν ένας ελλιπώς επανδρωμένος και διοικητικά αναποτελεσματικός μηχανισμός, πράγμα που δεν άλλαξε ουσιαστικά ποτέ. Αποτέλεσμα: να φτάσει ο Φλεβάρης του 2016, η ΕΕ να οδηγεί τα πράγματα ολοταχώς στο πλαίσιο της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας και η χώρα να βρεθεί στη γωνία με τον Τσίπρα να απαιτεί την ολοκλήρωση τους εντός δεκαπενθήμερου, πριν ταξιδέψει στην έκτακτη σύνοδο τέλη Φεβρουαρίου. Μόνη λύση ήταν να ολοκληρώσει τις υποδομές ο Ελληνικός Στρατός αλλά αυτό συνεπαγόταν είσοδο στο πλαίσιο της κρίσης και μέρισμα από τη γενναία πίτα του προσφυγικού για ακόμα έναν παίκτη. Το ΥΠΕΘΑ έσωσε την παρτίδα για την κυβέρνηση εκείνες τις μέρες αλλά η παρουσία ενός ακόμα παράγοντα με δική του ατζέντα επί του θέματος έκανε τα πράγματα πιο περίπλοκα. Περισσότερο από όλους για τον ίδιο τον Υπουργό, που ωστόσο προσωρινά ευνοήθηκε από το γεγονός ότι ένας μηχανισμός με αρχή, μέση και τέλος ενεργοποιήθηκε καλύπτοντας μεγάλο μέρος της δικής του διαχειριστικής ανεπάρκειας.

Εκείνες τις ημέρες θα προκύψει και το θέμα με τη Διαχειριστική Αρχή, υπεύθυνη για τη δρομολόγηση των προγραμμάτων που μπορεί να τρέξει η χώρα, με κεφάλαια από τα βασικά χρηματοδοτικά εργαλεία της Ε.Ε. για το προσφυγικό και τα σύνορα (AMIF-ISF). Έπειτα από παρασκηνιακή κόντρα, η ευθύνη θα φύγει από το Υπουργείο μεταναστευτικής πολιτικής και θα καταλήξει στα χέρια του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης κ. Χαρίτση. Η έλλειψη πρόνοιας από τον κ. Μουζάλα για τα χρηματοδοτικά των ταμείων ήταν σφάλμα μεγέθους, σε βαθμό που να δικαιολογεί την κριτική προς τον ίδιο ότι δεν αντιλήφθηκε επαρκώς την καίρια σημασία τους στην ευρύτερη προσπάθεια να υπάρξει μακροχρόνιος πολιτικός σχεδιασμός. Αποτέλεσμα ήταν μόλις τον τελευταίο καιρό να έχουν δημοσιευτεί οι πρώτες προσκλήσεις για υλοποίηση έργων, οι οποίες κυρίως έρχονται να καλύψουν αναδρομικά έξοδα που έχουν γίνει από τον προϋπολογισμό. 

Η διαχείριση του προσφυγικού έχει εξαρτηθεί σχεδόν στο σύνολο της από έκτακτα κεφάλαια που ξοδεύτηκαν με τρόπο περιστασιακό, όχι πάντα, είναι η αλήθεια, υπό την εποπτεία αυτού του Υπουργού αλλά υπό σαφέστατη απουσία σχεδίου που κυρίως αυτός έπρεπε να έχει παρουσιάσει. Το αποτέλεσμα είναι οι δομές να έχουν κυρίως τα χαρακτηριστικά που έχουν παρότι έχει δαπανηθεί πολύ χρήμα. Για αυτό το θέμα ο Υπουργός κατηγορεί κυρίως τις οργανώσεις και απευθύνει μομφή προς την Επιτροπή και την αρμόδια Γενική Διεύθυνση, που προτίμησαν να χορηγήσουν την πλειονότητα των κεφαλαίων στον ιδιωτικό τομέα. Τι προεξοφλεί όμως ότι ο ίδιος θα τα κατάφερνε καλύτερα;

Με αυτή τη λογική έφτασε ο κ. Μουζάλας κουτσά στραβά μέχρι τη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, στα μέσα Μαρτίου. Παράπλευρη συνέπεια της συμφωνίας ήταν και το κλείσιμο των βόρειων συνόρων, γεγονός για το οποίο –ενώ από το Σεπτέμβρη του 2015 ήταν αντικείμενο κουβέντας μεταξύ αρμόδιων Υπουργείων και Διεθνών Οργανισμών– δεν υπήρχε γνωστό συγκροτημένο σχέδιο. Υπήρχε το αδημοσίευτο σχέδιο του Υπουργού για αποκέντρωση των προσφύγων που, όποιο κι αν ήταν, στην ουσία εξελίχθηκε σε μια αγωνιώδη αναζήτηση χώρων και πόρων για να διοχετευθεί ο εγκλωβισμένος πληθυσμός. 

Αποτέλεσμα της έλλειψης σχεδίου για την αντιμετώπιση της κρίσης που θα προκαλούσε το σφράγισμα του δρόμου των Δυτικών Βαλκανίων ήταν η Ειδομένη, για την οποία πολλά έχουν ειπωθεί και περισσότερα έχουν γίνει. Εκ των υστέρων αποκρούοντας την κριτική που του γίνεται για τις συνθήκες στα κέντρα φιλοξενίας, συχνά ο κ. Μουζάλας απαντά ρωτώντας εάν προτιμούσαν κάποιοι την Ειδομένη, υπονοώντας μάλιστα ότι υπήρχαν συμφέροντα που εκμεταλλεύονταν την κατάσταση. Προφανώς και υπήρχαν, αλλά δεν παύει αυτό να είναι ένα έξοχο παράδειγμα αντιστροφής της πραγματικότητας, όπου ο βασικός υπεύθυνος για ένα πρόβλημα σε κατηγορεί επειδή δεν σε ικανοποιεί με τη μετριότατη λύση που ο ίδιος μπόρεσε να δώσει.

Από εκείνη την περίοδο, ο ίδιος έγινε ίσως ο πιο αφοσιωμένος υποστηρικτής της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας. Πράγματι, χωρίς τη συμφωνία θα είχαν έρθει πολύ περισσότεροι πρόσφυγες, ακόμα και αν, όχι πολύ αργότερα, ο εγκλωβισμός τους στην ελληνική επικράτεια θα μείωνε ραγδαία τις ροές. Το πόσοι δεν το ξέρει κανείς –και αυτή θα ήταν η πιο τεκμηριωμένη απάντηση στο ερώτημα– αλλά ο Υπουργός, έχοντας αντιληφθεί τη σημασία της «αριθμητικής της κρίσης», μιλά για νούμερα εφιαλτικά. Είναι γεγονός ότι χωρίς την συμφωνία, η πίεση στην κυβέρνηση –της οποίας είναι μέλος– και η απουσία υποδομών και διαχειριστικής επάρκειας –για την οποία είναι ο βασικός υπεύθυνος– θα μπορούσε ακόμα και να προκαλέσει υπαρξιακή κυβερνητική κρίση. Είναι λογικό λοιπόν ο ίδιος όχι μόνο να λέει αλλά και να πιστεύει ότι δεν υπήρχε εναλλακτική.

Εκτός από το κέρδος, η επιλογή να στηριχθεί η συμφωνία είχε και κόστος. Τα δύο πρέπει να αξιολογηθούν μαζί προκειμένου να εκτιμηθεί το αποτέλεσμα της συμφωνίας για την Ελλάδα. Τα κέρδη τα παραθέτει ο ίδιος δημόσια και συστηματικά. Στα αρνητικά, η επιλογή του να στηρίξει τη συμφωνία με κάθε τρόπο είχε μακροχρόνιες συνέπειες. Όχι μόνο σε επίπεδο κράτους δικαίου, το οποίο καταβαράθρωσε κουρεύοντας τις δευτεροβάθμιες επιτροπές –επειδή δεν εξυπηρετούσαν τη βιωσιμότητα της συμφωνίας– ή επιτρέποντας σε συμβούλους του αμφιλεγόμενες παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη. Αλλά περισσότερο λόγω της τοξικότητας που παράγει, ιδιαίτερα σε επίπεδο γεωπολιτικής και εθνικής ασφάλειας. 

Η Τουρκία, ένα χρόνο μετά την συμφωνία, είναι μια χώρα όπου η αντιπολίτευση –βασικός πόλος ανάσχεσης του αυταρχισμού μέχρι τις επαναληπτικές εκλογές του Νοεμβρίου του 2015– είναι σήμερα στην φυλακή. Ειδικά λαμβάνοντας υπόψη ότι η Μερκελ παρείχε προεκλογική στήριξη στον Ερντογάν ως προϋπόθεση για να ξεκινήσει η πολιτική ανακοπής των ροών. Η συμφωνία υπαγόρευσε σιωπή απέναντι στην τουρκική πολεμική εμπλοκή και εφαρμογή ζωνών ανάσχεσης πληθυσμού στο εσωτερικό τις Συρίας. Παράγωγο της οποίας είναι η έκρηξη μεγαλοϊδεατισμού και μισαλλοδοξίας που επιστρέφει πίσω σε εμάς απειλητικά. Έδωσε επίσης τεράστια ώθηση στα επιχειρήματα όσων ζητούν απεμπλοκή της ΕΕ από τις υποχρέωσεις που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο ως προς την παροχή διεθνούς προστασίας. 

Δευτερογενές αποτέλεσμα είναι η αγοραία προώθηση συμφωνιών επανεισδοχής, που αγνοούν τόσο την πραγματικότητα στις χώρες επιστροφής όσο και την προώθηση νοσηρών προτάσεων για ακαριαίες επαναπροωθησεις όσων διασώζονται στη Μεσόγειο. Εξελίξεις που, ανεξάρτητα από το εάν απαντήσουν στο προσφυγικό πρόβλημα –αυτό μένει ανοικτό–, θα πιστώσουν μπόλικο πολιτικό κεφάλαιο στην ευρωπαϊκή ακροδεξιά, αλλάζοντας ενδεχομένως το συσχετισμό ισχύος πανευρωπαϊκά. 

Ο κ. Μουζάλας, νομίζοντας ότι σώζει την Ελλάδα από τα χειρότερα, μπορεί να κυοφορεί το πρόπλασμα μιας εφιαλτικής πραγματικότητας.

Αυτό είναι κάτι που πρέπει ο ίδιος να σκεφτεί πολύ σοβαρά πριν εφαρμόσει μαζική κράτηση στα νησιά με πρόσχημα τον περιορισμό των παραβατικών. Πέρα από την απομόνωση των πραγματικά ποινικών περιπτώσεων, η χρήση του όρου και των μέτρων μεταφράζουν συστηματικά την εξαθλίωση που παράγει η αποτυχία μιας πολιτικής, ως γενικευμένη τάση μιας κατηγορίας πληθυσμού προς την παραβατικότητα. Επικοινωνιακή πρακτική εν μέρει ανειλικρινής, εφόσον στην πορεία ο σχεδιασμός προβλέπει κράτηση όχι μόνο όσων αυθαίρετα και εκτός ποινικών διαδικασιών χαρακτηρίζονται παραβατικοί αλλά και όσων απορρίπτονται σε πρώτο βαθμό. Τι θα μπορεί να κάνει το Υπουργείο με τους εκατοντάδες ή και χιλιάδες κρατούμενους «εγκληματίες» εάν οι επιστροφές δεν εκτελεστούν ή η συμφωνία κρεμάσει;

Το πιθανότερο είναι ότι ο ίδιος καταλαβαίνει πολύ καλά πως η διαδικασία γύρω από τη συμφωνία δεν φαίνεται να έχει αισιόδοξη κατάληξη. Δεν υπάρχει περίπτωση η Τουρκία να πάρει αυτά που ζητά και επί της ουσίας ο διάλογος με την ΕΕ για βίζα και ενταξιακά είναι ήδη κλειστός. 

Σε μια αποστροφή του λόγου του προχθές το βράδυ, ο ίδιος παραδέχτηκε ποιος είναι ο κρυφός στόχος του. Να μην χρεωθεί αυτός, η κυβέρνηση και η χώρα την ευθύνη για την κατάρρευση της συμφωνίας. Πρόκειται όντως για πολύ σοβαρό θέμα αλλά την απάντηση την έδωσε επίσης μόνος του. Όντως δεν υπάρχει Υπουργός με άσπρο άλογο να κατακτήσει τις Βρυξέλλες. Η ανεπάρκεια της κυβέρνησης ακόμα και να αρθρώσει αντίλογο στους αιφνιδιασμούς και εκβιασμούς των Βρυξελλών, όποτε συγκρούστηκε, υπήρξε μυθική. Το πιθανότερο είναι η Ελλάδα να ξαναγίνει αποδιοπομπαίος τράγος της ιστορίας. Γι’ αυτό σημασία έχει τι σχέδιο έχει η κυβέρνηση για μετά και πόσο στέρεες υποδομές δημιούργησε το Υπουργείο όλη την προηγούμενη περίοδο για να το υποστηρίξει.

Ο χειμώνας, αν και άργησε, ήρθε και μαζί του εξαντλούνται τα περιθώρια υπομονής. Τα νησιά, και σε μεγάλο βαθμό η ενδοχώρα, δεν έχουν προετοιμαστεί και η ευκαιρία για δημιουργία υποδομών ξοδεύτηκε χωρίς σημαντικό αποτέλεσμα. Σχέδιο για το αυριανό κακό σενάριο δεν φαίνεται να υπάρχει. Μάλιστα το βάρος όλων αυτών θα πρέπει να το σηκώσουν όσοι ο Υπουργός βάζει απέναντι, επειδή δεν τον αφήνουν να αυτοσχεδιάσει προς τα ακροδεξιά. Κατηγορώντας τους μάλιστα ότι υποκύπτουν στο «μαύρο λαϊκισμό». Υπάρχει μια υποψία πανικού και έλλειψης διαύγειας σε όλα αυτά. 

Και η αλήθεια είναι ότι ένας πανικόβλητος διαχειριστής εκτελεστικής εξουσίας είναι πολύ πιο επικίνδυνος από πολλές χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες. Εάν αυτό δεν το συνειδητοποιεί ο κ. Μουζάλας, θα πρέπει να το αντιμετωπίσει ο πολιτικός προϊστάμενός του.

 

(πρώτη δημοσίευση: περιοδικό ΧΡΟΝΟΣ, 2 Δεκεμβρίου 2016)

ΧΡΟΝΟΣ #44, 2 Δεκεμβρίου 2016

Φωτογραφία: Νίκος Πίλος

Ο Αποστόλης Φωτιάδης είναι ανεξάρτητος δημοσιογράφος και ανταποκριτής ξένων ΜΜΕ με βάση την Αθήνα. Από το 2005 καλύπτει θέματα πολιτικού ρεπορτάζ, με επίκεντρο την ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική και τις εθνοτικές διενέξεις στα Βαλκάνια. Δημοσιεύει ρεπορτάζ και αναλύσεις σε πολλά ελληνικά και ξένα ΜΜΕ.

Η διαχείριση του προσφυγικού έχει εξαρτηθεί σχεδόν στο σύνολό της από έκτακτα κεφάλαια που ξοδεύτηκαν με τρόπο περιστασιακό, με σαφέστατη απουσία σχεδίου που θα έπρεπε να έχει παρουσιάσει κυρίως ο υπουργός. Το αποτέλεσμα είναι οι δομές να έχουν κυρίως τα χαρακτηριστικά που έχουν παρότι έχει δαπανηθεί πολύ χρήμα. Για αυτό το θέμα ο κ. Μουζάλας κατηγορεί κυρίως τις οργανώσεις και απευθύνει μομφή προς την Επιτροπή και την αρμόδια Γενική Διεύθυνση, που προτίμησαν να χορηγήσουν την πλειονότητα των κεφαλαίων στον ιδιωτικό τομέα. Τι προεξοφλεί όμως ότι ο ίδιος θα τα κατάφερνε καλύτερα;

Εκ των υστέρων αποκρούοντας την κριτική που του γίνεται για τις συνθήκες στα κέντρα φιλοξενίας, συχνά ο κ. Μουζάλας απαντά ρωτώντας εάν προτιμούσαν κάποιοι την Ειδομένη, υπονοώντας μάλιστα ότι υπήρχαν συμφέροντα που εκμεταλλεύονταν την κατάσταση. Προφανώς και υπήρχαν, αλλά δεν παύει αυτό να είναι ένα έξοχο παράδειγμα αντιστροφής της πραγματικότητας, όπου ο βασικός υπεύθυνος για ένα πρόβλημα σε κατηγορεί επειδή δεν σε ικανοποιεί με την μετριότατη λύση που ο ίδιος μπόρεσε να δώσει.

Ο κ. Μουζάλας, νομίζοντας ότι σώζει την Ελλάδα από τα χειρότερα, μπορεί να κυοφορεί το πρόπλασμα μιας εφιαλτικής πραγματικότητας. Αυτό είναι κάτι που πρέπει ο ίδιος να σκεφτεί πολύ σοβαρά πριν εφαρμόσει μαζική κράτηση στα νησιά με πρόσχημα τον περιορισμό των παραβατικών. Πέρα από την απομόνωση των πραγματικά ποινικών περιπτώσεων, η χρήση του όρου και των μέτρων μεταφράζουν συστηματικά την εξαθλίωση που παράγει η αποτυχία μιας πολιτικής, ως γενικευμένη τάση μιας κατηγορίας πληθυσμού προς την παραβατικότητα.