Η Γαλλία στα δύσκολα

Δημήτρης Χριστόπουλος

πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου – Πάντειο Πανεπιστήμιο

Βρισκόμενος, κατά κύριο λόγο, στο Παρίσι όπου είναι η έδρα της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (FIDH), παρακολουθώ στενά και ανήσυχος εδώ και κάμποσο καιρό την καμπάνια των γαλλικών προεδρικών εκλογών. Λόγω της θέσης του προέδρου της FIDH δεν είναι θεσμικά προσήκον να καταθέτω δημόσια την πολιτική μου εκτίμηση για τα πράγματα (όπως και γενικώς αφίσταμαι των τη στενή εννοία πολιτικών σχολίων γενικά πλέον) ούτε στην Ελλάδα, ούτε, βέβαια, και στη Γαλλία. Η Διεθνής Ομοσπονδία Δικαιωμάτων του Ανθρώπου είναι οργάνωση που οφείλει να είναι πολιτικά αμερόληπτη και κομματικά μη στρατευμένη, στρατευμένη μόνο στον καταστατικό της στόχο, την προάσπιση της υπόθεσης των δικαιωμάτων στον κόσμο. Εξ αντικειμένου. 

Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει πως δεν έχω άποψη για τις προεδρικές εκλογές στη Γαλλία. Την άποψη αυτή θα καταθέσω επιγραμματικά επικαλούμενος την άλλη μου ιδιότητα –εκείνου που ασχολείται και διδάσκει τα πολιτεύματα στο ελληνικό πανεπιστήμιο– και η οποία φυσικά είναι, αυστηρά, προσωπική:

  • Η αίσθησή μου είναι ότι το πολίτευμα της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας ιστορικά πνέει τα λοίσθια. Οι δύο κομματικοί πυλώνες του, η γκωλική Δεξιά και η μιτερανική Αριστερά βρίσκονται ενώπιον εκλογικής πανωλεθρίας: ο μεν υποψήφιος του Σοσιαλιστικού Κόμματος που, ας μην ξεχνάμε, κυβερνά τη χώρα, θα βρεθεί μάλλον με μονοψήφιο ποσοστό, ο δε υποψήφιος της Δεξιάς ασθμαίνει με σοβαρότατη πιθανότητα να μην πάει καν στον δεύτερο γύρο. Και γι’ αυτό δε νομίζω ότι φταίνε μόνο τα σκάνδαλα στα οποία ο δεύτερος εμπλέκεται, αλλά κυρίως το ότι ενώπιον μιας πιθανής αναμέτρησης κατόπιν με τη Μαρίν Λε Πεν οι περισσότεροι Γάλλοι μη δεξιοί φαίνεται πως θα απέχουν, καθώς δεν θα αντέξουν να τον στηρίξουν. Αυτή είναι και η πιο πιθανή περίπτωση να σπάσει για πρώτη φορά και το λεγόμενο Front Républicain (δημοκρατικό μέτωπο) εναντίον της Άκρας Δεξιάς, ακόμη μια ένδειξη ότι το πολιτικό πρόβλημα της Γαλλίας είναι βαθύτερο από τις κομματικές του αντανακλάσεις.
  • Υπό την παραπάνω έννοια, η παρούσα κρίση των κομμάτων στη Γαλλία είναι κάτι περισσότερο από δική τους κρίση, αλλά κρίση του ίδιου του καθεστώτος που αυτά υπηρέτησαν τα τελευταία σαράντα χρόνια. Το καθεστώς αυτό αγγίζει, κατά την εκτίμηση πολλών επαϊόντων, μια προεδρική απολυταρχία. Οι υπερεξουσίες του γάλλου Προέδρου είναι δυσανάλογα υψηλές για μια σύγχρονη δημοκρατία και η ύπαρξη αντισταθμισμάτων περιορισμένη. Λίγα τα λεγόμενα checks and balances σε σχέση με τις ΗΠΑ για παράδειγμα. Αυτό είναι, πλέον, κοινός τόπος από ένα μείζον τμήμα του πολιτικού φάσματος –από τη φιλελεύθερη Δεξιά ως τη ριζοσπαστική Αριστερά– η οποία μάλιστα προτείνει προεκλογικά και Συντακτική Συνέλευση. Η μόνη υποψήφια που ρητά και σταράτα υπερασπίζεται την Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία είναι η υποψήφια του Εθνικού Μετώπου. Και τούτο διότι γνωρίζει ότι σε ένα τέτοιο πολιτειακό περιβάλλον μπορεί ευκολότερα να επιχειρήσει και να πετύχει το ακροδεξιάς έμπνευσης πολιτικό της σχέδιο. 
  • Το γεγονός ότι σε έναν μήνα μετά τις προεδρικές στη Γαλλία θα έχουμε βουλευτικές εκλογές είναι ήδη ένα μεγάλο πρόβλημα καθώς η τάση του εκλογικού σώματος είναι να ακολουθεί την πεπατημένη των προεδρικών εκλογών, με στόχο τη σύμπνοια μεταξύ Εθνοσυνέλευσης και Προέδρου (ο λεγόμενος plébiscitaire χαρακτήρας του καθεστώτος). Μήπως λοιπόν ήρθε η στιγμή η Γαλλική Δημοκρατία να επανεξετάσει τις θεμελιακές πολιτειακές της συντεταγμένες, διότι είναι πολλά τα προβλήματα και ανησυχητικά τα καμπανάκια; 
  • Ειδάλλως, αν το «ατύχημα» δεν συμβεί αυτή τη φορά –κι όταν λέω «ατύχημα», εννοώ το Εθνικό Μέτωπο στην Προεδρία– τότε μάλλον δεν θα το γλιτώσει την επόμενη, και μάλιστα με θριαμβευτική νίκη της Άκρας Δεξιάς. Εξάλλου, η χώρα φλερτάρει με το «ατύχημα» αυτό εδώ και κάμποσα χρόνια, ήδη από την εποχή του πατέρα Λε Πεν. Το πολύ πιθανό ενδεχόμενο να βρεθεί στον δεύτερο γύρο η κόρη είναι συναγερμός για τη Δημοκρατία πρωτευόντως κυρίως εξαιτίας των προεδρικών υπερεξουσιών στη Γαλλία και της βοναπαρτικής της παράδοσης. Οι δε επιπτώσεις για την Ε.Ε. θα είναι φυσικά ανυπολόγιστες καθώς συζητάμε για χώρα –κολόνα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Αλλά γι’ αυτό ας όψονται οι ευρωπαϊκές ελίτ που για μια ακόμη φορά αδυνατούν να διαβάσουν τις κοινωνίες τους. Για την Ευρώπη πολλοί θα κλάψουν. Γι’ αυτήν την Ευρώπη πολλοί λιγότεροι. 
  • Εν πολλοίς, η εκλογική δυναμική του κεντρώου υποψηφίου Μακρόν βασίζεται στο ότι θεωρείται πως στον δεύτερο γύρο θα είναι ο μόνος που θα μπορέσει να συγκεντρώσει ψήφους από Αριστερά και Δεξιά εναντίον της Λε Πεν. Για τον λόγο αυτό, σε μια πιθανή αναμέτρηση στον δεύτερο γύρο με την υποψήφια πρόεδρο του Εθνικού Μετώπου φέρεται ως σίγουρος νικητής. Αυτό, νομίζω, είναι και το μόνο που μπορεί να προβλέψει κανείς σήμερα. Όλα τα άλλα είναι ουσιωδώς απρόβλεπτα. Τούτο όμως από μόνο του, ανεξαρτήτως προσώπων, δείχνει ότι η απευθείας εκλογή προέδρου από τον λαό με τον τρόπο αυτόν χρίζει επανεξέτασης καθώς πολύς κόσμος δεν θα ψηφίσει με κριτήριο αυτόν που θέλει στον πρώτο γύρο, αλλά με κριτήριο αυτόν που δεν θέλει στον δεύτερο. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, συνιστά έμμεση νόθευση της λαϊκής βούλησης. 
  • Εν κατακλείδι, ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών στη Γαλλία δεν προσφέρεται για προβλέψεις. Όπως ορθώς μου είπε ένας σοβαρός Γάλλος δημοσιογράφος στο Παρίσι «όποιος εύκολα προβλέπει, δεν είναι πονηρός, αλλά μπούφος».
  • Κλείνω με μια επισήμανση καθώς παρακολουθούμε εσχάτως την εντυπωσιακή καμπάνια και προεκλογική δυναμική του Ζ.Λ. Μελανσόν που δημιουργεί εφιάλτες στον Economist. Μου έκανε, πράγματι, κακή εντύπωση ότι ο επί κεφαλής της Ανυπότακτης Γαλλίας προέβη στη δήλωση ότι «δεν είναι Τσίπρας να διαπραγματεύεται 17 ώρες με αυτούς που προσβάλλουν την πατρίδα του». Η δήλωση αυτή –που δεν τη λες και κομπλιμέντο– μου θύμισε το περίφημο «Ολαντρέου» του Αλ. Τσίπρα α λα μπρατσέτα με τον Μελανσόν το 2012, σαν ο Έλληνας Πρωθυπουργός τότε βρίσκονταν στην αντιπολίτευση. Ο συνδυασμός του ονόματος του απερχόμενου Γάλλου Προέδρου με το όνομα του Έλληνα πρώην Πρωθυπουργού ήταν ένας διόλου κολακευτικός χαρακτηρισμός που υποδείκνυε ότι και οι δύο προσκύνησαν τελικώς τη λιτότητα. Πάρα ταύτα, ο Ολάντ βοήθησε όσο κανείς άλλος την ελληνική κυβέρνηση το καλοκαίρι του 2015 και είναι κοινό τοις πάσι ότι, χωρίς τη συμβολή του, τα πράγματα θα μπορούσαν να είχαν έρθει ακόμη χειρότερα. Θα έπρεπε, νομίζω, ο υποψήφιος Πρόεδρος της Ανυπότακτης Γαλλίας να είναι κάπως πιο προσεκτικός διότι, αν τυχόν εκλεγεί, ο μόνος που θα τρέξει στο πλευρό του, με ό,τι δυνάμεις του έχουν απομείνει, θα είναι ο Έλληνας Πρωθυπουργός. Και τότε θα δει κι εκείνος «τι εστί βερίκοκο» που λέμε στα καθ’ ημάς …

 

ΥΓ. Το κείμενο αυτό γράφτηκε στην πτήση από Παρίσι-Αθήνα τη νύχτα της 20ής Απριλίου. Με το που προσγειωθήκαμε Πέμπτη προς Παρασκευή 21η τα μεσάνυχτα μάθαμε για την τρομοκρατική επίθεση στα Ηλύσια Πεδία στο Παρίσι τη στιγμή που οι υποψήφιοι για την προεδρία της Δημοκρατίας βρίσκονταν στο στούντιο για το τελευταίο debate. Περιττό να πει κανείς ποια πολιτική ατζέντα δυναμώνει από ένα τέτοιο χτύπημα. Δυστυχώς, αυτό φέρνει πιο κοντά τον χειρότερο δυνατό συνδυασμό υποψηφίων για τον δεύτερο γύρο. Ένας Γάλλος φίλος μόλις μου είπε: «Δυστυχώς δεν πιστεύω και στον Θεό για να προσευχηθώ».

 

(Πρώτη δημοσίευση: ΧΡΟΝΟΣ, 21 Απριλίου 2017)

ΧΡΟΝΟΣ #48, 21 Απριλίου 2017

O Δημήτρης Χριστόπουλος είναι Πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστήμιου.

Διαβάστε το βιβλίο
του Δημήτρη Χριστόπουλου
«Η κρίση των δικαιωμάτων»
(μπορείτε επίσης να το «κατεβάσετε» και να το εκτυπώσετε)

ebook, 166 σελ.,
isbn 978-960-504-140-3

Το κείμενο αυτό γράφτηκε στην πτήση από Παρίσι-Αθήνα τη νύχτα της 20ής Απριλίου. Με το που προσγειωθήκαμε Πέμπτη προς Παρασκευή 21η τα μεσάνυχτα μάθαμε για την τρομοκρατική επίθεση στα Ηλύσια Πεδία στο Παρίσι τη στιγμή που οι υποψήφιοι για την προεδρία της Δημοκρατίας βρίσκονταν στο στούντιο για το τελευταίο debate. Περιττό να πει κανείς ποια πολιτική ατζέντα δυναμώνει από ένα τέτοιο χτύπημα. Δυστυχώς, αυτό φέρνει πιο κοντά τον χειρότερο δυνατό συνδυασμό υποψηφίων για τον δεύτερο γύρο. Ένας Γάλλος φίλος μόλις μου είπε: «Δυστυχώς δεν πιστεύω και στον Θεό για να προσευχηθώ».