Το μυθιστόρημα της μετα-πολιτικής

Μικέλα Χαρτουλάρη

Οσο βυθίζεσαι στο καινούργιο, έκτο, μυθιστόρημα του Μιχάλη Μιχαηλίδη τόσο συλλογιέσαι το μεγάλο παιχνίδι πίσω από τα Ολυμπιακά έργα, τη γέφυρα Ρίου-Αντίρριου, την Εγνατία οδό, την Αττική οδό, και σε πιάνει ανατριχίλα γιατί οι υποψίες σου σε οδηγούν κατευθείαν σε εκείνον τον Μάιο του 2010 και στο ειδυλλιακό Καστελόριζο.

Ωστόσο ο 47χρονος συγγραφέας δεν μιλάει για την Ελλάδα αλλά για τον «Σύνδεσμο Ερεσούντ», που το 2000 ένωσε την Κοπεγχάγη και το Μάλμε με μια υποθαλάσσια σήραγγα, ένα τεχνητό νησί και μια γέφυρα 7,85 χλμ.

Ηταν ένα διακρατικό έργο υποδομής που υποσχόταν να δημιουργήσει μια ευρεία Δανο-Σουηδική περιφέρεια με 3 εκατομμύρια κατοίκους και με τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης, χωρίς μάλιστα να χρειαστεί χρηματοδότηση από νέους φόρους, αφού τόσες πρόθυμες τράπεζες το δανειοδότησαν.

Ο Μιχαηλίδης περιγράφει με απίστευτες λεπτομέρειες και με έναν καταιγισμό εξειδικευμένων τεχνικών όρων την πορεία των εργασιών από το 1995 έως το 2000, και παρακολουθεί από μέσα όλους τους εμπλεκόμενους: πώς ελίσσονται, πώς διαχειρίζονται τις μικρές ή μεγαλύτερες κρίσεις, με τι φίλτρα παρουσιάζουν την πραγματικότητα.

Ο φακός του είναι εγκατεστημένος στον πυρήνα αυτού του mega-project, κι εκείνος ως αφηγητής παριστάνει με πειστικότητα τον ουδέτερο παρατηρητή, όμως στην πραγματικότητα υποσκάπτει τα πάντα.

Με πρωταγωνιστές δύο έμπειρους και υπεύθυνους μηχανικούς που εποπτεύουν την εξέλιξη του έργου για λογαριασμό της σουηδικής και της δανέζικης κυβέρνησης αντίστοιχα, με ένα μελίσσι γύρω τους από διευθυντές, συμβούλους, διαμορφωτές γνώμης, image makers, αναλυτές από την ακαδημαϊκή κοινότητα, υπουργούς και οίκους αξιολόγησης, που ελέγχουν ο ένας τον άλλον σε αμέτρητα επίπεδα, και με αμφισβητίες στο φόντο, τους οικοαναρχικούς, τον ιμάμη του Μάλμε ή τα φρικιά της Χριστανίας, οι Επόπτες του Μιχαηλίδη (κυκλοφορούν από τη Νεφέλη) είναι το πρώτο ελληνικό μυθιστόρημα για τη μετα-βιομηχανική εποχή.

Ενα τεκμηριωμένο αντισυστημικό μυθιστόρημα, χωρίς καταγγελτικές κορόνες και χωρίς ριζοσπάστες πρωταγωνιστές· ένα μυθιστόρημα βαθιά πολιτικό, που υπονομεύει τους ζηλωτές της ελεύθερης οικονομίας, και ξεσκεπάζει τη μεταπολιτική τους παίρνοντας ως παράδειγμα τις δικές τους υπερκατασκευές. Αυτές που πολλαπλασιάζονται, παρότι έχουν αμφίβολη χρησιμότητα, και παρότι σε όλες τις περιπτώσεις παρουσιάζουν υπέρβαση κόστους κατά 30% τουλάχιστον.


Χάρτης συμφερόντων

Ο Μιχαηλίδης, που έχει πτυχίο οικονομικών από το Πανεπιστήμιο Αθηνών (και δίπλωμα σκηνοθεσίας από τη Σχολή Σταυράκου), συγκέντρωσε έναν τεράστιο όγκο δεδομένων και ερευνών για τα mega-projects και ανοίγει το μυθιστόρημα το 1995, στον ρηχό πορθμό μεταξύ Δανίας-Σουηδίας. Το τοπίο είναι υποβλητικό, με ρωσικές φορτηγίδες, ολλανδικά ρυμουλκά, φωταγωγημένες αναρροφητικές βυθοκόρους, ένα υδρογραφικό σκάφος και ερπυστριοφόρους εκσκαφείς.

Η δράση εκτυλίσσεται σε δύο παράλληλα επίπεδα. Στο ένα, ο συγγραφέας παρακολουθεί τις εργασίες μέσα από τα τεχνικά δεδομένα τους, και στο άλλο, παρακολουθεί το παραπλανητικό αφήγημα για τις εργασίες, μέσα από τους διαλόγους των χαρακτήρων.

Και πριν απ’ όλα παρουσιάζει τον χάρτη των συμφερόντων: τις τρεις κοινοπραξίες που ανέλαβαν την κατασκευή του «Συνδέσμου» με τη συνεργασία πολυεθνικών εταιρειών, αλλά και τους έξι διακρατικούς οργανισμούς που ιδρύθηκαν για να προετοιμάσουν τις συναλλαγές μεταξύ σουηδικής και δανέζικης πλευράς.

Όλη αυτή η βαβούρα, με σημαία την πρόοδο, προκαλεί δέος στον αναγνώστη που, ζαλισμένος, νομίζει ότι συμμετέχει κι αυτός στο ηγεμονικό αφήγημα της παγκοσμιοποιημένης αγοράς, της ανταγωνιστικότητας, της κινητικότητας, της τεχνογνωσίας, της αποτελεσματικότητας, του κέρδους. Ολα αυτά στο όνομα ενός μελλοντικού οικονομικού παραδείσου μιας Ευρώπης-χωρίς-σύνορα.

Όσο όμως θα προχωρά το έργο τόσο αυτό το λαμπερό αφήγημα θα θολώνει, και ο αναγνώστης θα συνειδητοποιεί ότι τα δεδομένα παραποιούνταν, ότι το οικονομικό ρίσκο μεγάλωνε, ότι σε κανένα στάδιο δεν έγιναν ενέργειες με αντικειμενικό όφελος για όλους, και ότι το σύστημα χρησιμοποιούσε ως εργαλεία και τους εργάτες και τους επόπτες.

Η εντυπωσιακή πολυπλοκότητα του έργου δεν ήταν παρά ένα παραπλανητικό προκάλυμμα, και το μότο του βιβλίου αυτό ακριβώς στηλιτεύει παραπέμποντας στον πρώιμο δυτικοευρωπαίο φιλόσοφο του 14ου αιώνα, Γουλιέλμο του Όκαμ.

Με τον πιο δηλητηριώδη τρόπο, ο Μιχαηλίδης υπαινίσσεται ότι όταν αποτυγχάνουν οι στόχοι των υπερκατασκευών, εκείνο που φταίει είναι το ίδιο το παράδειγμα που υπηρετούν: το νεοφιλελεύθερο ιδεολογικό μοντέλο, που έγινε το κυρίαρχο στον κόσμο μετά το 1990…

Στο μυθιστόρημα κάνει μονάχα νύξεις, όμως σήμερα γνωρίζουμε ότι δεν έχει δημιουργηθεί καμία ενιαία οικονομική περιφέρεια Ερεσούντ, ότι η καλωδιωτή γέφυρα ακόμα δεν έχει αποσβέσει το κόστος της, ότι το Μάλμε μαραζώνει από την ανεργία και τα ρατσιστικά φαινόμενα και ότι οι διαφορές σκανδιναβικού Βορρά-Νότου δεν έχουν γεφυρωθεί.


Το μαύρο πρόβατο της ελληνικής πεζογραφίας

«Αυτό δεν είναι λογοτεχνία!» είχε αποφανθεί εξοργισμένο το λογοτεχνικό σινάφι για την Πινακοθήκη τεράτων, το προηγούμενο μυθιστόρημα του Μιχαηλίδη (Πατάκης 2009), που σήμερα διδάσκεται σε εργαστήρια δημιουργικής γραφής. Με την εξαίρεση ενός κορυφαίου κριτικού, του Δημοσθένη Κούρτοβικ, που κατάλαβε το επιχείρημά του, πλήθος παράγοντες και παραγοντίσκοι του βιβλίου τον καταδίκασαν στο πυρ το εξώτερον επειδή αναγνώρισαν στους ήρωές του μια εκδοχή του προσώπου και της δραστηριότητάς τους.

Ελάχιστοι παραδέχτηκαν ότι εκείνο το μυθιστόρημα ήταν μια γενναία ανατομία του μηχανισμού παραγωγής και προβολής της ελληνικής λογοτεχνίας, μια σάτιρα για την αναπηρία του λογοτεχνικού συστήματος. Αναπηρία που έχει να κάνει και με την ασφυκτική ελληνική συνθήκη.

Η ελληνική συνθήκη απασχολούσε τον Μιχαηλίδη από το 1997 που πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα. Ο προβληματισμός του αποτυπώθηκε με έναν ιδιαίτερο τρόπο –ασυγκίνητο, ασεβή και χλευαστικό– στα πρώτα μυθιστορήματά του που εστίαζαν στον κόσμο του life style, της διαφήμισης και της υποχρεωτικής κοινωνικοποίησης, στον κόσμο των εκφυλισμένων ελίτ, στον κόσμο της παραοικονομίας ή στον κουτσό κόσμο των γραμμάτων.

Το 2009, όμως, έλεγε ότι: στην Ελλάδα, ο νέος δημιουργός που θέλει να κρατήσει την ακεραιότητά του, κινδυνεύει όλο και συχνότερα να σπάσει τα μούτρα του. Μόνη ελπίδα του είναι να κωφεύσει στον μικρό κόσμο και να ανοίξει διάλογο με τον μεγάλο.

Αυτήν τη στροφή κάνει με τους Επόπτες. Ρισκάρει μια έξοδο στη διεθνή αρένα με ένα μυθιστόρημα πιο αιχμηρό από τον Κύκλο του Ντέιβ Έγκερς (Κέδρος, μτφρ. Ιλάειρα Διονυσοπούλου).

Κάτω από τις γραμμές μιλά για το «σουηδικό μοντέλο» που υπονομεύτηκε μετά τη δολοφονία (1986) του σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργού Ούλοφ Πάλμε, μιλά όμως και για την ελληνική εκτροπή του. Κάνει έναν σαφή υπαινιγμό στην κατασκευή της γέφυρας Ρίου-Αντίρριου που ξεκίνησε στη δεκαετία του ’90, και επισημαίνει ότι στην Ελλάδα τα mega-projects αντιμετωπίζονται «σαν λάφυρα».

Οι μίζες εκτινάσσουν τις υπερβάσεις κόστους σε δυσθεώρητα επίπεδα και δεν τηρούνται καν οι κανόνες του παιχνιδιού. Οπως μου έλεγε: «Οι Σκανδιναβοί παγιδεύτηκαν ως θύτες, εμείς όμως ως θύματα».

Φυσικά, ούτε και σήμερα έχει τη φιλοδοξία να γίνει αξιολάτρευτος, όπως δεν είναι αξιολάτρευτοι ούτε οι κεντρικοί χαρακτήρες του: κυνικοί άντρες και πορνικές γυναίκες που χρησιμοποιούν ως άλλοθι τον επαγγελματισμό τους. Ειδικά ο ρομαντικός Δανός επόπτης και ο σκεπτικιστής Σουηδός ομόλογός του γνωρίζουν τα κακώς κείμενα αλλά δεν κάνουν τίποτα για να τα σταματήσουν.

Αφού το χρήμα πρέπει να κινείται. Εδώ φαίνεται πόσο καίρια είναι η λογοτεχνική προσέγγιση του Μιχαηλίδη. Διότι καταφέρνει να αποδομήσει τη νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία με μέσο τα ίδια τα υλικά της.

 

Το άρθρο αναδημοσιεύεται από την ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ

 

Η Μικέλα Χαρτουλάρη δημιούργησε και εμψύχωσε επί 12 χρόνια μέχρι τον Δεκέμβριο του 2012 το «Βιβλιοδρόμιο», το παρεμβατικό ένθετο για το βιβλίο της εφημερίδας Τα Νέα, το οποίο γνώρισε την ακμή του στα χρόνια της διεύθυνσης του Παντελή Καψή. Παράλληλα κρατούσε μια στήλη γνώμης για τη λογοτεχνική ζωή και τους νέους τίτλους σε ελληνικές ή ξένες εκδόσεις, ενώ υπέγραφε και συνεντεύξεις προσωπικοτήτων από τον χώρο του πνεύματος. Απόφοιτη της Νομικής Αθηνών και του Γαλλικού Ινστιτούτου Τύπου που υπαγόταν διοικητικά στο Πανεπιστήμιο Παρίσι ΙΙ (Paris II), ξεκίνησε τη δημοσιογραφική καριέρα της από το πολιτικό περιοδικό Αντί και συνέχισε στα Νέα όπου εργάστηκε 29 χρόνια αρχικά ως ρεπόρτερ στον τομέα του πολιτισμού (γράμματα, κινηματογράφος, αρχαιολογία, Υπουργείο Πολιτισμού) και για έξι χρόνια ως υπεύθυνη των σελίδων πολιτισμού. Από το 2006 συνεργάζεται από κοινού με τον Ανταίο Χρυσοστομίδη στην τηλεοπτική σειρά της ΕΤ 1 «Οι κεραίες της εποχής μας», που βασίζεται σε συνεντεύξεις εκλεκτών προσωπικοτήτων από τον διεθνή χώρο των γραμμάτων.

Είναι η αρχισυντάκτρια του online περιοδικού ΧΡΟΝΟΣ

Μικέλα Χαρτουλάρη

Με πρωταγωνιστές δύο έμπειρους και υπεύθυνους μηχανικούς που εποπτεύουν την εξέλιξη του έργου για λογαριασμό της σουηδικής και της δανέζικης κυβέρνησης αντίστοιχα, με ένα μελίσσι γύρω τους από διευθυντές, συμβούλους, διαμορφωτές γνώμης, image makers, αναλυτές από την ακαδημαϊκή κοινότητα, υπουργούς και οίκους αξιολόγησης, που ελέγχουν ο ένας τον άλλον σε αμέτρητα επίπεδα, και με αμφισβητίες στο φόντο, τους οικοαναρχικούς, τον ιμάμη του Μάλμε ή τα φρικιά της Χριστανίας, οι Επόπτες του Μιχαηλίδη είναι το πρώτο ελληνικό μυθιστόρημα για τη μετα-βιομηχανική εποχή.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Ο Μιχάλης Μιχαηλίδης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1969. Είναι απόφοιτος της Οικονομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, έχει σπουδάσει σκηνοθεσία κινηματογράφου στη Σχολή Σταυράκου και έχει πάρει το βραβείο καλύτερου μυθιστορήματος του περιοδικού Διαβάζω (2003). Μέχρι στιγμής έχει ολοκληρώσει τα μυθιστορήματα: Ο μηχανισμός της σύγχυσης (1997), Η πισίνα των αναμνήσεων (1999), Η σκύλα και το κουτάβι (2002), Νυχτερινή διαδρομή (2006), Πινακοθήκη τεράτων (2009), Οι επόπτες (2016). Έργα του έχουν μεταφραστεί στα ιταλικά, στα πολωνικά και στα γερμανικά.