Βιβλιοφιλία, μια Σταχτοπούτα που ψάχνει το γοβάκι της

Γιώργος Ν. Περαντωνάκης

[27 Ιανουαρίου 2016]

Δε θα μιλήσω για την ποιότητα της λογοτεχνίας μας, για τον παραγκωνισμό της ποίησης, για τις σύγχρονες τάσεις της πεζογραφίας, δε θα μιλήσω για τα βιβλιοπωλεία και τους εκδότες, δε θα μιλήσω για τους συγγραφείς που κινούνται ανάμεσα στο ποιοτικό, το εμπορικό και το δημοσιοσχετίστικο. Δε νομίζω ότι αφορά πολλούς η στάθμη της ελλαδικής κριτικής, ούτε τόσο αν διαβάζουν στην Ευρώπη ελληνικά βιβλία, δε νομίζω ότι εν έτει 2015 το κέντρο τής συζήτησης περί του βιβλίου αξίζει να τεθεί σε τέτοια σημαντικά μεν ζητήματα του χώρου, τα οποία όμως μπορεί κανείς να πει ότι διακρίνονται από ένα είδος εσωστρέφειας και ενδοσκόπησης.

Ή μάλλον, θα μιλήσω για όλα αυτά υπό το πρίσμα τού πιο σημαντικού, κατά τη γνώμη μου, παράγοντα. Κι αυτός, τούτη τη στιγμή, είναι οι λόγοι εξαιτίας των οποίων ο Νεοέλληνας δε διαβάζει και οι τρόποι με τους οποίους θα βάλει το βιβλίο σε υψηλότερο σκαλί στην ιεραρχία της ψυχαγωγίας του.

Όλα τα άλλα καταντούν ελιτισμός και τέχνη για λίγους, αν δεν καταφέρουμε να διαμορφώσουμε και να κινητοποιήσουμε ενεργούς αναγνώστες. Η λογοτεχνία δεν μπορεί να αφορά μόνο τους συγγραφείς, τους εκδότες, τους κριτικούς και τους φιλολόγους, αλλά μπορεί να ορθοποδίσει μόνο αν στηρίζεται σε ένα ευρύ και υποψιασμένο αναγνωστικό κοινό. Αυτή η μαζικότερη (και ποιοτικότερη) πρόσληψη θα παραγάγει καλύτερους λογοτέχνες, θα ενισχύσει τη φιλαναγνωσία, θα τροφοδοτήσει τα βιβλιοπωλεία, θα οδηγήσει σε συζητήσεις για τις βιβλιοκριτικές και τα πάσης φύσεως βραβεία, θα προωθήσει το καλό ελληνικό βιβλίο (και στο εξωτερικό) και θα αναζητήσει τις ποιοτικές μεταφράσεις. Όλα αναμορφώνονται προς το καλύτερο, αν έχουμε ανθρώπους που θα θεωρούν την ανάγνωση απόλαυση και το βιβλίο ανώτερο πολιτισμικό αγαθό.

Τα ίδια τα στατιστικά στοιχεία, ποσοτικά και ποιοτικά, δείχνουν ότι το βιβλίο δεν είναι βασικό συστατικό της πολιτισμικής μας παράδοσης και δεν καταλαμβάνει ιδιαίτερη θέση στην ψυχαγωγία των κατοίκων της Ελλάδας. Σύμφωνα με έρευνα του Ε.ΚΕ.ΒΙ. το 2010, διαβάζει τακτικά μόνο το 8,2 % των Ελλήνων, γεγονός που σημαίνει ότι ένα μικρό ποσοστό έρχεται σε επαφή τουλάχιστον με ένα βιβλίο τον μήνα, κάτι, που όσο προχωράει η κρίση, μειώνεται. Από εκεί και πέρα, είναι γνωστό ότι οι γυναίκες διαβάζουν περισσότερο (9,4 % έναντι 6,8% των ανδρών), οι ηλικίες μεταξύ 35 και 54 ετών είναι οι πιο βιβλιόφιλες, υψηλότερα ποσοστά σημειώνουν οι παντρεμένοι με παιδιά και οι διαζευγμένοι, φυσικά τα άτομα με ανώτερη εκπαίδευση ή οι άνθρωποι με έναν τουλάχιστον γονέα ανώτερης εκπαίδευσης, οι μισθωτοί και οι φοιτητές. Αντίστοιχα οι κάτοικοι των αστικών περιοχών διαβάζουν περισσότερο από αυτούς της υπαίθρου.

Στην ερώτηση γιατί ένας άνθρωπος δε διαβάζει νομίζω ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο τι (θέλει να) πιστεύει ο ίδιος και στο τι συμβαίνει πραγματικά. Ενώ ο ίδιος θέτει σε πρώτη θέση την έλλειψη ελεύθερου χρόνου και σε δεύτερη την απαρέσκεια για μια τέτοια μορφή ψυχαγωγίας, η ουσία, κατά τη γνώμη μου, είναι ότι και οι δύο αυτοί παράγοντες εδράζονται στην απουσία συλλογικής αναγνωστικής κουλτούρας, η οποία αφενός κάνει το βιβλίο να φαίνεται ανιαρό και ανούσιο και αφετέρου, σε περίπτωση περιορισμένου ελεύθερου χρόνου, δε θα επιτρέψει στην ανάγνωση να αποτελέσει προτεραιότητα σε σχέση, λόγου χάριν,με την τηλεόραση. Σημειωτέον ότι στην έρευνα του Ε.ΚΕ.ΒΙ. οι οικονομικές δυσκολίες δε θεωρήθηκαν σημαντικός ανασταλτικός παράγοντας, ενώ η φιλαναγνωσία σχετίζεται και με τις εφημερίδες που μπαίνουν στο σπίτι (υψηλότερα ποσοστά αναγνωσιμότητας βιβλίων παρουσιάζουν όσοι διαβάζουν εφημερίδες που περιέχουν ένθετα ή σελίδες για το βιβλίο). 

Σταματώ εδώ τα στατιστικά στοιχεία. Η ποσότητα αλλά και η ποιότητα της ανάγνωσης συναρτάται σε μεγάλο βαθμό με τη γενικότερη πολιτισμική στάθμη του λαού. Συνδέεται, δηλαδή, με το είδος της ψυχαγωγίας του, με την προτίμηση στην τηλεόραση και στο διαδίκτυο, με την ανάγνωση ή μη του έντυπου Τύπου, με τις άλλες μορφές ψυχαγωγίας (θέατρο, κινηματογράφος, ταξίδια κτλ.), με την εκπαίδευση και το οικογενειακό περιβάλλον. Επομένως, στον χάρτη των γνωρισμάτων του σύγχρονου Έλληνα πρέπει να ξαναδούμε τα δρομολόγια μεταξύ των υπόλοιπων αφετηριών και του βιβλίου, ώστε να διαμορφώσουμε πρώτα ένα πολιτισμικό βάθρο κι έπειτα να περιμένουμε την αύξηση της αναγνωσιμότητας των βιβλίων και ειδικότερα της λογοτεχνίας. 

Δεν έχω τις εμπειρίες και τον ρόλο, ώστε να προτείνω σαφείς και συγκεκριμένες πρακτικές ανάπτυξης της φιλαναγνωσίας. Ναι, μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά η ανάπτυξη ενός δικτύου σύγχρονων βιβλιοθηκών σε όλη την επικράτεια, που θα παίζουν τον ρόλο κέντρων δανεισμού βιβλίων, γνωριμίας με τη λογοτεχνία, επαφής με τους συγγραφείς κ.ά. Ναι, ο Τύπος, το διαδίκτυο, τα ιστολόγια, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορούν να γίνουν μέρος μιας πολύπλευρης προσέγγισης του μέσου Έλληνα με το ποιοτικό βιβλίο. Ναι, άλλου είδους εκδηλώσεις, όπως αφίσες και ποιητικά αποσπάσματα στα μέσα συγκοινωνίας ή στους δρόμους, εκθέσεις βιβλίου, συναντήσεις με τους δημιουργούς, λέσχες ανάγνωσης, άλλα παράλληλα δρώμενα, μεταφορά των μυθιστορημάτων στη μικρή ή μεγάλη οθόνη κτλ., είναι πρόσφορα μέσα διάδοσης της βιβλιοφιλίας.

Φυσικά, όλοι θα σκεφτούν το σχολείο και τον ρόλο του στη διαμόρφωση της αναγνωστικής συνείδησης των μαθητών από την παιδική ηλικία, συνείδησης που πρέπει να διαπλαστεί έτσι ώστε να μείνει ενεργή και μετά το πέρας της εγκυκλίου παιδείας. Η εκπαίδευση θα πρέπει να δημιουργήσει μια σχέση βιωματική με την ανάγνωση, ως κομμάτι της καθημερινότητας αλλά και ως πολιτισμικό εφόδιο ζωής. Τρόποι υπάρχουν πολλοί, αρκεί οι εκπαιδευτικοί να πάψουν να βλέπουν τη λογοτεχνία ως απόσπασμα, ως μέρος μιας ύλης, ως γενικόλογη συζήτηση που απωθεί παρά ενισχύει την αγάπη για το βιβλίο.

* * *

Επιχειρώ να ομαδοποιήσω τους λόγους χάρη στους οποίους κανείς μπορεί να γίνει συστηματικός αναγνώστης σε δύο μεγάλες κατηγορίες, οι οποίες περιέχουν πολλά άλλα επιμέρους αίτια. Από τη μια μεριά πρόκειται για την απόλαυση που αναζητά κανείς στη λογοτεχνία κι από την άλλη για το πολιτισμικό status που προσδίδει η ανάγνωση στον άνθρωπο. Ας τα δούμε ξεχωριστά:

Σύμφωνα με την ψυχαγωγική διάσταση της ανάγνωσης, κυρίως της λογοτεχνίας (πεζογραφίας και λιγότερο ποίησης), ο άνθρωπος επιζητεί ένα είδος δημιουργικής αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου, όπου ανάμεσα σε άλλες ασχολίες το βιβλίο καταλαμβάνει μικρό ή μεγάλο χώρο. Ο αναγνώστης περνάει καλά, ξεχνιέται, ηρεμεί, ανοίγει μια παρένθεση στην καθημερινότητα, άλλοτε διασκεδάζοντας (χαμηλή στάθμη ηδονής) κι άλλοτε ψυχαγωγούμενος (υψηλή στάθμη ηδονής, που περιλαμβάνει όχι μόνο τη συναισθηματική πλευρά αλλά και άλλου είδους διανοητικές ή ηθικές, κοινωνικές και πολιτικές απολαύσεις).

Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσω την κοινωνική θέση όσων διαβάζουν, οι οποίοι, πέρα από την απόλαυση, επιζητούν να ανέβουν κοινωνικά μέσω μιας πολιτισμικής ενασχόλησης που θα τους δώσει κύρος, θα τους διαφοροποιήσει από τους υπολοίπους, θα τους προσδώσει την «αίγλη» της κουλτούρας, του ανώτερου πολιτισμού, του συμβολικού κεφαλαίου μιας ποιότητας, που μπορεί να εκτιμηθεί μέσα στην κοινωνία ως ανωτερότητα. Το διάβασμα λοιπόν προσδίδει στο σύγχρονο αστικό περιβάλλον ανάλογο status με αυτό που είχαν παλαιότερα οι αριστοκράτες οι οποίοι προωθούσαν τις καλές τέχνες· η ανάγνωση γίνεται μέσο ανόδου σε μια άτυπη ιεραρχία.

Με βάση τα παραπάνω, είμαι μάλλον απαισιόδοξος για το αν μπορεί η ελληνική κοινωνία να γίνει οφθαλμοφανώς βιβλιόφιλη. Το πρώτο μέλημα είναι να δείξουμε στο πλατύ κοινό ότι η ανάγνωση είναι ευχάριστη, με την ευρύτερη έννοια του όρου, και όχι καταναγκαστική. Κι εδώ η κρατική μέριμνα, το σχολείο, οι βιβλιοθήκες, ο Τύπος, τα Μ.Μ.Ε. εν γένει, το διαδίκτυο, οι εκδότες, το ηλεκτρονικό βιβλίο κτλ. μπορούν με μια οργανωμένη εκστρατεία και με μικρές αλλά ουσιαστικές κινήσεις να δημιουργήσουν νέες γενιές αναγνωστών. Η επιφύλαξή μου έγκειται αφενός στο αν είναι εφικτό κάτι τέτοιο, ουσιαστικά εφικτό, κι αφετέρου, επειδή ακριβώς επιζητείται η συναισθηματική αποδοχή τού εκάστοτε βιβλίου, στο αν είναι δυνατόν να σταματήσουν να κατέχουν τη μερίδα του λέοντος τα εύπεπτα ευπώλητα (μπεστ σέλερ), η ανάγνωση των οποίων δεν πιστοποιεί πνευματική στάθμη ούτε οδηγεί κλιμακωτά στο καλό βιβλίο.

Ακόμα χειρότερα στη δεύτερη κατηγορία κινήτρων, οι Έλληνες, ειδικά μέσα στην οικονομική κρίση, δεν πίστεψαν ποτέ ούτε πιστεύουν στην παιδεία και στο κύρος που προσφέρει η ανάγνωση, αφού άλλοι από αυτούς αποσκοπούν στην επιβίωση κι άλλοι στον (εύκολο) πλουτισμό ή βλέπουν την παιδεία με το τεχνοκρατικό πρίσμα των εφοδίων, της επαγγελματικής αποκατάστασης, της ωφελιμιστικής της πραγμάτωσης. Άρα, η ανάγνωση και η τέχνη γενικότερα φαντάζουν πολυτέλεια, παράπλευρη και περιστασιακή ενασχόληση, ανούσιο χόμπι και όχι πολιτισμικό όπλο. Αυτή η γενικότερη πολιτισμική υστέρηση, αυτό το έλλειμμα παιδείας, που φαίνεται από τον τρόπο με τον οποίο οδηγεί ο Νεοέλληνας μέχρι το πώς αντιμετωπίζει το ηθικό σύστημα, δύσκολα αλλάζει, και μαζί δύσκολα μπορεί να εδραιωθεί μια γνήσια αναγνωστική κουλτούρα, στηριγμένη στην ευρύτερη καλλιέργεια της ελληνικής κοινωνίας. 

Το γοβάκι της Σταχτοπούτας εν προκειμένω δεν είναι απλώς τα δέκα δώδεκα βιβλία τον χρόνο, αλλά η ανάγκη για αναβάθμιση της ποιότητας της σκέψης μας και της πολιτισμικής μας συνείδησης.

 

Μικρή βιβλιογραφία που μου έδωσε ερεθίσματα

1. «Θύμα της οικονομικής κρίσης και το βιβλίο», Express, 10.10.2010 (http://www.express.gr/news/ellada/360626oz_20080225360626.php3, τελευταία πρόσβαση: 25.10.2015).

2. «Γ' Πανελλήνια έρευνα αναγνωστικής συμπεριφοράς και πολιτιστικών πρακτικών», Ε.ΚΕ.ΒΙ, Αθήνα 2010 (http://www.ekebi.gr/frontoffice/portal.asp?cpage=RESOURCE&cresrc=8433&cnode=309, τελευταία πρόσβαση: 25.10.2015).

3. Αποστολίδου, Βενετία, «Η μη απόλαυση της ανάγνωσης», περ. Oanagnostis, 2.2.2015 (http://www.oanagnostis.gr/i-mi-apolafsi-tis-anagnosis, τελευταία πρόσβαση: 25.10.2015).

4. Πάτσιου, Κατερίνα Β. Η αναγνωσιμότητα στην Ελλάδα και οι παράγοντες που την επηρεάζουν, Διπλωματική εργασία στο Τμήμα Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων, Πειραιάς 2008 (http://digilib.lib.unipi.gr/dspace/bitstream/unipi/2428/1/Patsiou.pdf, τελευταία πρόσβαση: 25.10.2015).


Οι δύο ζωές της ανάγνωσης / Θοδωρής Ρακόπουλος

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

〉ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ〈

Προώθηση του ελληνικού βιβλίου στο εξωτερικό

 


〉ΒΙΒΛΙΟ: παρόν και μέλλον〈

Ο διττός χαρακτήρας του Δικαιώματος Δημόσιου Δανεισμού / Βασιλική Στρακαντούνα & Γιάννης Κικκής

Το βιβλίο στον ευρωπαϊκό Νότο την εποχή της κρίσης / Άννα Καρακατσούλη

Ωδή στον Εκδότη / Αντώνης Καρατζάς


〉ΚΡΙΣΗ+ΒΙΒΛΙΟ〈

Οι αριθμοί που δεν είναι / Περικλής Δουβίτσας (15.02.16)

Αλλαγή εκδοτικού παραδείγματος – εξωστρέφεια, συνέργειες, ενδυνάμωση (στοιχεία από 2 πρόσφατες έρευνες) / Παναγιώτης Κάπος (13.02.16)


〉ΒΙΒΛΙΟ: παρόν και μέλλον〈

Τα παιδιά και η ανάγνωση. Τι κάνουμε; / Ειρήνη Βοκοτοπούλου (09.02.16)


〉ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΕΚΔΟΤΩΝ〈

Νίκος Αργύρης / εκδ. Ίκαρος (09.02.16)

Εύα Καραϊτίδη / εκδ. της Εστίας (09.02.16)

Αντώνης Καρατζάς / Νομική Βιβλιοθήκη (09.02.16)

Θάνος Ψυχογιός / εκδ. Καρδαμίτσα (09.02.16)


〉ΚΡΙΣΗ+ΒΙΒΛΙΟ〈

Στοιχεία για τη χαμένη πενταετία του βιβλίου (2009-2014) / Γιάννης Ν. Μπασκόζος (05.02.16)

Αποτύπωση της κρίσης: βιβλιογραφικές βάσεις και στατιστική / Σωκράτης Καμπουρόπουλος (06.02.16)


〉ΒΙΒΛΙΟ: παρόν και μέλλον〈

Το παρόν και το μέλλον του βιβλίου, ο δονκιχοτισμός και η πραγματικότητα / Κατερίνα Φράγκου (03.02.16)

Οι δύο ζωές της ανάγνωσης / Θοδωρής Ρακόπουλος (03.02.16)

Βιβλιοφιλία, μια Σταχτοπούτα που ψάχνει το γοβάκι της / Γιώργος Ν. Περαντωνάκης (27.01.16)

Η τεχνολογική κλήση / Ένα σημείωμα για τη γραφή / Χρήστος Χρυσόπουλος (27.01.16)

Ο αναγκαίος ιμπεριαλισμός / Γιάννης Τσίρμπας (27.01.16)

10 σημεία για τη νέα οικονομία του βιβλίου / Σωκράτης Καμπουρόπουλος (27.01.16)

Το «κογκνιταριάτο» και η ψηφιακή υπόσχεση / Χρήστος Χρυσόπουλος (21.01.16)

ΑΒΓ (Ανάγνωση, Βιβλίο, Γραφή) / Γιώργος Χουλιάρας (21.01.16)

Περί λογοτεχνίας, (ψηφιακού) μελανιού και συνδέσμων μας / Βασίλης Αμανατίδης (21.01.16)

Fair και Read / Ηρακλής Παπαϊωάννου (21.01.16)

Πρώτες σκέψεις για το οικοσύστημα του βιβλίου / Mε αφορμή την έναρξη λειτουργίας της πλατφόρμας fairead – το περιβάλλον της ανάγνωσης / Περικλής Δουβίτσας (21.01.16)

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Κρίση του βιβλίου και το εγχείρημα του fairead / Σωκράτης Καμπουρόπουλος (ΧΡΟΝΟΣ/Πολιτισμική δημοκρατία)

Εθνικά Κέντρα Βιβλίου ή εθνική πολιτική για το βιβλίο και τη φιλαναγνωσία / Το βιβλίο και ο πολιτισμός σε όλες τις εκφάνσεις του είναι ο μόνος τρόπος για να κρατήσουμε ζωντανή τη χώρα και την ελπίδα για το μέλλον / Άννα Καρακατσούλη (ΧΡΟΝΟΣ/Πολιτισμική δημοκρατία)

’The Age of Discontent’ – Greek publishing through six years of austerity / The Cultural Politics of the Greek crisis / S. Kabouropoulos

Το ανοικτό πεδίο / Τι συμβαίνει στην καλλιτεχνική και ειδικότερα την ποιητική σκηνή μιας χώρας που βρίσκεται σε καθεστώς κρίσης; / [ΦΡΜΚ] τεύχος#1

Ενιαία τιμή βιβλίου: υπέρ και κατά / Σωκράτης Καμπουρόπουλος (ΧΡΟΝΟΣ/Πολιτισμική δημοκρατία)

Στόχος η παραγωγή νέων πολιτιστικών αγαθών / Εθνική πολιτική βιβλίου – Εθνική πολιτική για τον πολιτισμό / Χρήστος Χρυσόπουλος (ΧΡΟΝΟΣ/Πολιτισμική δημοκρατία)

Η κρίση του βιβλίου, δείκτης της κρίσης αξιών / Σήμα κινδύνου εκπέμπει η αλυσίδα του ελληνικού βιβλίου. Σε οριακή κατάσταση οι Έλληνες συγγραφείς, μεταφραστές, επιμελητές, εκδότες, βιβλιοπώλες, αναγνώστες / Άννα Καρακατσούλη (ΧΡΟΝΟΣ/Ιούλιος 2013)