Κόμης του Λωτρεαμόν

ΜΑΛΝΤΟΡΟΡ

Άσμα πρώτο

 

…Γέροντα ωκεανέ, με τα κρυστάλλινα κύματα, θυμίζεις, τηρουμένων των αναλογιών, εκείνα τα βαθυγάλαζα σημάδια που βλέπουμε στις λαβωμένες πλάτες των μούτσων – είσαι μια τεράστια μελανιά πάνω στο σώμα της γης – μ’ αρέσει αυτή η παρομοίωση. Έτσι, μόλις σε κοιτάξει κανείς, ένα παρατεταμένο αεράκι λύπης, που είναι μάλλον ο ψίθυρος της τερπνότατης αύρας σου, περνάει, αφήνοντας ανεξίτηλα σημάδια, στη βαθιά ταραγμένη ψυχή, κι έτσι φέρνεις στη μνήμη των εραστών, ανεπαίσθητα, το σκληρό ξεκίνημα του ανθρώπου, όταν πρωτογνωρίζεται με την οδύνη, που έκτοτε δεν τον εγκαταλείπει. Σε χαιρετώ, γέροντα ωκεανέ!...

…Γέροντα ωκεανέ, ω εργένη μεγάλε, όταν διανύεις την επιβλητική ερημία των φλεγματικών βασιλείων σου, δικαίως επαίρεσαι για το έμφυτο μεγαλείο σου, καθώς και για τα γνήσια εγκώμια που επείγομαι να σου πλέξω. Ηδονικά ταλαντευόμενος από τις χαλαρές εκκρίσεις της μεγαλόπρεπής σου βραδύτητας, που είναι το πιο θαυμάσιο απ’ όσα χαρίσματα σου δώρισε η ανωτέρα δύναμις, ξετυλίγεις, μέσα σε ζοφερό μυστήριο, πάνω σ’ ολόκληρη την ανυπέρβλητή σου επιφάνεια, τ’ απαράμιλλα κύματά σου, με το αδιατάρακτο συναίσθημα της παντοτινής σου ισχύος. Το ένα πίσω από το άλλο, παράλληλα πορεύονται τα κύματα, με μικρά διαστήματα ενδιαμέσως. Μόλις το ένα καταπέσει, έρχεται άλλο να το βρει δυναμωμένο, με συνοδεία το μελαγχολικό απόηχο του αφρού που λιώνει, θυμίζοντάς μας ότι όλα είναι αφρός. (Ακριβώς όπως πεθαίνουν και τ’ ανθρώπινα πλάσματα, τα ζώντα κύματα, το ένα μετά το άλλο, κατά τρόπο μονότονο, αλλά χωρίς ν’ αφήνουν πίσω τους ήχο αφρού.) Το διαβατάρικο πτηνό καθίζει πάνω τους και αναπαύεται μ’ εμπιστοσύνη, κι αφήνεται άβουλο στις κινήσεις τους, τις γεμάτες με περήφανη χάρη, μέχρις ότου τα οστά των φτερών του ανακτήσουν τη συνήθη ζωντάνια τους ώστε να συνεχίσουν την εναέριά τους αποδημία. Θα ήθελα το ανθρώπινο μεγαλείο να είναι μόνο η ενσάρκωση της αντανάκλασης του δικού σου. Ζητάω πολλά, κι αυτή η ανυπόκριτη ευχή σε γεμίζει με δόξα. Το ηθικό σου ανάστημα, εικόνα του απείρου, δεν έχει όρια, όπως ο στοχασμός του φιλοσόφου, όπως ο έρως της γυναικός, όπως η θεϊκή ωραιότης του πτηνού, όπως οι ρεμβασμοί του ποιητή. Είσαι ομορφότερος κι από τη νύχτα. Απάντησέ μου, θα ’θελες να είσαι αδελφός μου;…

 

Μετάφραση: Στρατής Πασχάλης

Le Comte de Lautréamont

LES CHANTS DE MALDOROR

Chant premier 

 

…Vieil océan, aux vagues de cristal, tu ressembles proportionnellement à ces marques azurées que l'on voit sur le dos meurtri des mousses; tu es un immense bleu, appliqué sur le corps de la terre: j'aime cette comparaison. Ainsi, à ton premier aspect, un souffle prolongé de tristesse, qu'on croirait être le murmure de ta brise suave, passe, en laissant des ineffables traces, sur l'âme profondément ébranlée, et tu rappelles au souvenir de tes amants, sans qu'on s'en rende toujours compte, les rudes commencements de l'homme, où il fait connaissance avec la douleur, qui ne le quitte plus. Je te salue, vieil océan!...

…Vieil océan, ô grand célibataire, quand tu parcours la solitude solennelle de tes royaumes flegmatiques, tu t'enorgueillis à juste titre de ta magnificence native, et des éloges vrais que je m'empresse de te donner. Balancé voluptueusement par les mols effluves de ta lenteur majestueuse, qui est le plus grandiose parmi les attributs dont le souverain pouvoir t'a gratifié, tu déroules, au milieu d'un sombre mystère, sur toute ta surface sublime, tes vagues incomparables, avec le sentiment calme de ta puissance éternelle. Elles se suivent parallèlement, séparées par de courts intervalles. À peine l'une diminue, qu'une autre va à sa rencontre en grandissant, accompagnées du bruit mélancolique de l'écume qui se fond, pour nous avertir que tout est écume. (Ainsi, les êtres humains, ces vagues vivantes, meurent l'un après l'autre, d'une manière monotone; mais, sans laisser de bruit écumeux). L'oiseau de passage se repose sur elles avec confiance, et se laisse abandonner à leurs mouvements, pleins d'une grâce fière, jusqu'à ce que les os de ses ailes aient recouvré leur vigueur accoutumée pour continuer le pèlerinage aérien. Je voudrais que la majesté humaine ne fût que l'incarnation du reflet de la tienne. Je demande beaucoup, et ce souhait sincère est glorieux pour toi. Ta grandeur morale, image de l'infini, est immense comme la réflexion du philosophe, comme l'amour de la femme, comme la beauté divine de l'oiseau, comme les méditations du poète. Tu es plus beau que la nuit. Réponds-moi, océan, veux-tu être mon frère?...

 


ΜΑΛΝΤΟΡΟΡ, μτφρ. Στρατής Πασχάλης, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 2017 (πρώτη έκδοση: 2011)

Go back