Oliverio Girondo

ΠΕΖΟΣ

Στο βάθος του δρόμου ένα δημόσιο κτίριο εισπνέει την άσχημη μυρωδιά της πόλης. 
 
Οι σκιές σπάνε τη ραχοκοκαλιά τους στα κατώφλια, πλαγιάζουν για να συνουσιαστούν στο πεζοδρόμιο. 
 
Με το χέρι τεντωμένο στον τοίχο, ένας σβηστός φανοστάτης έχει μια κυρτή εικόνα του κόσμου που περνάει στα αυτοκίνητα.
 
Τα βλέμματα των περαστικών λερώνουν τα πράγματα που εκτίθενται στις βιτρίνες, αδυνατίζουν τα πόδια που κρέμονται κάτω από τις κουκούλες των αμαξών. 
 
Δίπλα στο κράσπεδο του πεζοδρομίου ένα περίπτερο μόλις κατάπιε μια γυναίκα. 
 
Περνάει: μια Αγγλίδα όμοια με φανοστάτη. Ένα τραμ που είναι ένα σχολείο πάνω σε ρόδες. Ένας αποτυχημένος σκύλος, με μάτια πόρνης που ντρεπόμαστε να τον κοιτάξουμε και να τον αφήσουμε να περάσει*. 
 
Ξαφνικά: ο αστυφύλακας στη γωνία σταματάει με ένα χτύπημα της μπαγκέτας όλες τις δονήσεις της πόλης, ώστε να ακουστεί ένας μόνο ψίθυρος, ο ψίθυρος από όλα τα στήθη που αγγίζονται.

Μπουένος Άιρες, Αύγουστος 1920

 

* Τα αποτυχημένα σκυλιά έχουν χάσει το αφεντικό τους επειδή σηκώνουν το ποδάρι τους σαν μαντολίνο, το τομάρι τους έχει κρεμάσει υπερβολικά, έχουν βραχνή φωνή αλκοολικού και είναι ικανά να ξαπλώσουν σ’ ένα κατώφλι ώστε να τα μαζέψουν μαζί με τα σκουπίδια.

Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παλαιολόγος

Oliverio Girondo

PEDESTRE

En el fondo de la calle, un edificio público aspira el mal olor de la ciudad.
 
Las sombras se quiebran el espinazo en los umbrales, se acuestan para fornicar en la vereda.
 
Con un brazo prendido a la pared, un farol apagado tiene la visión convexa de la gente que pasa en automóvil.
 
Las miradas de los transeúntes ensucian las cosas que se exhiben en los escaparates, adelgazan las piernas que cuelgan bajo las capotas de las victorias.
 
Junto al cordón de la vereda un quiosco acaba de tragarse una mujer.
 
Pasa: una inglesa idéntica a un farol. Un tranvía que es un colegio sobre ruedas. Un perro fracasado, con ojos de prostituta que nos da vergüenza mirarlo y dejarlo pasar*.
 
De repente: el vigilante de la esquina detiene de un golpe de batuta todos los estremecimientos de la ciudad, para que se oiga en un solo susurro, el susurro de todos los senos al rozarse.

Buenos Aires, Agosto 1920.

 

* Los perros fracasados han perdido a su dueño por levantar la pata como una mandolina, el pellejo les ha quedado demasiado grande, tienen una voz afónica, de alcoholista, y son capaces de estirarse en un umbral, para que los barran junto con la basura.


Από το βιβλίο του Oliverio Girondo Είκοσι ποιήματα για να διαβαστούν στο τραμ, εκδόσεις Σαιξπηρικόν.

Go back